Το μέρος, στο οποίο πραγματοποιείται εντελώς
άμεσα η υπερνίκηση της πεπτωκυίας ύπαρξης, όπως την περιγράψαμε, είναι η
πραγματικότητα του προσώπου. Η σημασία του προσώπου έγκειται στο
γεγονός, ότι δηλώνει συγχρόνως δύο πράγματα, τα οποία με την πρώτη ματιά
φαίνεται να αντιφάσκουν: την ιδιαιτερότητα και την κοινωνία. Το να
είναι κανείς πρόσωπο είναι κάτι εντελώς διαφορετικό απ΄ το να είναι ένα
άτομο ή μια «προσωπικότητα», διότι ένα πρόσωπο δε μπορεί να παρατηρηθεί
στον εαυτό του, αλλά μόνο στη σχέση του. Υπό τις κατηγορίες της
πεπτωκυίας ύπαρξης, ταυτίζουμε συνήθως το πρόσωπο με το «εγώ» και έτσι
με όλα τα χαρακτηριστικά και την εμπειρία που αυτό κατέχει. Οι νεότεροι
φιλόσοφοι μας υπενθυμίζουν όμως δικαίως, ότι δεν είναι αυτό που
διακρίνει το πρόσωπο. Ποιά είναι όμως η σχέση του προσώπου με την
αλήθεια και μάλιστα τόσο από την άποψη της ιδιαιτερότητας όσο και της
κοινωνίας;
Η ουσία του προσώπου βρίσκεται στο ότι είναι
μια αποκάλυψη της αλήθειας του είναι και μάλιστα όχι ως «ουσία»ή «φύση»,
αλλά ως «τρόπος υπάρξεως» 98 . Αυτή η βαθιά αντίληψη των Καππαδοκών 99
δείχνει, ότι η αληθινή γνώση δεν είναι μια γνώση της ουσίας ή της φύσης
των πραγμάτων αλλά του τρόπου, με τον οποίο αυτά αναφέρονται στο
γεγονός της κοινωνίας. Είδαμε προηγουμένως, πώς το θέμα της έκστασις
έχει μια λειτουργία-κλειδί στην κατανόηση της αλήθειας των Ελλήνων
Πατέρων. Αν κανείς το μεταφέρει στην έννοια του προσώπου, τότε πρέπει να
συμπληρωθεί από ένα άλλο θέμα, αυτό της υπόστασις. Έκστασις σημαίνει, ότι το πρόσωπο είναι η αποκάλυψη της αλήθειας και μάλιστα με το να βρίσκεται σε κοινωνία (σχέση)· υπόστασις αντιθέτως
σημαίνει, ότι το πρόσωπο στην κοινωνία (σχέση) και μέσω αυτής
επικυρώνει την ταυτότητα και τη ιδιαιτερότητα του, «βρίσκεται κάτω από
την ίδια της τη φύση» (υπό-στασις) μ΄ έναν ιδιαίτερο και μοναδικό τρόπο.
Μ΄ αυτήν την έννοια το πρόσωπο είναι ο ορίζοντας, στον οποίο
αποκαλύπτεται η αλήθεια του είναι και μάλιστα όχι ως απλή φύση,
υποκείμενη στην εξατομίκευση και τον συνδυασμό, αλλά ως μοναδική εικόνα
για την ολότητα και «καθολικότητα» του είναι. Αν δούμε λοιπόν ένα ον ως
πρόσωπο, τότε βλέπουμε σ΄ αυτήν ολόκληρη την ανθρώπινη φύση· το να
καταστρέψουμε όμως ένα ανθρώπινο πρόσωπο σημαίνει αντίστροφα έναν φόνο
ενάντια σ΄ ολόκληρη την ανθρωπότητα, δηλαδή σε τελική ανάλυση, ενάντια
στην αλήθεια του ανθρώπινου είναι.
Το μυστήριο του προσώπου έγκειται στο
γεγονός, ότι σ΄ αυτό διαφορετικότητα και κοινωνία δεν έρχονται σε
αντίθεση αλλά η μια συναντάται στην άλλη. Η αλήθεια ως κοινωνία δεν
οδηγεί σε μια κατάργηση της ανομοιότητας των όντων στον απέραντο ωκεανό
του είναι, αλλά στην επιβεβαίωση της μέσα στην αγάπη και δι΄ αυτής. Η
διαφορά μεταξύ αυτής και της αλήθειας της «φύσης καθ? εαυτήν» βρίσκεται
στο εξής: Η φύση υπόκειται στον διαμελισμό, την εξατομίκευση, την
αντίληψη και την κατανόηση κ.ά.· η αγάπη αντιθέτως δεν είναι αυτό· Έτσι,
στην συνάφεια της κοινωνίας, το αντίθετο της διαφοράς είναι η διαίρεση 100 .
Βεβαίως αυτή η ταύτιση διαφοράς και ενότητας
είναι ασυμβίβαστη με την πεπτωκυία ύπαρξη, στην οποία γεννιόμαστε ως
άτομα με τη σαφή τάση να αντιλαμβανόμαστε, να κυριαρχούμε και να
κατέχουμε το είναι. Αυτό ο εξατομικευμένος και εξατομικεύων Αδάμ μέσα
μας είναι το προπατορικό μας αμάρτημα και συγχρόνως ή αιτία για το ότι
το «άλλο», δηλαδή κάθε ατομικό ον δίπλα μας, γίνεται τελικά ο εχθρός μας
και το «προπατορικό μας αμάρτημα» (Σαρτρ) 101 . Αν παραμείνει η ανθρώπινη ύπαρξη αφημένη στον εαυτό της, τότε δε μπορεί να είναι πρόσωπο. Η έκστασις του είναι προς το ανθρώπινο ή το δημιουργημένο οδηγεί στο «είναι προς θάνατον» 102 .
Κάθε προσπάθεια να ορίσουμε την αλήθεια ως «είναι προς ζωήν», θα έπρεπε
να απαιτήσει συγχρόνως την έννοια του είναι πέρα από το δημιουργημένο
είναι.
99 πρβλ. πιο πάνω Μέρος ΙΙ,3.
100
Η διάκριση μεταξύ «διαφοράς» και «διαίρεσης» αναπτύχθηκε από τον Μάξιμο
στη βάση της Χριστολογίας της Χαλκηδόνας. Για τους όρους αυτούς και τη
σύνθεσή τους στο Μάξιμο βλ. L. Thunberg , Microcosm and Mediator. The Theological Anthropology of Maximus the Confessor, Lund 1965, 54 κ . εξ . πρβλ . Γιανναρά , όπ.π., σ. 73 κ.εξ.
101 J.P.Sartre, L? etre et le Neant, 1949, σ .251.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου