Η ενασχόληση με τη γνώση και την αποκάλυψη,
όπως και η ερώτηση για τη σημασία του είναι, οδήγησε τους θεολόγους του
λόγου των τριών πρώτων αιώνων στην κατανόηση της αλήθειας ως
κοσμολογίας. Εν τω μεταξύ οι επίσκοποι ασχολούνταν με τη ζωή και τους
αγώνες της κοινότητάς τους κι αυτό τους οδήγησε σε μία τελείως
διαφορετική πρόσβαση στην έννοια της αλήθειας. Ήδη στα έργα του Αγίου
Ιγνατίου Αντιοχείας 40
η έννοια της αλήθειας δεν έχει προφανώς καμία σχέση με τη θεωρία της
γνώσης, με την στενή έννοια, αλλά πολύ περισσότερο συνδέεται μ? αυτό,
που εμείς θα μπορούσαμε να ονομάσουμε ζωή . Στη δική μας δυτική
παιδεία υπό την επίδραση της ελληνικής αγωγής η λέξη «ζωή» είναι μια
προσωποποίηση και γι? αυτό που ονομάζουμε «πρακτική», σε αντίθεση με τα
«διανοητικά» ή με τα «θεωρητικά». Έτσι ερχόμαστε αυτόματα στην
παλαιοδιαθηκική κατανόηση της αλήθειας ως πράξης . Μ? αυτό τον
τρόπο απομακρυνόμαστε από την οντολογική ερώτηση περί της αλήθειας και
συγχρόνως το Ευαγγέλιο χάνει κάθε σχέση με την ελληνική σκέψη. Κι όμως
για ποιο λόγο πρέπει η ζωή να βρίσκεται σε αντίθεση με το είναι; Δεν
είναι, πολύ περισσότερο, ζωή και είναι ταυτόσημα;
Αυτό το πρόβλημα τίθεται εκ νέου με την
ελληνική κατανόηση του είναι, όπως αυτή έχει εισχωρήσει υπό τη μορφή του
Αριστοτελισμού στη δική μας δυτική σκέψη. Για τον Αριστοτέλη η ζωή
είναι μια ποιότητα η οποία έρχεται να προστεθεί στο είναι , δεν
είναι όμως το ίδιο το είναι. Η αλήθεια του είναι δε βρίσκεται στη ζωή
αλλά προηγείται αυτής: μια πέτρα χωρίς ζωή προβάλλει αξίωση για τη λέξη
«είναι» ακριβώς όπως κι ένα ζώο. Είναι όμως κάτι διαφορετικό, όταν ένα
ζώο έχει ζωή και όταν μια πέτρα δεν την έχει. Την ύπαρξη τη συνδέουμε με το ρήμα είναι , ενώ για τη ζωή χρησιμοποιούμε το ρήμα έχω : Η ζωή κατέχεται από το είναι, όπως μια δυναμική ή ένα τέλος από τα πράγματα γενικά (εν-τελ-έχεια) 41
. Ακριβώς επειδή η ζωή κατέχεται απ? το είναι και δεν μπορεί να
προηγείται αυτού, γίνεται η αλήθεια ένας χαρακτηρισμός για το είναι και
συνδέεται τελικά με το είναι ως τέτοιο και όχι με τη ζωή. Αν ένας
Έλληνας διανοητής δεν μπορούσε να μιλήσει περί «είναι και ζωής» ταυτόχρονα ,
θα έπρεπε ένας χριστιανός να τα εκφράσει και τα δύο συγχρόνως. Αυτή η
ταύτιση του είναι με τη ζωή αγγίζει την έννοια της αλήθειας με
αποφασιστικό τρόπο. Αυτό μπορεί κανείς να το δει στη ρεύμα της σκέψης,
που στους Έλληνες Πατέρες φτάνει μέχρι το δεύτερο αιώνα.
Έχουμε ήδη διαπιστώσει, ότι ο Ιγνάτιος
Αντιοχείας προτιμά να σχετίζει την αλήθεια με τη ζωή. Έτσι συνεχίζεται
εις βάθος ο προσδιορισμός της γνώσης, όπως αυτός αναφέρεται στο τέταρτο
Ευαγγέλιο, ως «αιώνια ζωή» ή ως «αληθινή ζωή» (Ιω.3,15.36.14,6.17,3) 42 . Παρ? όλα αυτά, αν η ιωάννεια κατανόηση της γνώσης πλησιάζει την κατανόηση της αλήθειας ως πράξης με
παλαιοδιαθηκική έννοια ? μια αντίληψη, την οποία ενίοτε στην έρευνα
υιοθετεί κανείς πολύ βιαστικά και παραμελώντας τις διαφορές μεταξύ
παλαιοδιαθηκικής και καινοδιαθηκικής σκέψης ? τότε η σύνδεση της γνώσης
με τη ζωή στον Ιγνάτιο αποσκοπεί πολύ σαφέστερα σε μια οντολογική
προσέγγιση της αλήθεια. Αυτό μπορεί να το δει κανείς στο ενδιαφέρον του
Ιγνάτιου για την αθανασία και την αφθαρσία. Η ζωή δεν σημαίνει για τον
Ιγνάτιο μόνο πράξη αλλά είναι για πάντα (αιώνια ύπαρξη), δηλαδή το να μην πεθαίνουμε 43 .
Μ? αυτό έχουμε εδώ την πρώτη εις βάθος ταύτιση είναι και ζωής. Σε
περαιτέρω ευρύτερη μορφή εμφανίζεται αυτό το θέμα στην θεολογία του Αγ.
Ειρηναίου. Το ελληνικό ενδιαφέρον για το είναι διακρίνεται εδώ ακόμα
σαφέστερα αλλά η απάντηση, που συνδέεται μ? αυτό, παράμεινε εντελώς σε
βιβλικά πλαίσια. Και ο Ειρηναίος χρησιμοποιεί τον όρο της αφθαρσίας 44 .
Βλέπει το Χριστό ως την Αλήθεια, αλλά όχι του νου ? η αντιπαράθεσή του
με το γνωστικισμό, το στοχαστικά απαιτητικό θρησκευτικό κίνημα κάθε
εποχής τον εμποδίζει ? αλλά της αφθαρσίας του είναι . Εδώ
βρίσκεται μια εξαιρετικά βαθιά εξομοίωση της ελληνικής κατανόησης της
αλήθειας, ως «φύσεως» των πραγμάτων, με την ιωάννεια και ιγνατιανή
κατανόηση της αλήθειας, ως ζωής. Ο Χριστός είναι η αλήθεια, κι αυτό όχι
ως μια αρχή θεωρητικής κατανόησης για την ερμηνεία του κόσμου, αλλά
διότι αυτός είναι η ζωή και το σύνολο των όντων βρίσκει το νόημά του στο
άφθαρτο είναι στο Χριστό 45
, ο οποίος ανακεφαλαιώνει στον εαυτό του δημιουργία και ιστορία. Εκτός
ζωής είναι αδιανόητο το είναι και γι? αυτό το λόγο έχει η οντολογική
κατανόηση της αλήθειας τη θέση της στην έννοια της ζωής.
Αυτή η εξομοίωση είναι και ζωής είναι
αποφασιστική για την ιστορία της χριστιανικής θεολογίας και μας
φαίνεται, ότι οι μεγάλες αποφάσεις της τριαδολογικής θεολογίας του 4ου
αιώνα μόνο επ? αυτής της βάσεως μπορούν να εκτιμηθούν σε όλο τους το
βάθος. Είναι λοιπόν σημαντικό να εξετάσουμε με ακρίβεια τις αιτίες για
την εξήγηση αυτής της εμφάνισης. Τι δυνατότητες έδωσε στους Έλληνες
Πατέρες η εξομοίωση είναι και ζωής;
Αυτή η ερώτηση δεν μπορεί να απαντηθεί με την
υπόδειξη ενός πνευματικού ρεύματος, από το οποίο προέκυψαν οι ιδέες του
Ιγνατίου και του Ειρηναίου και μάλιστα να απαντηθεί εντελώς απλά,
επειδή ένα τέτοιο ρεύμα δεν υπάρχει. Και οι δύο Πατέρες, ολοφάνερα, δεν
στηρίζονται σε μια πνευματική παράδοση αλλά μάλλον βρίσκονται σε μια
κοινή εμπειρία της Εκκλησίας ως κοινότητας και προπαντός ως ευχαριστιακής κοινότητας.
Η Ευχαριστία παίζει τόσο αποφασιστικό ρόλο στην θεολογία του Ιγνατίου,
ώστε θα ήταν εκπληκτικό, αν αυτό δεν είχε ασκήσει κάποια επιρροή σ?
αυτήν την ταύτιση ζωής και είναι. Στην πράξη, ο όρος της αθανασίας
βρίσκεται στα έργα του σε συσχετισμό με την Ευχαριστία 46 .
Και στον Ειρηναίο βρίσκει κανείς αυτή την κεντρική θέση της Ευχαριστίας
και χωρίς αμφιβολία αυτό έχει επηρεάσει την ιδέα του περί αφθαρσίας 47 με την οντολογική της χροιά, όπως αυτό προκύπτει κι από την σύνδεση δημιουργίας και Ευχαριστίας σ? αυτόν 48 .
Πώς μπορούσε όμως μία θεολογία της
Ευχαριστίας να οδηγήσει σε μια τέτοια ταύτιση είναι και ζωής; Την
απάντηση σε αυτή την ερώτηση τη βρίσκει κανείς κατά κύριο λόγο στις
βιβλικές πηγές της σύνδεσης ευχαριστίας και ζωής. Το τέταρτο Ευαγγέλιο
προσέφερε γι? αυτή τη σχέση μια επαρκή βάση. Κατά δεύτερο λόγο,
διεξήγαγε τόσο ο Ιγνάτιος όσο και ο Ειρηναίος έναν αγώνα για την αλήθεια
της Ευχαριστίας, ο ένας στην αντιπαράθεση με το Δοκιτισμό 49 και ο άλλος με το Γνωστικισμό 50 . Αν η Ευχαριστία δεν ήταν πραγματικά
ο Χριστός, με ιστορική και υλιστική έννοια της λέξης αλήθεια, τότε ούτε
η αλήθεια θα ήταν ταυτόχρονα ζωή και είναι, διότι βεβαίως η Ευχαριστία
δίνει τη ζωή και στο ένα και στο άλλο. Θα έπρεπε λοιπόν η αλήθεια να
γίνει ιστορική, χωρίς βέβαια να σταματήσει να είναι οντολογική. Υπάρχει
επίσης η άποψη της κοινότητας για την Ευχαριστία 51
. Η ζωή της Ευχαριστίας είναι η ζωή του ίδιου του Θεού και βεβαίως δεν
είναι μια ζωή με την έννοια της αριστοτελικής δυναμικής, που ρέει
μηχανικά από τα βάθη του είναι· είναι πολύ περισσότερο η ζωή της θεϊκής κοινωνίας ,
όπως αυτή υπάρχει στην Τριάδα και όπως γίνεται πραγματικότητα μεταξύ
των μελών της ευχαριστιακής κοινότητας. Η γνώση ταυτίζεται με την
κοινωνία 52 .
Όλα αυτά οδηγούν άμεσα στις θεολογικές
εξελίξεις του τετάρτου αιώνα. Πρέπει βέβαια με έμφαση να υπογραμμίσουμε,
ότι χωρίς το θεμέλιο της ευχαριστιακής εμπειρίας της Εκκλησίας, όπως το
έδειξαν ο Ιγνάτιος και ο Ειρηναίος, η τριαδολογική θεολογία του
τετάρτου αιώνα παραμένει δυσνόητη. Πρέπει λοιπόν να παραμείνουμε λίγο
ακόμα στο σημείο αυτό πριν περάσουμε στον τέταρτο αιώνα.
Η ταύτιση είναι και ζωής υπό την έννοια της
αθανασίας και της αφθαρσίας οδηγεί αναπόφευκτα στην τριαδολογική
θεολογία. Αν η αφθαρσία είναι δυνατή μόνο στην κοινωνία με τη ζωή του
ίδιου του Θεού και διαμέσου αυτού, τότε δεν μπορεί η δημιουργία και το
είναι να υπάρχουν και να ζουν, στο μέτρο που η πηγή του είναι, ο Θεός,
είναι αυτή η ίδια η ζωή και η κοινωνία. Ανήκει στην ευχαριστιακή
εμπειρία, το ότι η ζωή μόνο στο γεγονός της κοινωνίας δίδεται και
πραγματοποιείται 53 κι
γι? αυτό δημιουργία και είναι συνολικά μπορούν να βασιστούν μόνο στο
Θεό, ο οποίος ζει από την κοινωνία. Έτσι στον Ειρηναίο η θεϊκή πράξη της
δημιουργίας περιλαμβάνει ταυτόχρονα τον Πατέρα, τον Υιό και το Πνεύμα 54
. Στο σημείο αυτό φαίνεται να σταματά ο Ειρηναίος. Τον απασχολεί μόνο
το δημιουργημένο είναι και τοποθετεί την πραγματικότητα της ύπαρξης στην
Τριάδα. Τι συμβαίνει όμως με το αδημιούργητο είναι; Δεν θα ήταν επίσης
δυνατό να πούμε τελικά ? στη σχέση μας με το Θεό ως είναι ? ότι το είναι
προηγείται της ζωής και η ζωή προέρχεται απ? το είναι; Δε θα ήταν
δυνατό, με άλλα λόγια, να ζητήσουμε μια θεϊκή φύση (ή ουσία) ως έσχατη
οντολογική αλήθεια και συγχρόνως να εξαρτήσουμε τη ζωή και την κοινωνία
απ? αυτήν, υπό τη μορφή της Τριάδας; Οι Έλληνες Πατέρες απάντησαν σ?
αυτήν την ερώτηση με την ιστορική προσπάθεια να προωθήσουν την ταύτιση
είναι και ζωής με την κοινωνία ως το έσχατο σημείο του είναι, δηλαδή
στον ίδιο το Θεό. Αυτό γίνεται στον τέταρτο αιώνα.
<![endif]>
40 Ιγνατίου Αντιοχείας , Προς Μαγν. 1,2 . Προς Εφ. 3,2 . 7,2 . 20,2 . Προς Σμ. 4,1 κ.ά.
41 Αριστοτέλους, Περί ψυχής, 402 a - b . 431 b . 434b. Μετάφρ . Του W. Theiler , Darmstadt 1959.
42 πρβλ. μεταξύ άλλων και Chr . Mauer , Ignatius von Antiochien und das Johannesevangelium, Zuerich 1949.
43 Ιγνατίου, Προς Εφ. 17,1. 20,2. Η αλήθεια ταυτίζεται με τη «διδαχή αφθαρσίας»: Προς Μαγν., 6,2.
44 π.χ . Ειρηναίου , Κατά Αιρεσ. ΙΙΙ,19,1 . V Ι,38,4.
45 όπ.π., Ι V ,36,7.
46 Ιγνατίου , Προς Εφ. 20,2.
47 Παρατηρεί
κανείς τον αξιοσημείωτο παραλληλισμό μεταξύ της κατανόησης της
Ευχαριστίας ως «φάρμακο αθανασίας, αντίδοτο κατά του θανάτου» στον
Ιγνάτιο (όπ.π.) και της περιγραφής της στον Ειρηναίο ως «αντίδοτο ζωής»
(Κατά Αιρ. ΙΙΙ,19,1).
48 Ειρηναίου , Κατά Αιρ. Ι V , 18,4-5 . V ,2,2 . Ι V ,17,5 . Ι V , 18.1 . IV,18.4. πρβλ . A. Ziegler ,
Das Brot von unseren Feldern. Ein Beitrag zur Eucharistielehre des hl.
Irenaeus, στο : Pro mundi vita (Festschrift zum eucharistischen
Weltkongress 1960), 1960, 21-43.
49 Ιγνατίου , Προς Σμ. 7,1.
50 Ειρηναίου, Κατά Αιρ. IV ,20,5.
51 Για μια λεπτομερειακή συζήτηση των πηγών σχετικά με αυτή την άποψη του προβλήματος, πρβλ. Ι. Δ. Ζηζιούλα , Η ενότητα της Εκκλησίας στην Ευχαριστία και τον επίσκοπο κατά τους τρεις πρώτους αιώνες, Αθήνα 1965, ιδιαίτ. 87-148.
52 Ειρηναίου , Κατά Αιρ. IV ,20,5.
53
Αυτό πρέπει να υπογραμμιστεί σε σχέση με τον Ιγνάτιο και τον Ειρηναίο.
Και οι δύο αυτοί Πατέρες παρουσιάστηκαν, κυρίως μέσω ερμηνευτών, σα να
είχαν λίγο ή πολύ εισάγει στην Ευχαριστία ειδωλολατρικούς όρους. Αυτό θα
συνέβαινε π. χ. στην περίπτωση με την περίφημη έκφραση του Ιγνατίου
«φάρμακο αθανασίας». Η επιμελής μελέτη της σκέψης του Ιγνατίου στο
σύνολό της αποκαλύπτει, ότι γι? αυτόν η Ευχαριστία είναι φάρμακο
αθανασίας, όχι επειδή έχει στη φύση της ένα δυναμικό ζωής ή μια
δυνατότητα ζωής ,με την έννοια που υπαγορεύει ο ελληνικός όρος της
φύσης. Αυτό που προσδιορίζει στον Ιγνάτιο η Ευχαριστία είναι κυρίως το
γεγονός της κοινωνίας, το οποίο εκφράζεται κυρίως μέσω της σύναξης της
κοινότητας γύρω από τον επίσκοπο. Σ? αυτό το γεγονός πρέπει να
αναζητήσουμε «την αθανασία» της Ευχαριστίας και όχι στη φύση της
Ευχαριστίας ως τέτοιας.
54 όπ.π., V ,28,4. πρβλ. IV , Προλ. 4.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου