Τρίτη 17 Ιανουαρίου 2017

Ο ΠΡΩΝ ΚΟΥΜΟΥΝΙΣΤΗΣ ΠΑΤΗΡ ΣΕΡΓΙΟΣ ΜΠΟΥΛΓΚΑΚΩΦ ΠΟΥ ΑΓΑΠΗΣΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ. (ΠΑΣΧΑ ΠΑΤΗΡ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΣΜΕΜΑΝ)



Εικόνα

Στη μνήμη τού π. Σέργιου Μπουλγκάκωφ

Χριστός άνέστη! - Αληθώς άνέστη ό Κύριος». «Πάσχα Κυρίου Πάσχα!», «εορτών εορτή, και πανήγυρίς έστι πανηγύρεων»'. Χρειαζόμαστε άλλες λέξεις απ’ αυτές; Πράγματι, «μηδείς θρηνείτω πενίαν έφάνη γάρ ή κοινή Βασιλεία».

Όμως πριν καλά καλά ακούσουμε τα υπέροχα αυτά λόγια, πριν τα χαρούμε κι ακουμπήσουμε πάνω τους την πίστη μας, έρχεται έξαφνα ή συνειδητοποίηση πώς στη διάρκεια αυτής της έόρτιας νύχτας και της επερχόμενης, απαστράπτουσας ημέρας, μυριάδες είναι οι άνθρωποι εκείνοι πού δεν ακούν κι ίσως ποτέ δεν έχουν ακούσει τούτα τα λόγια. Για πάρα πολλούς ανθρώπους ή αναγγελία των λόγων αυτών δεν σημαίνει τίποτα. Άλλοι επιδεικνύουν ακούγοντας τα κυνισμό, εχθρότητα και σκεπτικισμό.

Πώς μπορείς να χαρείς όταν τόσοι άνθρωποι δεν γνωρίζουν τη χαρά, δεν την αποδέχονται και κρατούν τις καρδιές τους ερμητικά κλεισμένες απέναντι της; Πώς είναι δυνατόν να εξηγήσεις αυτά τα λόγια και να αγγίξεις τις καρδιές τόσο πολλών ανθρώπων; Κι ακόμα, πώς είναι δυνατόν να τούς δώσεις πειστικές αποδείξεις; Εάν γι’ αυτούς τούς ανθρώπους ισχύει εκείνο πού είπε ό Χριστός, «ουδέ εάν τις εκ νεκρών άναστή πεισθήσονται» (Λουκ. 16,31), εμείς τί περιμένουμε να πετύχουμε με τις φτωχές μας «αποδείξεις»; Κι όμως, όλη ή δυναμική τού πασχάλιου θριάμβου ίσως συνίσταται ακριβώς στο γεγονός ότι δεν υπάρχει έδώ τίποτα για να αποδειχτεί. Όλη ή ανθρώπινη γνώση, όλες οι ανθρώπινες αποδείξεις αποδείχνονται ολότελα ισχνές μπροστά στην αλήθεια της γιορτής.


Στα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα, στην καρδιά της Ρωσίας, συναντούμε σε μια ιερατική οικογένεια, ένα νέο αγόρι ονόματι Σεργκέι («Σεριόζα») Μπουλγκάκωφ. Ανδρώνεται με μια απλή, άμεση και άστασίαστη πίστη, σαγηνευμένο από την ποίηση και την ομορφιά τών Ακολουθιών της Εκκλησίας. Καμιά αμφιβολία, κανένα εγχείρημα αναζήτησης «αντικειμενικών αποδείξεων». «Δεν είχαν ποτέ περάσει από το παιδικό μας μυαλό», έγραφε αργότερα, «ούτε θα ήταν δυνατό να έχουν περάσει τέτοια πράγματα, δεδομένου ότι ή λειτουργική ζωή μάς είχε διαποτίσει σε μεγάλο βαθμό και αγαπούσαμε το ναό και την ομορφιά τών Ακολουθιών του. Πόσο βαθιά, πλούσια και αγνή ήταν ή παιδική μας ηλικία! Πώς λούζονταν οι ψυχές μας από το ουράνιο φώς πού ακτινοβολούσε διαρκώς πάνω τους!».

Ήρθε όμως κάποτε ή ώρα τών «αντικειμενικών αποδείξεων» και της αμφισβήτησης. Βγαίνοντας από την απλή και άδολη παιδικότητά του ό μικρός αυτός Ρώσος, ό φλογερός, τίμιος και ειλικρινής, έπεσε στα χέρια της απιστίας και τού αθεϊσμού, στον κόσμο των «καθαρών αποδείξεων» και της νοησιαρχίας. Ό «Σεριόζα» Μπουλγκάκωφ, ό γιος ενός ταπεινού ιερέα κάποιου κοιμητηρίου. έγινε ό Καθηγητής Σεργκέι Νικολάγιεβιτς Μπουλγκάκωφ, ένας από τούς μπροστάρηδες τού ρωσικού προοδευτισμού της επαναστατικής ίντελιγκέντσια- ένας από τούς ηγέτες της επιστήμης τού Μαρξισμού στη Ρωσία.

Γερμανία - πανεπιστημιακές σπουδές -φιλία με τους ηγέτες τού Μαρξισμού -πρώτες επιστημονικές εργασίες - πολιτική οικονομία -δοξασμός και αναγνώριση από ολόκληρη τη ρωσική διανόηση. ’Αν κάποιος έζησε «στο πετσί του», κατά τη λαϊκή ρήση, ολόκληρη την εξέλιξη της πάλης με την αμφισβήτηση, ήταν σίγουρα αυτός. Αν κάποιος άδραξε όλη την επιστημονική γνώση, τη δόξα και το στέφανο τού Μαρξισμού, τότε ήταν σίγουρα αυτός. Αν υπήρξε κάποιος πού απέρριψε την απλοϊκή και ανεύθυνη πίστη, τότε ήταν και πάλι αυτός. Πολλά τά χρόνια της επιστημονικής του καταξίωσης, πολυάριθμοι οι ογκώδεις τόμοι τού συγγραφικού του μόχθου, εκατοντάδες οι οπαδοί του...

Κι όμως, λίγο λίγο όλες οι «αντικειμενικές αποδείξεις» άρχισαν ή μία πίσω από την άλλη να γκρεμίζονται και να επιστρέφουν στη σκόνη• μέχρι που τίποτα δεν έμεινε όρθιο. Τί του συνέβη; Αρρώστια, τρέλα, κατάθλιψη; Όχι.

Καμιά αλλαγή δεν έγινε στις εξωτερικές συνθήκες της ζωής του. Αυτό που συνέβη ήταν ότι ή ψυχή του, ή καρδιά της συνείδησής του, έπαψε να αποδέχεται τά επίπεδα ερωτήματα και τις εξίσου επίπεδες απαντήσεις τους. Οι απορίες έπαψαν να είναι εύλογες, οι απαντήσεις έπαψαν να είναι επαρκείς. ’Έγινε ξαφνικά ξεκάθαρο ότι όλη αυτή ή συσσωρευμένη γνώση ήταν ανίκανη να κομίσει απαντήσεις για οτιδήποτε. Χρηματιστηριακές αγορές, κεφάλαιο, «υπεραξία» - τί γνώση μπορεί να κουβαλούν εντός τους όλα αυτά, τί μπορούν στ’ αλήθεια να μάς πουν για την ανθρώπινη ψυχή, για την άσβεστη δίψα και την ασίγαστη λαχτάρα της, πού στο βαθύτερο επίπεδο, στις μύχιες γωνιές της, παραμένει πάντοτε ακόρεστη;

Κι έτσι ξεκίνησε ή επιστροφή στις πηγές. Όχι το πισωγύρισμα σε μια παιδική πίστη, απλοϊκή και αφελή, ούτε ή νοσταλγία της παιδικής ηλικίας -όχι, ό Σεργκέι Μπουλγκάκωφ παρέμεινε για όλη την υπόλοιπη ζωή του ένας διανοούμενος, ένας καθηγητής, ένας φιλόσοφος. Μόνο πού πλέον τα βιβλία του άρχισαν να δηλώνουν κάτι άλλο, τα εμπνευσμένα του λόγια άρχισαν να μαρτυρούν μια άλλη πραγματικότητα.

Αν συσχετίζω τδ πρόσωπό του με την πασχάλια χαρά, είναι γιατί μου φαίνεται πώς ό π. Σεργκέι Μπουλγκάκωφ με όλη τη ζωή και την πείρα του ήταν ό πλέον κατάλληλος για να απαντήσει στο ερώτημα πού θέσαμε παραπάνω: τί αποδείξεις μπορεί κανείς να κομίσει για την αλήθεια της πασχαλιάς χαράς; Το ασάλευτο ερώτημα αρχίζει έξαφνα μέσα από το παράδειγμα τού Μπουλγκάκωφ να κλονίζεται, διότι εκείνος περισσότερο από κάθε άλλον άνθρωπο γνώριζε την ανεπάρκεια και την αποτελεσματικότητα όλων αυτών τών «αποδείξεων». Ήταν πεπεισμένος πώς το νόημα τού Πάσχα δεν κρύβεται σε «αποδείξεις», ούτε αντλεί την πνευματική του δυναμική απ’ αυτές .

Αξίζει να σταθούμε σε όσα είπε προς το τέλος
της ζωής του για τη γιορτή του Πάσχα: «Όταν οι πόρτες ανοίγουν και εισερχόμαστε στον απαστράπτοντα ναό, οι καρδιές μας ακούγοντας τον υπέροχο Κανόνα της γιορτής γεμίζουν από ανόθευτη χαρά για την εκ νεκρών Ανάσταση του Χριστού. Τη στιγμή εκείνη τελείται στις καρδιές μας ένα πασχάλιο θαύμα: αντικρίζουμε την Ανάσταση τού Χριστού και το ολόλαμπρο φώς τού προσώπου Του ζυγώνουμε το Νυμφίο πού εξέρχεται από το μνήμα.

 Παύουμε τότε να αντιλαμβανόμαστε ότι συμβαίνει γύρω μας κι είναι σαν να εξερχόμαστε από τον εαυτό μας. Μέσα στη σιωπή τού ακύμαντου χρόνου, στο πύρωμα τού καθάριου λευκού της πασχαλιάς γιορτής, κάθε γήινο χρώμα ξεθωριάζει κι οι ψυχές μας σαγηνεύονται από το άφατο φώς της Ανάστασης - «νύν πάντα πεπλήρωται φωτός, ουρανός τε και γη και τα καταχθόνια». Τη νύχτα της Ανάστασης προσφέρεται στον άνθρωπο μια πρόγευση τών εσχάτων προσφέρεται ή δυνατότητα εισόδου στο βασίλειο της δόξης, στη Βασιλεία τού Θεού. Ή γλώσσα αυτού έδώ τού κόσμου δεν έχει λέξεις για να εκφράσει την αποκάλυψη πού συντελείται τη   νύχτα της Ανάστασης, και την αμόλυντη χαρά της. Πάσχα σημαίνει αιώνια ζωή, ζωή εν Χριστώ, κοινωνία μαζί Του- σημαίνει αλήθεια, ειρήνη και χαρά εν Πνεύματα Αγίω. “Χαίρετε!”, αυτή ήταν ή πρώτη πρώτη λέξη πού είπε ό αναστημένος Κύριος στις μυροφόρες (Ματθ. 28, 9). Κι όταν αντάμωσε με τούς Αποστόλους, τα πρώτα Του λόγια ήταν: “ειρήνη υμίν” (Λουκ. 24,36)».

Πρέπει με έμφαση να τονίσω πώς αυτά τά λόγια του Μπουλγκάκωφ δεν είναι λόγια παιδιού, λόγια κάποιου ανόητου πού δεν έχει ακόμα υψωθεί στο επίπεδο της αμφισβήτησης και των «αντικειμενικών αποδείξεων». Είναι λόγια κάποιου πού μιλά όταν όλες οι ερωτήσεις έχουν πλέον τεθεί, όταν όλες οι αποδείξεις έχουν πλέον δοθεί. Κι αυτό δεν είναι ή «απόδειξη» της αλήθειας τού Πάσχα, άλλα το φως, ή δύναμη και ή νίκη της πασχαλιάς πανηγύρεως μέσα στον άνθρωπο.

Γι’ αυτό και τη νύχτα αυτή, τη φεγγοβόλο και χαρμόσυνη, δεν υπάρχει τίποτα για να αποδείξουμε. Απ’ όλη τη «μωρία» αυτής της χαράς και της επίγνωσης, το μόνο που μπορούμε να φανερώσουμε σε ολόκληρο τον κόσμο -στους έγγϋς και τούς απώτερους- είναι μονάχα μία φράση: «Χριστός ανέστη! Αληθώς ανέστη ό Κύριος!».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου