Κυριακή 12 Ιανουαρίου 2014

ΟΙ ΜΟΝΑΧΟΙ ΩΣ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ

ΟΙ ΜΟΝΑΧΟΙ ΩΣ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ



   
Ἡ ὕπαρξη τῆς Ἐκκλησίας στόν κόσμο εἶναι ἡ καινούργια ζωή πού ἔφερε ὁ Χριστός στούς ἀνθρώπους. Εἶναι ὁ τόπος ἀπ΄ ὅπου ἐξαγγέλεται ὁ ζωντανός λόγος τοῦ Θεοῦ και γνωρίζεται ὁ ἀληθινός Τριαδικός Θεός καί ταυτόχρονα χαρίζεται ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ἀφανίζεται ὁ παλαιός φθαρμένος ἀπό τήν ἁμαρτία ἄνθρωπος καί φανεροῦται ὁ ἐν Χριστῷ ἀνακαινισμένος καί μεταμορφωμένος νέος Ἀδάμ.




Ὁ Χριστός ἐρχόμενος στόν κόσμο εἶπε: "Πῦρ ἦλθον βαλεῖν ἐπί τήν γῆν καί τί θέλω εἰ ἤδηἀνήφθη;" καί "Μή νομίσητε ὅτι ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην ἐπί τήν γῆν· οὐκ ἦλθον βαλεῖν εἰρήνηνἀλλά μάχαιραν". Ἡ διδαχή λοιπόν τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἕνα πῦρ κατερχόμενο ἀπό τόν οὐρανό πάνω στή γῆ καί σκοπό ἔχει νά καταργήση κάθε ἐναντιότητα, πού στοχεύει στήν ζωή καί προκοπή τοῦ ἀνθρώπου καί τήν ἀληθινή σχέση του μέ τόν Θεό δημιουργό του. Ἦλθε νά φέρη διχασμό καί πολεμική μεταξύ τῶν πιστευόντων εἰς τούς λόγους Του καί τῶν ἀπιστούντων καί πολεμούντων Αὐτόν.
Ὁ Χριστός εἶναι ἡ Ἐκκλησία, διά τῆς ὁποίας παρατείνεται καί μορφοῦται ἡ ζωή του στήν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων. Ἡ Ἐκκλησία ἦταν φυσικό, ὡς νέα καί ἀληθής κοινωνία, νά ἔλθη σέ ἀντίθεση μέ τήν κοσμική κοινωνία, ἡ ὁποία ἐμφορεῖτο ἀπό τήν ἐξουσιαστική καί βίαιη σκληρότητα τοῦ ἄρχοντος τοῦ αἰῶνος τούτου καί νά δημιουργήση ἐκ τῶν πραγμάτων ἀναπόφευκτη ἀντιπαλότητα. Ἡ Ἐκκλησία διακηρύσσει ἕνα κόσμο πού θά ἔλθη καί ἡ ἀληθινή ζωή της δέν ἐξαντλεῖται στά ὅρια τοῦ παρόντος αἰῶνος οὔτε μπορεῖ νά ἀποδεχθῆ τήν τάξη τοῦ αἰῶνος τούτου, οὔτε τήν αἰωνιότητα τοῦ κόσμου τούτου. Ἐνῶ ὁ κόσμος, πού δέν ἔχει μεταμορφωθῆ σέ Ἐκκλησία, δέν θέλει νά παρέλθη ὁ παρών αἰών καί αὐτή ἡ ἐμμονή του νά καταστήση τόν παρόντα αἰῶνα τήν μόνη ἐπιδίωξη τοῦ ἀνθρώπου, καθιστᾶ τήν Ἐκκλησία μέσα στόν κόσμο ἀναπόφευκτα ἐπαναστατική.
Ὁ π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ βλέπει στίς δομές τῆς Ρωμαϊκῆς κυριαρχίας μιά Ρώμη νά ἀναπτύσση μιά αὐτοσυνειδησία μέ ἔντονες ἀξιώσεις ἐσχατολογίας καί ἐθεωρεῖτο ἡ αὐτοκρατορία ὡς ἡ τελική καί τελειώτερη φάση τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας. Εἶχε ταυτόχρονα φρόνημα πολιτικό καί μεταφυσικό καί κατά συνέπεια ἀξίωνε ἀπόλυτη κυριότητα πάνω στόν ἄνθρωπο.
Οἱ Χριστιανοί δέν εἶχαν δυσκολία νά ἀναγνωρίσουν τήν ὕπαρξη τῆς Πολιτικής ἐξουσίας χάριν τῆς ἁρμονικῆς εὐταξίας τῶν ἀνθρώπων. Ἐξ ἄλλου ὁ Ἁπόστολος Παῦλος εἶχε διατυπώσει ἀκόμη καί μέσα ἀπό τήν ἐμπειρία τῶν σκληρῶν διωγμῶν τήν ἐκ Θεοῦ προέλευση τῆς κοσμικῆς Ἐξουσίας καί κατά συνέπειαν τήν ἀποδοχή της ἐκ μέρους τῶν Χριστιανῶν. Τό πρόβλημά τους ἦταν ἡ δυσκολία "νά ἀποδεχθοῦν ἄλλον Κύριο καί ἡ ἀφροσύνη νά ἐκχωρήσουν σέ ἄλλη βασιλεία, τήν ἐσχατολογική προσδοκία τους". Παρ΄ ὅλο πού δέν ἀπομακρύνονται ἀπό τήν ἱστορία καί τόν κόσμο, ἔνοιωθαν ἔντονα ὅτι ἦσαν πολίτες ἄλλης πόλεως. 
Ζοῦσαν ταυτοχρόνως σέ δύο ἐπίπεδα, τό χρονικό καί τό αἰώνιο. Ἀπό αὐτή τήν ἀντίθεση, τῶν ἡγετῶν τῆς Ρώμης νά λατρεύονται ὡς θεοί καί τῶν Χριστιανῶν νά ἐμμένουν στήν λατρεία τοῦ Τριαδικοῦ καί ἐν Χριστῶ φανερωθέντος στόν κόσμο ἀληθινοῦ Θεοῦ, ἐξεπήγασαν τά μαρτύρια τοῦ αἵματος τῶν χριστιανῶν τῶν τριῶν πρώτων αἰώνων πού εἶναι ἤδη γνωστά ἀπό τούς ἀποστολικούς χρόνους. Ὁ εἰρηνικός ἐπαναστατικός βίος τῶν χριστιανῶν καί ἡ ἄρνησή τους νά ὑπακούσουν στίς ἀξιώσεις τῆς ἐξουσίας καί νά ἐμμείνουν στήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ ἔπνιξαν στό αἶμα τήν ζωή τῶν πιστῶν ὅπου τελικός νικητής ἦταν ἡ Ἐκκλησία, γιατί ὁ ἀγώνας της ἦταν δίκαιος. Καί ἐπειδή ὁ Κύριος "δικαιοσύνας ἠγάπησεν" τόν δίκαιο ἀγῶνα τῶν πιό ἀγαπητῶν τέκνων του, πού μέχρι θυσίας τῆς ζωῆς τους τόν ἀγάπησαν, ἐδικαίωσε καί ἐστερέωσε ἐπάνω στήν ὁμολογία τους τήν Ἐκκλησία Του σάν σέ πέτρα ἀσάλευτη. Ἡ ὀρθοδοξία ἔκτοτε ὀνομάζεται μαρτυρική, γιατί ζοῦσε μέ ἐνθουσιασμό τόν παλμό τῶν μαρτύρων καί καλοῦσε τόν λαό νά μνημονεύη τούς μάρτυρας, γιά νά ἀξιωθοῦν νά γίνουν "κοινωνοί τῆς ἀθλήσεως αὐτῶν".
Ὅταν κατέπαυσαν οἱ διωγμοί, τό μαρτύριο τοῦ αἵματος τό διεδέχθη τό λεγόμενο μαρτύριο τῆς συνειδήσεως. Τόν τέταρτο αἰῶνα, ὅταν πλέον δημιουργήθηκαν συνθῆκες ἐλεύθερης λατρείας τῶν Χριστιανῶν, παρατηρεῖται ὁμαδική ἔξοδος μοναστικῶν κοινοτήτων στήν ἔρημο. Ψυχές, φλεγόμενες ἀπό σφοδρή ἀγάπη γιά τήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἐστρέφοντο ἀποκλειστικά πρός τήν ἀσκητική ζωή. Τό γεγονός αὐτό ἔχει ἕνα εἰδικό ἱστορικό βάρος. Δέν ἦταν ὅπως λένε πολλοί ἁπλῶς μιά μόνωση γιά προσωπική τελείωση, οὔτε ἀσφαλῶς ἕνα ἀνώτερο πεδίο τελειότητος προορισμένο γιά λίγους ἀνθρώπους. Ἦταν μιά προσπάθεια νά διατηρηθῆ τό ἰδεῶδες φρόνημα τῶν Χριστιανῶν τῶν τριῶν πρώτων αἰώνων, δημιουργῶντας μιά ἀληθινή χριστιανική κοινωνία ἔξω ἀπό τίς συμβατικότητες καί τά δεσμά πού δημιούργησε ὁ ἐναγκαλισμός τῆς κοσμικῆς Ἐξουσίας μέ τήν Ἐκκλησία.
Τό ἰδεῶδες τοῦ μοναχισμοῦ ἦταν ἡ ὑπενθύμιση καί ἐκπλήρωση τοῦ κοινοῦ χρέους ὅλων τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως αὐτό προσδιορίζεται ἀπό τίς ὑποσχέσεις πού δίνονται ἀπό τό βάπτισμα. Στούς πιστούς αὐτό τό χρέος ἀτονοῦσε μέσα στό κλίμα τοῦ ἐφησυχασμοῦ καί τῆς ἐπισημοποιήσεως τοῦ Χριστιανισμοῦ, πού ἀκολούθησε τό τέλος τῶν διωγμῶν. Καθώς λέγει ἕνας μελετητής τῶν ἀρχῶν τοῦ μοναχισμοῦ "τό παράδοξο δέν ἦταν ἡ μοναστική ζωή πού ἦταν κάτι καινούργιο στά τέλη τοῦ τρίτου καί ἀρχές τοῦ τετάρτου αἰῶνα, ἀλλά μᾶλλον ἡ ἐκκοσμικευμένη ζωή πού ζοῦσε τό πλῆθος τῶν Χριστιανῶν στά χρόνια πού σταμάτησαν οἱ διωγμοί. Οἱ μοναχοί στήν πραγματικότητα δέν ἔκαναν τίποτε ἄλλο, παρά νά διατηροῦν ἀμείωτο τό ἐνδιαφέρον, μέσα στίς μεταβληθεῖσες συνθῆκες, γιά τό ἰδεῶδες τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. ὅπως στήν εἰδωλολατρική αὐτοκρατορία ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία ἦταν ἕνα εἶδος ἀντιστασιακῆς κινήσεως, ὁ μοναχισμός ἦταν διαρκής ἀντιστασιακή κίνηση μέσα στήν χριστιανική κοινωνία". 
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος σέ κάποιο λόγο του εὐχόταν νά μή χρειαζόταν ἡ ὕπαρξη τοῦ μοναχισμοῦ ἄν μεταμορφωνόταν ὁλόκληρη ἡ κοινωνική ζωή σύμφωνα μέ τίς ἀρχές τοῦ Εὐαγγελίου. 

Ἡ φλόγα τῆς σφοδρῆς ἀγάπης πού ἔκανε τούς μάρτυρες νά θυσιάζωνται γιά τόν Χριστό, συνέχισε στίς καρδιές τῶν μοναχῶν οἱ ὁποῖοι ἐβάδιζαν "τῇ τοῦ Πρωτομάρτυρος Χριστοῦ στρατείᾳ", "θανατούμενοι ὅλην τήν ἡμέραν καί λογιζόμενοι ὡς πρόβατα σφαγῆς" καί ἀντιμετωπίζοντες ὄχι πλεόν τά ὄργανα τοῦ διαβόλου ἀλλά αὐτόν τόν ἴδιο. 

Ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ λέγει: "ὅ,τι οἱ μάρτυρες ἔπραττον κατά τήν νύκτα ἐκείνη πού ἐπληροφοροῦντο ὅτι θά μαρτυρήσουν, δηλαδή νηστεία ἀφ΄ ἑσπέρας, ἀγρυπνία, δοξολογία Θεοῦ καί ἐν ἀγαλλιάσει προσδοκῶντας τήν μεγάλη ὥρα τῆς συναντήσεως μετά τοῦ νυφίου Χριστοῦ, ὡς οἱ πέντε φρόνιμες παρθένες, αὐτό καί οἱ μοναχοί "οἱ τήν ἀόρατον μαρτυρίαν κληθέντες" κάθε μέρα καί νύχτα ἐπιτελοῦσαν, περιμένοντες τήν μεγάλη ἡμέρα τῆς ἐξόδου τους".

Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος στό βίο τοῦ Μ. Ἀντωνίου γράφει: "Μετά ταῦτα κατέλαβε τήν Ἐκκλησίαν ὁ κατά Μαξιμῖνον τό τηνικαῦτα γενόμενος διωγμός· καί τῶν ἁγίων μαρτύρων ἀγομένων εἰς τήν Ἀλεξάνδρειαν, ἠκολούθησε καί αὐτός (ὁ Ἀντώνιος) ἀφείς τό μοναστήριον λέγων· ἀπέλθωμεν καί ἡμεῖς ἵνα ἀγωνιζόμεθα κληθέντες ἤ θεωρήσωμεν τοῦς ἀγωνιζομένους. Καί πόθον μέν εἶχε μαρτυρῆσαι· παραδοῦναι δέ μή θέλων ἑαυτόν ὑπηρέτει τοῖς ὁμολογηταῖς ἐν τε τοῖς μετάλλοις καί ἐν ταῖς φυλακαῖς... ηὔχετο γάρ καί αὐτός μαρτυρῆσαι, καθά προεῖπον. Αὐτός μέν λυπουμένῳ ἐώκει (=φαινόταν νά λυπᾶται), ὅτι μή μεμαρτύρηκεν, ὁ δέ Κύριος ἦν αὐτόν φυλάττων εἰς τήν ἡμῶν καί τήν ἑτέρων ὠφέλειαν ἵνα καί ἐν τῇ ἀσκήσει, ἥνἐκ τῶν γραφῶν μεμάθηκε, πολλοῖς διδάσκαλος γένηται... ἐπειδή δέ ὁ διωγμός ἐπαύσατο ἀπεδήμησε, καί πάλιν εἰς μοναστήριον ἀνεχώρει καί ἦν ἐκεῖ καθ΄ ἡμέραν μαρτυρῶν τῇ συνειδήσει καί ἀγωνιζόμενος τοῖς τῆς πίστεως ἄθλοις".
Στό παραπάνω κείμενο βλέπομε τόν Καθηγητή τῆς Ἐρήμου νά φλέγεται ἀπό ἐπιθυμία γιά τό μαρτύριο τῆς συνειδήσεως ἐξ ἴσου μέ τόν πόθο νά μαρτυρήση "τῷ αἵματι". Γιατί τό ἕνα στηρίζεται στό ἄλλο. ὅταν διέρχεται διά μέσου τῶν ὀδυνῶν τῆς ἀσκήσεως ἡ γνώση καί ἐμπειρία τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, γεννᾶται αὐτομάτως ἡ νικηφόρος ἀνδρεία, πού ὁδηγεῖ τήν ψυχή στήν θυσία διά τοῦ μαρτυρίου, μέ τήν προϋπόθεση νά εἶναι θέλημα Θεοῦ, χωρίς νά ἐκβιάση μέ πρόκληση καί αὐθάδεια τά πράγματα. Καί ἐφ΄ ὅσον ὁ Θεός δέν θέλησε νά ἐντάξη τόν Μ. Ἀντώνιο στή χορεία τῶν μαρτύρων, ἐπανῆλθε στήν ἔρημο "μαρτυρῶν καθ΄ ἡμέραν τῇ συνειδήσει καί ἀγωνιζόμενος τοῖς τῆς πίστεως ἄθλοις". ἄφησε ἑπομένως στίς μετέπειτα γενεές τῶν μοναχῶν τήν μαρτυρία ὅτι οἱ μοναχοί βιώνουν ἀδιάλειπτα τήν συμμετοχή στό θάνατο τοῦ Χριστοῦ καί στά βασανιστήρια τῶν ἀθλητῶν τῆς πίστεως μέ ὄργανα τοῦ μαρτυρίου τους τήν ἄσκηση, τήν ὑπακοή, τά ποικίλα παλαίσματα, τήν ἔμπρακτη ταπείνωση καί τήν θυσιαστική ἀγάπη, μέσα στήν ἰσόβιο παλαίστρα πού εἶναι τό κελλί, περιμένοντες τόν φυσικό θάνατο σάν μετάθεση ἀγαθῆς ζωῆς, νεκροί ὡς πρός τόν κόσμο, "μνῆμα πρό μνήματος καί παλαίστραν τόν τόπον τοῦ μοναστηρίου ἔχοντες", κατά τόν ἅγιοἸωάννη τόν Σιναῒτη.

Ὁ ἅγιος Παχώμιος, ὅταν τόν παρεκάλεσε ἕνας μοναχός νά προσευχηθῆ γιά νά μαρτυρήση, βλέποντας μέ τό προφητικό του μάτι τό ἄκαιρον τῆς αἰτήσεως καί τοῦ ἐγχειρήματος, τοῦ ἀπάντησε: "Ὑπόμεινον τόν ἀγῶνα τοῦ μοναχοῦ γενναίως καί ἀμώμως ἀδελφέ... καί ἕξεις ἐν οὐρανοῖς τήν μετά μαρτύρων κοινωνίαν".
Πολλοί ἄλλοι Πατέρες θεωροῦσαν ὡς ἀληθινά ἀναίμακτο μαρτύριο τήν ἐπίμονη καί ὑπομονετική ἄσκηση. Ὁ ἅγιος Μακάριος λέγει ὅτι οἱ μοναχοί μοιάζουν "ὡς ἄνθρωποι βαστάζοντες εἰς χεῖρας αὐτῶν τό αἶμα αὐτῶν". Ὁ ἅγιος Διάδοχος Φωτικῆς γράφει γιά τούς ἀγωνιστές τῆς εὐσεβείας, δηλαδή τούς ἀσκητές, τά ἑξῆς: "Δεῖ οὖν εὐχαριστοῦντας ὑπομένειν τήν βουλήν τοῦ Κυρίου· τότε γάρ εἰς λόγον δευτέρου μαρτυρίου, τό τε συνεχές τῶν νόσων καί ἡ πρός τούς δαιμονιώδεις λογισμούς μάχη λογίζεσθαι... Καί διά τοῦτο ἐχρῆν μετά ἀσφαλείας καί ὑπομονῆς τό μαρτύριον τῆς συνειδήσεως ἡμῶν κατεργάζεσθαι ἐνώπιον Θεοῦ". Ὁ δέ ἅγιος Νεῖλος, ὁ μαθητής τοῦ Χρυσοστόμου, γράφει πρός τούς μοναχούς: νά ἀσκοῦν τήν ὑπομονή αὐτή μέ τήν ὁποία ἀσκοῦντο οἱ μάρτυρες "ἐπειδή τό τῆς συνειδήσεως μαρτύριον καί ἡμεῖςἀπαιτούμεθα". Ἀλλοῦ δέ ὀνομάζει τήν ἀσκητική μοναχική ζωή "στάδιον τῆς νοερᾶςὁμολογίας καί ἑτοιμασίαν πρό τόν ὑπέρ Χριστοῦ θάνατον".

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ἐκφράζεται παρομοίως μέ τούς ἄλλους Πατέρας, μέ μιά χαρακτηριστική διατύπωση περί μοναχισμοῦ ὡς μαρτυρίου: "Τιμήσωμεν... τούς Ἀποστόλους... τούς Μάρτυρας... καί τούς Ὁσίους Πατέρας ἡμῶν τούς θεοφόρους ἀσκητάς, τούς τό χρονιώτερον καί ἐπιπονώτερον μαρτύριον τῆς συνειδήσεως διαθλήσαντας. Τούτων πάντων ἀναθεωροῦντες τήν πολιτείαν ζηλώσωμεν τήν πίστιν, τήν ἀγάπην, τήν ἐλπίδα, τόν ζῆλον, τόν βίον, τήν καρτερίαν τῶν παθημάτων, τήν ὑπομονήν μέχρις αἵματος, ἵνα καί τῶν τῆς δόξης στεφάνων αὐτοῖς κοινωνήσωμεν". Παρατηρεῖ ὅτι τό μαρτύριο τῆς συνειδήσεως ὡς "χρονιώτερον καί ἐπιπονώτερον" εἶναι δυσκολώτερο ἀπό τό μαρτύριο τοῦ αἵματος, γιατί περιλαμβάνει ὅλο τόν ἐπίγειο βίο τῶν μοναχῶν.

Ὁ ἄγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης γράφει τά ἑξῆς: "Στῶμεν ἀδελφοί πρός τό κατά συνείδησιν διηνεκές μαρτύριον... τοῖς δάκρυσι, τῇ προσευχῇ, τῇ δεήσει, τῇ κατανύξει, τοῖς ἄλλοις ὑποπιασμοῖς τοῦ σώματος". Ὁ δέ ἀββᾶς Βαρσανούφιος λέγει: "τό ἀφῆσαι τό ἴδιον θέλημα, αἱματοχυσία ἐστί".
Αὐτή ἡ μαρτυρική ζωή πού ὑφίστανται οἱ μοναχοί στήν ἐξάσκηση τῆς ἐπί γῆς ἀποστολῆς τους ἀσφαλῶς δέν σημαίνει αὐτό πού συνήθως ἐννοοῦμε σήμερα, ὅτι δηλαδή ὁ μοναχός ἄγχεται καί ἀγωνιᾶ καί βασανίζεται. Εἶναι μιά ἑκούσια σύνθλιψη διά τῆς ὁποίας οἱ Πατέρες στοχεύουν στή βεβαιότητα τῆς σχέσεως μετά τοῦ Χριστοῦ τοῦ Πρωτομάρτυρος, τόν ὁποῖον "ἠγάπησαν" καί χάριν αὐτοῦ "ἐξέλεξαν ὁδούς σκληράς" μιμούμενοι τήν ἀγάπη Του πού τήν ἐσφράγισε μέ τήν ἐπί τοῦ σταυροῦ θυσία Του χάριν ἡμῶν. Δέν εἶναι μιά παθητική μοιρολατρεία. Ἀντίθετα εἶναι ἕνα ἀπόκτημα τελείας ἀγάπης, μιά δωρεά ἀλήκτου χαρᾶς, πού δέν ἀφήνει τόν ἐραστή τοῦ Θεοῦ νά "φεισθῆ ἑαυτοῦ εἰς τέλος". Δέν σημαίνει μόνο νά "ψωμίσω πάντα τά ὑπάρχοντά μου καί παραδῶ τό σῶμα μου ἵνα καυθήσωμαι", ἀλλά νά ἀποταχθῶ "πᾶσιν τοῖς ἑμαυτοῦ ὑπάρχουσιν" καί κυρίως ἀπό τό φρόνημα τῆς ἐγωϊστικῆς μονώσεως, πού προκαλεῖ τόν χωρισμό ἀπό τόν Θεό καί τούς ἀνθρώπους. Ἀγαπᾶ ὁ Κύριος τίς καρδιές ἐκεῖνες πού ἀκολουθοῦν τό "ἀρνίον ὅπου καί ἄν ὑπάγη" καί ἐπιθυμεῖ οἱ γνήσιοι ὁπαδοί του νά εὐρίσκονται στήν πορεία πρός τήν αὐτοεξουθένωση, ὥστε ἀπό τήν μηδενική αὐτή ἀρχή νά ἀναδημιουργήση τό Πνεῦμα τό ἅγιο τόν νέο ἐν Χριστῷ θεωμένο ἄνθρωπο. "Καρδίας θλιβείσης ἐξεπήδησαν ὕδατα", λέγει ὁ ἅγιος Κάλλιστος, πού σημαίνει δίδει αἶμα καί λαμβάνει Πνεῦμα, ὁ γνωστικός μοναχός.
Ὁ ἅγιος Πέτρος ὁ Δαμασκηνός παρομοιάζει τούς ἀγῶνες τῶν Πατέρων μέ τούς ἀγῶνες τῶν Ἀποστόλων καί Μαρτύρων λέγοντας: "Οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι καί Μάρτυρες οὐκ ἔμαθον τήν θεογνωσίαν καί τήν σοφίαν ἐξ ἀκοῆς ὡς ἡμεῖς, ἀλλ΄ αἵματος ἔδωκαν καί ἔλαβον Πνεῦμα κατά τό λεγόμενον ὑπό τῶν Γερόντων· δός αἶμα καί λάβε Πνεῦμα. Διά τοῦτο καί οἱ Πατέρες ἀντί μαρτυρίου αἰσθητοῦ κατά συνείδησιν ἐμαρτύρησαν, ἔχοντες ἀντί θανάτου σωματικοῦ τόν κατά προαίρεσιν, ἵνα νικήση ὁ νοῦς τά σαρκικά θελήματα καί βασιλεύση ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν".
Ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου τρεῖς πραγματικότητες μπορεῖ νά βιώση. Τήν παρά φύσιν ζωή, δηλαδή τήν πλάνη, τήν ζωή τῶν παθῶν, τήν κατά φύσιν, δηλαδή τήν ζωή τῶν αἰσθήσεων, καί τήν ὑπέρ φύσιν, δηλαδή τή ζωή τοῦ Πνεύματος. Κατά τόν ἅγιο Μάξιμο ὅποια ἀπό τίς τρεῖς καταστάσεις ζῆ κάθε φορά, ἀπέχει ἀπό τίς δύο ἄλλες. Γιά νά εἰσέλθη δέ στή ζωή τοῦ Πνεύματος εἶναι ἀνάγκη νά ὐπερβῆ τή ζωή τῶν παθῶν καί τῶν αἰσθήσεων. Αὐτή ὅμως ἡ μετάβαση ἀπό τή ζωή τῶν παθῶν καί τῶν αἰσθήσεων δέν εἶναι εὔκολο ἐγχείρημα. Προϋποθέτει γενναῖες ψυχές καί ἀποφασισμένες νά πολεμήσουν πρός τίς ἀόρατες δυνάμεις, οἱ ὁποῖες μέ ἀπάνθρωπη σκληρότητα ἀγωνίζονται νά κρατήσουν τόν ἄνθρωπο μακρυά ἀπό τήν ζωή τοῦ Πνεύματος. "ὅπου τό Πνεῦμα τό ἅγιον, ἐκεῖ ἀκολουθεῖ, οἶον σκιά, ὀ διωγμός καί ἡ πάλη" ἀναφέρει ὁ ἅγιος Μακάριος. Τά ὅπλα τοῦ Πνεύματος πού χρησιμοποιεῖ ὁ Μοναχός, κυρίως ἡ προσευχή, ὅσο κακό καί ζημιά κάνουν στά δαιμόνια, τόσο τά ἐρεθίζουν καί τά ξεσηκώνουν σέ πολεμική καί ἀντίθεση, ὥστε νά συμμαχοῦν καί νά συνασπίζoνται πολλά μαζί γιά νά μεταβάλουν τή διάθεση τοῦ ἀγωνιστῆ καί νά καταργήσουν τήν ἀποτελεσματικότητα τῶν ὅπλων του. ἔτσι καθιστοῦν αὐτόν πού δέ θέλει νά τούς ὑπακούση ἕνα ἐφ΄ ὅρου ζωῆς μάρτυρα πού εἶναι ἀποφασισμένος, προκειμένου νά ἀρνηθῆ καί προδώση τόν ἀγαπώμενο, νά δέχεται ὁποιοδήποτε πλῆγμα ἐφεύρει ἡ πονηρή διάνοιά του καί παραχωρήση ἡ ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ. ἕνας δαίμων εἶναι ἀρκετός νά ὀδηγήση ὁλόκληρη πόλη στά θελήματά τους, χιλιάδες δαίμονες ὅμως χρειάζονται γιά νά ἐξουδετερώσουν τό φρόνημα τοῦ προσευχομένου καί ἀγωνιζομένου μοναχοῦ, ἀναφέρει κάποιος ἅγιος. Ἐπειδή εἶχαν γνώση οἱ Πατέρες ὅτι ἡ πάλη δέν εἶναι "πρός αἶμα καί σάρκα, ἀλλά πρός τάς ἀρχάς, πρός τάς ἐξουσίας, πρός τούς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρός τά πνευματικά τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις", γιαὐτό τήν ἀνύστακτη καί ἐπίμονη πολεμική τους τήν ἀντιμετώπιζαν μέ τήν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ, κυρίως τήν ἀνύστακτη προσευχή, "προσευχόμενοι ἐν παντί καιρῷ ἐν Πνεύματι" κατά τόν Ἀπόστολο Παῦλο, μέ τήν νήψη καί προσοχή ὥστε νά μήν κατηγοροῦν κατηγοροῦν τούς ἄλλους γιά τά σφάλματά τους καί νά μή ἐπιδιώκουν νά περνοῦν τά θελήματά τους, πράξη ἀπ΄ ὅπου, κατά τόν ἀββᾶ Βαρσανούφιο, ὁδηγοῦνται στήν αὐτομεψία, τήν μετάνοια καί τά δάκρυα. Ἡ ταπεινοφροσύνη τέλος, ὁ καρπός ὅλων τῶν ἀνωτέρω ἐνεργειῶν, γίνεται τό πιό ἀποτελεσματικό ὅπλο μέ τό ὁποῖο ἐξουδετερώνεται πᾶσα ἡ δύναμις τοῦ ἐχθροῦ. Μέ τούς κόπους καί τούς ἱδρῶτες, πολλές φορές καί μέ τά αἵματά τους ἐφώναζαν τήν φωνή τοῦ Προφήτη Ἰωήλ: "Ἁγιάσωμεν τοιοῦτον πόλεμον καί ἄς ἐγερθῶμεν ὡς οἱ μαχηταί τοῦ Θεοῦ, πρός Αὐτόν ἀναβαίνοντες πάντες, ὡς ἄνδρες πολεμισταί".
Ἡ Ἐκκλησία μας ἐντάσσει στή χορεία τῶν Ἁγίων Πατέρων καί τίς γυναικεῖες ψυχές, οἱ ὁποῖες ξεπερνῶντας τό γυναικεῖο φρόνημα, ἀκολουθοῦν τό μοναστικό μαρτύριο μέ ἐξ ἴσου ἔμπονη ἀναγωγή πρός τόν Θεό, ἀγάπη καί πόθο γιά τήν ἄσκηση ἕως θανάτου, καθιστῶντας γνωστά τά μυστήρια τοῦ Θεοῦ καί στή δική τους φύση, ὅπως καί οἱ Πατέρες. ἕτσι οἱ ἀββᾶδες καί οἱ ἀμμᾶδες στήν ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καθίστανται οἱ καθοδηγητές τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, ὄχι μόνο ἐκ τῆς σπουδῆς καί τῆς μαθήσεως, ἀλλά κυρίως ἐκ τῶν παθημάτων τους. Μέ τή ζωή τους καί μέ τήν διά πολλῶν ἀγωνισμάτων κραυγή τους: Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ Υἱέ τοῦ Θεοῦ ἐλέησόν με, φανέρωσαν τήν ἀγωνία τοῦ πεπτωκότος ἀνθρώπου γιά σωτηρία καί λύτρωση καί τήν ἐμπειρία τῆς θείας κοινωνίας καί φωτοχυσίας. Ἀπέκτησαν τόν θρίαμβο τῶν Ἁγίων καί ἔγιναν ἀπλανεῖς διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας διά τῶν ὁποίων ἡ Ἐκκλησία ζῆ τήν παραδεδομένη ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ π. Σωφρόνιος λέγει ὅτι ὅταν δέν ὑπάρχει διωγμός "τήν θέσιν τοῦ μαρτυρίου λαμβάνει ὁ μοναχισμός". Ὁ κάθε ἀληθινός μοναχός ἐπιθυμεῖ τό μαρτύριο γιατί μέσα του μαρτυρεῖται ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ζωή τοῦ Μοναχοῦ εἶναι ἀπόλυτα ἀφιερωμένη καί δοσμένη στόν Σωτῆρα Χριστό. Καί ὅπως Ἐκεῖνος ἔδωσε τόν ἑαυτό Του γιά μᾶς, γιά τή σωτηρία μας καί θέλει νά γίνεται καθ΄ ἡμέραν ἄνθρωπος ἀπό ἀγάπη σ΄ ἐμᾶς, κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν θεολόγο, ἔτσι τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ κατασκευάζει τόν ἀληθινό Μοναχό καί Χριστιανό νά θέλη νά προσφέρεται καθ΄ ἡμέραν στόν Θεό μέ τόν πιό τέλειο τρόπο ἀγάπης πού εἶναιἡ θυσία καί νά ἀναδύεται κάθε στιγμή ἡ κατ΄ εἰκόνα Θεοῦ ἐρριζωμένη ἔφεση τοῦ ἀνθρώπου, νά γίνεται ὅμοιος μέ τόν Θεό καί θεός κατά χάριν.
Ὅταν ὁ διωγμός τοῦ αἵματος δέν ὑφίσταται στήν Ἐκκλησία διεξάγεται ἡ πάλη κυριαρχίας τῶν δυνατοτέρων ἐπί τῶν ἀσθενε-στέρων. Συνήθως οἱ ἄνθρωποι πού στεροῦνται τῆς γνησίας χριστιανικῆς ζωῆς, τῆς δυνατότητος δηλαδή νά προσλάβουν τόν Χριστό "καθώς ἐστι" ἀκόμη καί ῾ὅταν στεροῦνται καί αὐτῆς τῆς μέσης διανοητικῆς ἱκανότητας νά διεισδύσουν στά μυστήρια τῆς ζωῆς, γίνονται ἀναπόφευκτα μικροί τυρρανίσκοι.Ἀποδεχόμενοι τήν "ἰδίαν ἀντίληψιν" σάν τήν "ἐσχάτην τελειότητα" μάχονται νά τήν ἐπιβάλουν πάνω σ΄ ὅλη τήν δομή τῆς Ἐκκλησίας. Συσχηματίζονται μέ τούς ἄρχοντες τοῦς αἰῶνος τούτου, χρησιμοποιοῦν τά πορίσματα τῶν στείρων σκέψεών τους ὡς μέσα διοικήσεως τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, ἀπορρίπτουν τήν τελειότητα τῆς εὐαγγελικῆς ἐμπειρίας καί μάχονται πολλές φορές κατ΄ αὐτῆς καί τῶν ἐκφραστῶν της. Ἀπό δῶ οἱ ποικίλες παρεκλίσεις καί αἱρέσεις, οἱ συγκρούσεις καί οἱ διωγμοί, οἰ ἀλλοιώσεις τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας καί οἱ συγκριτισμοί τῶν διαφόρων χριστιανικῶν ὁμολογιῶν καί θρησκειῶν. Δέν διστάζουν ἀκόμη νά "μεταίρουν ὅρια αἰώνια" πού οἱ ἔμπειροι ἅγιοι Ἀπόστολοι καί Πατέρες ἔθεσαν γιά τήν διασφάλιση τῆς ἀλήθειας τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ μοναχισμός πού δέν εἶναι ἐπινόηση ἀνθρώπων ἀλλά ὅπως λέγει ὁ μακαριστός π. Σωφρόνιος "ἀποτελεῖ κατηγορικήν προσταγήν τοῦ πνεύματος ἡμῶν κατόπιν τῆς ἐπαφῆς αὐτοῦ μετά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος", καλεῖται μέσα στούς αἰῶνες καί εἰδικά σήμερα νά προσφέρη τήν μαρτυρία τῆς θλιβείσης ἀπό τούς ἀσκητικούς ἀγῶνες "καρδίας του" κατά τρόπο ἀποκαλυπτικό καί ὁμολογητικό, ἀκόμη καί μαρτυρικό, γιά τήν διάσωση καί διαιώνιση τῆς θείας ζωῆς. Ἡ ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ δέν μαρτυρεῖται μέ ἐπιστημονικές, λογικές ἤ πλειοψηφικές μαρτυρίες, ἀλλά ἀπό μαρτυρίες ἀποκαλυπτικές διά Πνεύματος Ἁγίου καί ἀπό ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι "ὤφθησαν ἐν τῷ τόπῳ τοῦ θεοῦ καί ἔφαγον καί ἔπιον" κατά τόν Προφήτη μετ΄ αὐτοῦ καί οἱ ἄνθρωποι αὐτοί εἶναι συνήθως ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι "κατά τό πλῆθος τῶν ὀδυνῶν αὐτῶν" ἐδέχθησαν τίς παρακλήσεις τοῦ Πνεύματος καί "εὐφράνθη ἡ ψυχή τους"ἀπό τούς γλυκούς καρπούς Του.
Ἡ παρακμή τῆς μοναχικῆς ζωῆς ἐξ αἰτίας τῆς πείσμονος ἐσωτερικής καί ἐξωτερικῆς πολεμικῆς πολλῶν, ἀκόμη καί ἐκκλησιαστικῶν ταγῶν, κατά τούς περασμένους αἰῶνες,ἔφεραν σοβαρό πλῆγμα στό ὀρθόδοξο ἐκκλησιαστικό σῶμα. Στίς ἡμέρες μας φαίνεταιἡ θεωρητικοπρακτική παρέκκλιση ἀπό τά δεδομένα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί Πατέρων καί θά φανῆ περισσότερο ἄν συγκληθῆ ἡ λεγόμενη μεγάλη πανορθόδοξη Σύνοδος. Ἡ μαλθακότητα πού δημιουργήθηκε στά μέλη τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τήν ἔλλειψη ἀσκητικῶν ἀγώνων,ἀπόρροια ἴσως καί τῆς γενικώτερης σύγχρονης ἐποχῆς, κατήργησε τήν ἀμεσότητα τῆς εὐαγγελικῆς ζωῆς, τήν λογικοποίησε καί ἐστέρησε τήν Ἐκκλησία ἀπό τήν "κατ΄ αἴσθησιν καρδίας" παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στίς καρδιές πολλῶν ἡγετῶν της. Ὁπότεἡ διαστροφή τῆς Εὐαγγελικοπατερικῆς παραδόσεως καί ἡ ὑποβάθμιση τῆς ἀξίας τῶν δογμάτων γιά τή διατήρηση τοῦ ἁγνοῦ ὀρθόδοξου ἤθους, παρουσιάζεται ἐμφανῶς στίς σύγχρονες διασκέψεις.
Οἱ Πατέρες δέν ἀπολυτοποιοῦν τίς ἀσκήσεις σάν αὐτοσκοπό στή ζωή τους. Δέν χαρακτηρίζεται σάν ἀληθινός χριστιανικός βίος αὐτός πού βγαίνει μέσα ἀπό ἀσκήσεις χωρίς σκοπό καί στόχο, ἀλλά ἡ συμμόρφωση τοῦ Χριστιανοῦ πρός τόν Χριστό, καί ἡ βίωση τοῦ θεανθρώπινου βίου Του, εἶναι τό χαρακτηριστικό γνώρισμα τοῦ ἀληθινοῦ ἐραστή τοῦ Θεοῦ. Ὁπότε ἡ ἔξοδος στήν ἔρημο δέν συντελεῖται μόνο τοπικῶς. Τό φιλοκαλικό πνεῦμα πού διαιωνίζεται μέσα σ΄ ὅλα τά πλάτη καί μήκη τῆς Ὀρθοδοξίας καθίσταται προσληπτόἀπό ὅλα τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ἀρκεῖ νά ἕπονται "τοῖς Πατράσιν ἡμῶν" σάν ἀληθινά τέκνα τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος θεολόγος λέγει ὅτι: "Πολλοί μέν τόν ἐρημικόν, ἄλλοι δέ τόν μιγάδα, ἤτοι τόν κοινοβιακόν, ἐμακάρισαν βίον, ἕτεροι δέ προῒστασθαι λαοῦ, νουθετεῖν τε καί διδάσκειν καί συνιστᾶν Ἐκκλησίας. Ἐγώ δέ οὐδέτερον τούτων τοῦ ἑτέρου προκρίναιμι οὐδε τόν μέν ἐπαίνου τόν δέ ψόγου ἄξιον εἴποιμι ἄν, ἀλλ΄ ἐν παντί καί ἐν πᾶσιν ἔργοις καί πράξεσιν ὁ διά Θεόν καί κατά Θεόν βίος παμμακάριστος".
Ἡ κοινή χριστιανική σφραγίδα πού χαρακτηρίζει ὅλους καί τούς ἐξισώνει μέ τούς μάρτυρες καί τούς ἀσκητές εἶναι ἡ θεία ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, τήν ὁποία ὁ Θεός "ἐκκέχυται ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν διά Πνεύματος Ἁγίου" καί ἀπό τήν ὁποία κανείς δέν χωρίζεται συμμορφούμενος πρός τόν βίο τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό τό θεῖο πῦρ "εἰσδεξάμενοι" ὁ χορός τῶνἈποστόλων καί Μαρτύρων καί Μοναχῶν ἐνεπνεύσθησαν νά ὑπερβοῦν, κατά τήν "Φιλόθεον Ἱστορίαν", "πάντων τῶν ὁρωμένων καί πάσης ζωῆς ἡδίστης". "Ἐρασθέντες" αὐτοῦ τοῦ θείου κάλλους ὅλοι ἐμεῖς οἱ φιλόθεοι κληρικοί παντός βαθμοῦ καί Χριστιανοί πάσης τάξεως καί ἀφοῦ θεωρήσωμε "αἰσχρόν" νά φανοῦμε ἀχάριστοι "περί τόν εὐεργέτην μας Θεόν" ἄς φυλάξουμε μέχρι θανάτου "τάς πρός τόν Θεόν συνθῆκας".
Αὐτή τήν ἀγάπη ἐγκωμιάζει καί ὁ Χρυσορρήμων Χρυσόστομος λέγοντας τά ἑξῆς: "Ἀγάπης οὐδέν, οὔτε μεῖζον οὔτε ἴσον ἐστίν, οὐδέ αὐτό τό μαρτύριον, ὅ πάντων ἐστί κεφάλαιον τῶν ἀγαθῶν... Ἀγάπη μέν γάρ καί χωρίς μαρτυρίου ποιεῖ μαθητάς τοῦ Χριστοῦ,μαρτύριον χωρίς ἀγάπης οὐκ ἄν ἰσχύσειε τοῦτο ἐργάζεσθαι... ". ἔτσι ἐξουδετερώνεται κάθε δικαιολογία πολλῶν πού λένε ὅτι ἐμεῖς δέν εἴμαστε μοναχοί νά ζοῦμε τέλεια ζωή, πού κατ΄ αὐτόν τόν τρόπο σχετικοποιοῦν τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ καί φθάνουν καί στήν παράβασηἀκόμη. Οἱ ἐντολές τοῦ Χριστοῦ ἔχουν ἀπόλυτο χαρακτῆρα "τουτέστι δέν ὑπάρχουν καί εἶναι ἀδύνατον νά ὑπάρχουν τοιαῦται ἐξωτερικαί συνθῆκαι, ὑπό τάς ὁποίας ἡ παραμονή εἰς τάςἐντολάς τοῦ Θεοῦ νά καθίσταται ἀδύνατος", σύμφωνα μέ τήν γνώμη τοῦ π. Σωφρονίου.Ἡ βιωματική ἔλλειψη πού χαρακτηρίζει πολλούς ἀπό ἐμᾶς, δέν εἶναι ἀδυναμία ἀλλά μᾶλλον σκόπιμη παραίτηση. Ἡ πρός τόν Θεό ἀγάπη γίνεται ἐφικτή ἀνάλογα μέ τό πόσο ἐργαστήκαμε στή ζωή μας τό καθ΄ ἑαυτόν μῖσος. "Εἴ τις ἔρχεται πρός με καί οὐ μισεῖ τόν πατέρα ἑαυτοῦ καί τήν μητέρα καί τήν γυναῖκα καί τά τέκνα καί τούς ἀδελφούς καί τάς ἀδελφάς, ἔτι δέ καί τήνἑαυτοῦ ψυχήν οὐ δυναταί μου μαθητής εἶναι".

Οἱ Μάρτυρες καί οἱ ἀσκητές ἀκολουθοῦν αὐτή τήν ἐντολή κατά γράμμα. Τό αἶμα τοῦ μαρτυρίου ἤ τῆς συνειδήσεως πού χύνουν τό παίρνει ἐπάνω Του ὁ ἴδιος ὁ Θεός ὡς "χιτῶνα σωτηρίου καί χιτῶνα εὐφροσύνης", ὅπως πῆρε τά πανάχραντα αἵματα τῆς Παναγίας πού ἀπό μικρό κοριτσάκι ἀγάπησε σφοδρῶς τόν Θεό, τό ἁγιάζει καί τό καθιστᾶ ἁγιαστική εὐλογία γιάὅλους ἐμᾶς. Τώρα μᾶς καλοῦν αὐτοί ἐν παντί καιρῷ καί τόπῳ νά συμμορφωθοῦμε "τοῖς λόγοις καί τοῖς ἔργοις" τοῦ Χριστοῦ καί τῶν φίλων αὐτοῦ.

Ο Ιβάν Σαββίδης χτίζει Εκκλησία στο Άγιον Όρος

Ο Ιβάν Σαββίδης χτίζει Εκκλησία στο Άγιον Όρος



ΤΟΝ ΕΣΤΕΙΛΕ Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΛΕΝΕ ΟΙ ΑΓΙΟΡΕΙΤΕΣ Ο Ιβάν Σαββίδης χτίζει Εκκλησία στο Άγιον Όρος  Σάββατο, 25 Μαϊου, 2013 | 13:53

Προσωπικότητα δυναμική και επιτυχημένη του Ελληνισμού της διασποράς, πολιτικός ,επιχειρηματίας και προσφάτως αθλητικός παράγοντας (ως μεγαλομέτοχος της ομάδας του ΠΑΟΚ), ο Ιβάν Σαββίδης είναι από τους ανθρώπους που τα τελευταία χρόνια συζητιέται έντονα.

Πέρα όμως από την πολιτική και επιχειρηματική του δράση, αυτό που δεν είναι γνωστό είναι ότι ο Ιβάν Σαββίδης αναλαμβάνει χωρίς τυμπανοκρουσίες το χτίσιμο ιερών ναών στην Ελλάδα και τη Ρωσία.

Υπερήφανος για τη (βαθιά) πίστη του, κρατάει καλά κρυμμένες από τη δημοσιότητα τις προσπάθειές του για την ενίσχυση της Ορθοδοξίας με όποιον τρόπο μπορεί.

Πρόσφατα ο Ιβάν Σαββίδης ανέλαβε το κόστος για το χτίσιμο του ναού του αγίου Νικοδήμου στο Αγιον Ορος, ενώ χρηματοδοτεί τουλάχιστον άλλους δύο ναούς. Για την προσωπικότητά του αλλά και για τα έργα που σιωπηρά επιχειρεί να φέρει εις πέρας μίλησε στη «δημοκρατία» ο π. Θεωνάς από το ιερό κελί Αγίου Γεωργίου Σκουρταίων της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Ορους.

Ο γέροντας π. Θεωνάς διατηρεί επί χρόνια πνευματική σχέση μαζί του και μας αποκαλύπτει όσα ο Ιβάν Σαββίδης δεν θα δημοσιοποιούσε πότε.

Πάτερ Θεωνά, μαθαίνουμε ότι με πρωτοβουλία του Ιβάν Σαββίδη χτίζεται ο ναός του αγίου Νικοδήμου στο Αγιον Ορος. Πώς έχει το γεγονός;

Να πω καταρχάς ότι αυτός ο άνθρωπος, με ευλογία του Θεού και της Παναγίας, ήρθε να μας βοηθήσει εδώ στο ιερό κελί του Αγίου Γεωργίου Σκουρταίων.

Τον κύριο Ιωάννη Σαββίδη ή Ιβάν Σαββίδη τον γνωρίζουμε από το 2007, τότε ήρθε για να προσκυνήσει στο κελί και βρήκε έναν ναό που χτίστηκε το 1970 προς τιμήν του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, γιατί σε αυτό το κελί εκοιμήθη ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης.

Αυτός ο ναός όμως κρίθηκε ακατάλληλος, διότι είχε πρόβλημα στατικό, γιατί είχε χτιστεί με άμμο θαλασσινή, εμείς κάναμε μια μελέτη για να μεγαλώσουμε τον ναό, εκφράσαμε αυτή την επιθυμία στον κ. Σαββίδη και είπε ότι θα μας καλύψει όλο το ποσό.

Να πω ότι με απόφαση του Κέντρου Διαφύλαξης Αγιορειτικής Κληρονομιάς και με απόφαση της μονής ο ναός κατεδαφίστηκε γιατί υπήρχαν προβλήματα στατικότητας. Ετσι, πριν από δύο χρόνια, την 14η Ιουλίου, μπήκαν τα θεμέλια του νέου ναού και ο κ. Σαββίδης ήταν αυτός που έβαλε τον θεμέλιο λίθο, με ευλογία του Οικουμενικού Πατριάρχου.

Ο άγιος Λαγκαδά και ο άγιος Θεουπόλεως ήταν εδώ και κάνανε τον αγιασμό, όπως και ο αντιπρόσωπος της μονής μας, ο οποίος δίνει ψυχή και σώμα γι' αυτόν τον ναό.

Ετσι ο κ. Σαββίδης θεωρείται ο κτήτορας του ναού και έτσι κτίζεται ο ναός όχι μόνο προς τιμήν του αγίου Νικοδήμου αλλά και του γέροντά του, του αγίου Παρθενίου του Σκούρτου.

Σημαντική όμως, όπως μαθαίνουμε, είναι και η προσφορά του κ. Σαββίδη στην Παναγία Σουμελά του Πόντου.

Οταν κάποτε τον ρώτησα «εντάξει, είστε ποντιακής καταγωγής, πώς έτσι με την Παναγία Σουμελά;», μου είπε ότι είχε κάνει ένα ταξίδι με 100 άτομα, με υπαλλήλους που έχει στις εταιρίες στο Ροστόφ, και εκεί αισθάνθηκε την ανάγκη να κάνει κάτι για το μοναστήρι, να ανοίξει το μοναστήρι και να γίνει έπειτα από τόσα χρόνια Θεία Λειτουργία.

Μου είπε ότι όσα ξόδεψε την πρώτη φορά, η Παναγία τού τα έδωσε διπλά και τριπλά. Μετέπειτα, όταν ο Οικουμενικός Πατριάρχης έκανε εκεί την πρώτη Θεία Λειτουργία, ο κ. Γιάννης έφερε δύο αεροπλάνα από το Ροστόφ και ένα αεροπλάνο από τη Θεσσαλονίκη, στο οποίο ήταν και η ταπεινότητά μου.

Το μοναστήρι ο κ. Γιάννης το έφτιαχνε επί τρία χρόνια. Αυτός αυτό το έργο το θεωρεί μεγάλη ευλογία της Παναγίας. Ομως ο κ. Γιάννης δεν χτίζει μόνο τον δικό μας ναό, χτίζει και τον παλαιό ορθόδοξο ναό στο Ροστόφ, όπου μένουν 3.000 Ελληνες.

Τον ναό αυτόν τον καταστρέψανε επί κομουνισμού, ο ναός αυτός τελείωσε και του Ευαγγελισμού έγινε η πρώτη Θεία Λειτουργία. Εδώ στην Ελλάδα βοηθάει και ένα γυναικείο μοναστήρι και χτίζει και ακόμα έναν ναό κάπου στην Αθήνα.

Πώς είναι ως άνθρωπος ο Ιβάν Σαββίδης;

Είναι ένας πάρα πολύ απλός άνθρωπος, έχει τη σύζυγό του την κυρία Κυριακή και δύο παιδιά, τον Γεώργιο και τον Νικόλαο. Τι να σας πω. Είναι πολύ απλός, ξέρω μάλιστα ότι δεν τρώει κρέας, παρά λαδερό φαγητό μία φορά την ημέρα, από αυτά που έχω δει και έχω ζήσει εγώ εδώ, αλλά και στη Ρωσία όπου με φιλοξένησε.

Είναι πολύ ελεήμων, βοηθάει πάρα πολλούς ανθρώπους, όχι μονάχα στην Ελλάδα, αλλά και στο Ροστόφ, όταν ακούει ότι κάποια οικογένεια έχει πόνο, κάποιο παιδί άρρωστο, συνδράμει και με γιατρούς και με χρήματα. Τον έχει στείλει η Παναγία για την Ελλάδα να βοηθήσει.

http://www.dogma.gr/default.php?pname=Article&art_id=2569&catid=3

Το Άγιον Όρος και η συνέχεια της παραδόσεως

Το Άγιον Όρος και η συνέχεια της παραδόσεως














Φωτογραφία για 3169 - Το Άγιον Όρος και η συνέχεια της παραδόσεως
Του Πρωτοπρεσβύτερου Γεωργίου Μεταλληνού

Είναι γεγονός, ότι στη χριστιανική αρχαιότητα υπήρξαν διάφορα μεγάλα μοναστικά κέντρα, στην Αίγυπτο, την Παλαιστίνη, τη Μικρασία, την Μεγάλη Ελλάδα. Με τον καιρό όμως παρήκμασαν. Από τον 10ο αιώνα το Άγιον Όρος αναζωογόνησε το μοναχικό βίο των άλλων παρηκμασμένων κέντρων και απέβη αυτό μοναστικός χώρος πανορθόδοξος και επισημότατος, που εφείλκυε το θαυμασμό όχι μόνο των Ρωμηών, αλλά και «των γύρωθεν εθνών», όπως παρατηρεί ο Αλέξιος A’ ο Κομνηνός, τα οποία «εσεμνύνοντο διά το μοναδικόν εις τα όρη της οικουμένης άγιον Όρος». Δίκαια, έτσι, σημειώνει ο π. Γεώργιος Καψάνης:Είναι μεγάλη ευλογία, ότι εν μέσω της Εκκλησίας ο Παντελεήμων Κύριος εφύτευσε τον παράδεισο του περιβολιού της Παναγίας, το άγιον Όρος, για να ζωογονεί όλη την Εκκλησία με τη μυστική ακτινοβολία της Χάριτος του Θεού, που σκηνώνει στους παλαιούς και νέους αγίους του, στα ιερά θεομητοροβάδιστα σκηνώματά του, στην αδιάκοπο και ζώσα μέχρι σήμερα αγιοπατερική παράδοσή του».

Έτσι συνδέθηκε στενότατα το Άγιον Όρος με τη ζωή και τους πνευματικούς αγώνες της Ελληνορθόδοξης Ρωμανίας (Βυζαντίου) και συνέχισε την πνευματική ακμή της. Γιατί ιδανικό της Ρωμηοσύνης δεν είναι η κατά κόσμον σοφία, αλλ’ η θεία. Όχι ο κατά κόσμον σοφός, αλλά ο κατά Θεόν σοφός, δηλαδή ο Άγιος. Δείγμα δε ακμής της Ρωμηοσύνης είναι το επίπεδο της πνευματικότητός της, δηλαδή οι Άγιοί της. Το Άγιον Όρος έγινε το θερμόμετρο της πνευματικότητος του Γένους μας, που δεν κυριεύθηκε από το σκότος, ούτε και στους αιώνες της δουλείας, γιατί ποτέ δεν έλειψαν σ’ αυτό οι θεούμενοι και τα θαυματουργό λείψανα, δηλαδή οι φορείς της Χάριτος.

Περαιτέρω ο κοινοβιακός μοναχισμός του Αγίου Όρους διέσωσε το υπαρκτικό πλαίσιο και πρότυπο (Modellο) της ελληνορθόδοξης κοινωνίας. Τόπος καταφυγής, ανανεώσεως και αναγεννήσεως αρχόντων και αρχομένων, κληρικών και λαϊκών, απέβη κανόνας στοιχήσεως των εν κόσμω κοινοτήτων – ενοριών και πνευματικός τροφοδότης της όλης ζωής τους. Κι αυτό σ’ όλη τη διάρκεια της βυζαντινής και μεταβυζαντινής περιόδου.

Ο τρόπος αυτός λειτουργίας του Αγίου Όρους κατέστη δυνατός, διότι το «Περιβόλι της Παναγίας» διασώζει την ενότητα και οργανική διασύνδεση πνευματικότητας και κοινωνικότητας. Σ’ αυτό η πνευματικότητα δεν οδηγείται ποτέ σε άσαρκο σπιριτουαλιομό, ούτε η πράξη σε απνευμάτιστο ακτιβισμό. Μέσα στα μοναστικά κοινόβιά του συνειδητοποιείται απόλυτα το γεγονός, ότι ο Χριστός δεν καταργεί τη βιωτική μας διάσταση, αλλά την αγιάζει και την καταξιώνει σε ζωή του Σώματός Του. Η πνευματικότητα διαφοροποιείται, έτσι, από την εξαΰλωση, τον δυαλισμό (τη «δαιμονο¬ποίηση» του σώματος), τη ρεμβώδη απραξία και κάθε είδος «νιρβάνα». Ο Χριστός μας ένωσε ολόκληρους στο Σώμα Του, για να μεταμορφωθεί σε «πνεύμα» —προσευχή και λατρεία όλη η ζωή μας. Και αυτό γί¬νεται, όταν και τις θεωρούμενες ως υλικές – βιωτικές πλευρές της ζωής μας, εντάσσουμε μέσα στην αλήθειά Του, τις απελευθερώνουμε δηλαδή με τη Χάρη και ενίσχυσή Του από την αμαρτία. Η ησυχαστική παράδοση της Ορθοδοξίας, που είναι η χριστιανική πνευματικότητα στην αυθεντικότητά της, είναι αυτό που διέσωσε και διασώζει το Άγιον Όρος.

Όπως γράψαμε κάπου παλαιότερα, «ο ησυχασμός δεν νοείται στην ορθοδοξία ως κατάσταση ανενεργού απραξίας. Οι ησυχαστές είναι κυριολεκτικά πνιγμένοι στη δράση. Ο ησυχαστής αγωνίζεται να επιτύχει την υπέρβαση της αναγκαιότητας και του δαιμονικού και να φθάσει στην ελευθερία της Χάρης, με την απελευθέρωση από τα πάθη και με τον αγιοπνευματικό φωτισμό. Ο κεκαθαρμένος ησυχαστής δεν ζει πια για τον εαυτό του, αλλ’ είναι όλος αγάπη. Αυτό φαίνεται στη δομή του κοινοβιακού μοναστηριού. Μέσα σ’ αυτό δεν αποκλείονται οι καθαρά υλικοβιωτικές δραστηριότητες. Και εκεί θα βρούμε τον γιατρό, τον οικονόμο (το διαχειριστή των υλικών αγαθών), τον τσαγκάρη, τον φούρναρη, το ράφτη, τον μουλαρά. Στη μοναστική όμως αδελφότητα όλ’ αυτά δεν είναι κερδοσκοπικό επαγγέλματα, αλλά προσφορά διακονίας αγάπης. Γι’ αυτό όλες αυτές οι «εργασίες» όχι μόνο δεν γίνονται εμπόδιο στην «αδιάλειπτη» προσευχή, αλλά μετουσιώνονται και αυτές σε προσευχή, αφού στοχεύουν στη λειτουργία του εκκλησιαστικού σώματος, λει-τουργούν το μυστήριο της αγάπης. Προσευχή κάνει ο μοναχός και ως τσαγκάρης, φούρναρης ή μουλαράς. Η βιωτική απασχόληση αλλοιώνεται πνευματικά σε «λογική λατρεία», (Ρωμ. 12,1). Το μοναστικό κοινόβιο δείχνει σε τελευταία ανάλυση, πως είναι δυνατόν η κοινωνικοπολιτική διακονία να αναχθεί σε εκκλησιαστική πράξη, λειτουργία».

Τη μεγαλύτερη μάλιστα κοινωνική προσφορά, παρά τα αντιθέτως πιστευόμενα, δεχόμαστε εμείς οι εν τω κόσμω από τους ερημίτες και ασκητές του Αγίου Όρους, που αγρυπνούν στην ερημιά τους, ενωμένοι πνευματικά με το κοινόβιό τους, και προσεύχονται αδιάλειπτα και γι’ αυτό, αλλά και για όλο τον κόσμο.

Η Ρωμηοσύνη στα χρόνια του Βυζαντίου και της δουλείας είχε το Άγιον Όρος ως πνευματική της κολυμβήθρα, στην οποία βαπτιζόταν αδιάκοπα όλη η ζωή της. Μόνο μετά την Επανάσταση του 1821 και κυρίως από την ίδρυση του Ελληνικού Κράτους (1828/ 1833) η πορεία του Ελληνισμού θα δένεται όλο και στενότερα με τη Δύση – Ευρώπη σε όλο το φάσμα της εθνικής ζωής. Στο σημείο δε αυτό ακριβώς αναδύεται η σημασία του Αγίου Όρους για την εποχή μας.

Το Άγιον Όρος και η σύγχρονη αλλοτρίωση.

Ο μέγιστος κίνδυνος του Νεωτέρου Ελληνισμού είναι η απώλεια της ταυτότητάς του, η αλλοίωση δηλαδή της ουσίας του, που επέρχεται με την αναίρεση της ιδιαιτερότητας του. Καμμιά δε απολύτως σημασία δεν μπορεί να έχει η ύπαρξη Ελληνικού Κράτους χωρίς Έλληνες Η αλλοτρίωση πραγματοποιείται εθνικά με την αποσύνθεση του πολιτισμού μας και την απορρόφησή του από κάποιον άλλο. Σ’ όλη τη διάρκεια της Αραβοκρατίας και Τουρκοκρατίας ο ρωμαίικος πολιτισμός δεν αλλοτριώθηκε. Αντίθετα, ανανεώθηκε και ανασυντάχθηκε. Ο κίνδυνος παρουσιάσθηκε αδυσώπητος στη συνάντησή του με τον φράγκικο πολιτισμό της Ευρώπης. Η συνάντηση αυτή άρχισε ήδη τον 14ο αιώνα να λαμβάνει επικίνδυνο χαρακτήρα. Είναι δε γεγονός ότι ανάμεσα στους δύο αυτούς πολιτισμούς καμμιά σύμπτωση δεν είναι δυνατή, παρά τις γνωστές θεωρίες περί «μετακενώσεως» και «συγγενείας» ελληνικού και φράγκικου πολιτισμού. Ανάμεσά τους υπάρχει διαμετρική αντίθεση. Είναι «άλλο και άλλο», για να επαναλάβουμε μία προσφιλή διατύπωση του Μεγάλου Αγιορείτη Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Ο πρώτος είναι πολιτισμός θεοκεντρικός – θεόνομος, κοινοτικός, αρματοδρόμος, αφού στοχεύει στη θέωση. Ο δεύτερος αντίθετα είναι ανθρωποκεντρικός, ατομοκρατικός και ρατσιστικός, εγκοσμιοκρατικός με στόχο την εγκόσμια επιτυχία ως ενδοκοσμικό ευδαιμονισμό.

Η ανάμειξη του ελληνορθοδόξου με τον φραγκικό πολιτισμό, που επί αιώνες τώρα συνεχίζεται, οδηγεί αλματωδώς στην αλλοίωση του πρώτου και την εκφράγκευσή του, κυρίως λόγω των αισθημάτων μειονεξίας εκείνων των Ελλήνων, που πρώτοι έρχονται σε επαφή με το δυτικό πολιτισμό, δηλαδή των διανοουμένων, των πολιτικών και εκπροσώπων των οικονομικά ευρωστοτέρων τάξεων. Όσοι από αυτούς κατέχονται από αισθήματα κατωτερότητας λόγω άγνοιας της πολιτιστικής Κληρονομιάς του Γένους, οδηγούνται στην «ξενομανία» και «ξενοδουλεία», που τη μεταδίδουν σ’ όλους τους χώρους της εθνικής ζωής, γιατί αυτοί ως εθνική ηγεσία διαμορφώνουν την κοινωνική μας πραγματικότητα.

Αποδεικνυόμεθα δε τελείως άοπλοι απέναντι στην εισβολή των ξένων πολιτισμικών στοιχείων, γιατί μάθαμε να δεχόμασθε αναντίρρητα τα κριτήρια των ξένων για την αξιολόγηση του δικού μας πολιτισμού. Η «γιββωνική» θεώρηση του Βυζαντίου συνεχίζεται από την εποχή του Κοραή μέχρι σήμερα και έπρεπε πρώτοι οι Ευρωπαίοι (Κ. Krurnbaeher κ.λπ.), να αποτιμήσουν θετικά το Βυζάντιο, για να αρχίσουμε και μείς να προσέχουμε τα δημιουργήματά του, μολονότι μέχρι σήμερα ο κοραϊκός αντιβυζαντινισμός επηρεάζει την λεγομένη «προοδευτική» παράταξη σε σημείο, που να μη μπορεί να δει το Βυζάντιο / Ρωμανία περισσότερο από ένα μουσείο, που έχει κάποια αξία, αφού το θαυμάζουν οι ξένοι και πληρώνουν, για να δουν τα εκθέματά του!

Η αποσύνθεση του πολιτισμού συντελείται με την υποκατάσταση των επί μέρους στοιχείων του (π.χ. εγκατάλειψη του παραδοσιακού αρχιτεκτονικού ρυθμού με τη λύση του τσιμέντου και της τσιμεντούπολης). Υπάρχει δε ένα αξίωμα στη διαπάλη των πολιτισμών: όταν ο έπηλυς πολιτισμός καταπίνει και αφομοιώνει τον εγχώριο, η απώλεια της ταυτότητος είναι πληρέστερη. Είναι δε γνωστή και η αποσυνθετική διαδικασία. Ο πολιτισμός, ως πλαίσιο ζωής, είναι συνισταμένη πολλών παραμέτρων. Όλα δε τα συστατικά στοιχεία του συνδέονται μεταξύ τους και συνιστούν μίαν αλυσίδα. Αν λοιπόν χαθεί κάποιος κρίκος, διασπάται η αλυσίδα και χάνεται η καθολικότητα. Ένας δε νοθευμένος πολιτισμός είναι νεκρός, γιατί χάνει πια κάθε δυνατότητα αυτοσυνειδησίας.

Υπάρχουν σημαντικά παραδείγματα μιας τέτοιας διασπάσεως της πολιτισμικής αλυσίδας στο δικό μας χώρο, που τα αναλύει ο Arnold Toynbee. Π.χ. η αλλαγή του αλφαβήτου σε λατινικό, που έκαμε ο Κεμάλ Ατατούρκ, ήταν το αποφασιστικό βήμα για τον εκδυτικισμό της γείτονος Τουρκίας. Ένα Νοσοκομείο για τους ξένους τεχνικούς στην Αίγυπτο του 19ου αιώνα έγινε η είσοδος της Δύσεως στην ανατολική αυτή Χώρα. Κατά τον Toynbee «Ο θρίαμβος της δυτικοποιήσεως και όχι ο θρίαμβος του βαρβαρισμού και της θρησκείας ήτο εκείνος, που τελικώς επεξειργάσθη την κατάρρευσιν της Οθωμανικής αυτοκρατορίας» Ειδικότερα δε για τη δική μας κοινωνία θα δηλώσει· «Εις την ιστορίαν της ορθοδόξου χριστιανικής κοινωνίας η τελευταία πράξις υπήρξεν όχι ο θρίαμβος του βαρβαρισμού και της θρησκείας, όπως διατεινόταν ο Γίββων, αλλά ο θρίαμβος του ξένου πολιτισμού, ο οποίος κατέπιε την ετοιμοθάνατον κοινωνίαν ολόκληρον και ενεσωμάτωσε την υφήν της εις τους ιδικούς του κοινωνικούς ιστούς». Αυτό που ιδιαίτερα ενδιαφέρει εδώ είναι η επισήμανση της αλλοτριωτικής διαδικασίας στο δικό μας χώρο από ένα ειδικό μελετητή των πολιτισμών και μάλιστα ευρωπαίο.

Η τραγικότητά μας συνίσταται στο ότι αδυνατούμε σήμερα να κατανοήσουμε τις μεταβολές, γιατί ζούμε μέσα σ’ αυτές και συνυπάρχουμε με όλες τις αδυσώπητες συνέπειές τους. Αισθητότερα όμως κατανοούσαν και την μικρότερη μεταβολή οι σύγχρονοι, όπως άλλωστε και οι σημερινοί Αγιορείτες, όταν μετά από μακρά εγκαταβίωση στο Όρος τους αναγκάζονται να επισκεφθούν την Αθήνα ή άλλα αστικά κέντρα.

Οι πατέρες μας όμως του 19ου αιώνα ζούσαν την αλλοτρίωση σε κάθε της βήμα. Οπτικά, βλέποντας τη νέα ζωγραφική και «αγιογραφία» ή τη νέα Αρχιτεκτονική των πόλεών μας. Ακουστικά, ακούοντας τη νέα μουσική, που εισέδυε και σ’ αυτούς τους Ναούς ως «κανταδιστική τετραφωνία». (Ο Κ. Οικονόμος θα υπογραμμίσει εδώ το πρόβλημα των τραγουδιών των Μισσιοναρίων, που με τα κατηχητικά τους μεταδίδονταν στην ελληνική νεολαία). Υπαρξιακά, ζώντας καθημερινά την εντεινόμενη αλλαγή σ’ όλο το κλίμα της κοινωνίας. Η εισβολή της Δύσεως στη Χώρα μας τον 19ο αιώνα ήταν καταλυτική, ώστε να μπορούμε να μιλούμε για την «κατ’ ανατολάς Δύσιν».

Ορισμένοι κοινωνικοί χώροι λειτούργησαν ως κέντρα αυτής της αλλοτριώσεως, με πρώτο το βασιλικό παλάτι. Το οθωνικό παλάτι θα διαμορφώσει τη νέα ελληνική κοινωνία στα πλαίσια της αστικής τάξης. Οι θυγατέρες του βαυαρού πρωθυπουργού Άρμανσπεργκ εισάγουν το πρώτο πιάνο στη μικρή ναυπλιώτικη και αθηναϊκή κοινωνία και μεταδίδουν στη δική μας «αριστοκρατία» την εντύπωση, ότι λίγο πιάνο και λίγα γαλλικά στοιχειοθετούν τα προσόντα μιας κόρης καλής οικογενείας. Η κ. Άρμανσπεργκ εξ άλλου πρωτοστατούσε στη δυτικοποίηση της υψηλής κοινωνίας, μεταδίδοντας την τάση για επίδειξη και πολυτέλεια. «Πάντα ταύτα συμβαίνουν εις μίαν κοινωνίαν με πλαίσιον δημοκρατικόν, ως είναι η ελληνική», γράφει ο Σπ. Μαρκεζίνης. Οι δεξιώσεις των Ανακτόρων μετέβαλλαν σε Ευρώπη τη μετεπαναστατική ελληνική κοινωνία, σε σημείο, που ο θρυλικός Γέρος του Μωριά να πει αγανακτισμένος, όταν είδε το πρώτο βαλς να χορεύεται στην καταφώτιστη αίθουσα: «Αυτό είναι μισή αμαρτία»… Έτσι άνοιξε η νεογέννητη Ελλάδα τις πύλες της στην Ευρώπη.

Το Άγιον Όρος όμως ανθίσταται ρωμαλέα στη διείσδυση κάθε ξένου στοιχείου. Υψώνει το τείχος της δικής του παραδόσεως και διασώζει τις προϋποθέσεις του ελληνορθόδοξου πολιτισμού. Ο αγώνας αυτός — απέναντι στη Δύση— συνεχίζεται αδιάπτωτος απ’ τον 12ο αιώνα, για να μη εισέλθουν στην ορθόδοξη ανατολή οι φραγκικές διαφοροποιήσεις στο χώρο της θεολογίας και πνευματικότητας, οι ρίζες δηλαδή του νεωτέρου δυτικού πολιτισμού. Ο Αγώνας θα κορυφωθεί τον 14ο αιώνα, όταν ο Ησυχασμός με πρωταγωνιστή τον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά θα αποκρούσει γενναία τη Φραγκιά και τα πνευματικά θεμέλια του πολιτισμού της. Αντίβαρο στο δυτικότροπο διαφωτισμό θα αναδειχθεί η νέα φιλοκαλική αναγέννηση των «Κολυβάδων», των Αγιορειτών δηλαδή Ησυχαστών Πατέρων του 18ου αιώνα σε μια κρίσιμη καμπή της ιστορίας μας.

Το Άγιον Όρος προβάλλει αδιάκοπα τη σθεναρότερη αντίσταση στην προσπάθεια της Δύσεως να υποτάξει την Ανατολή. Και δεν πρόκειται για κάποια αφελή επιχείρηση του δυτικού κόσμου χωρίς συγκεκριμένη στοχοθεσία, αλλά για άρτια οργανωμένη — κάθε φορά εκστρατεία στα πλαίσια του δυτικού πολιτικού επεκτατισμού. Η μετάδοση του πολιτισμού ως τρόπου ζωής είναι άλλωστε η ουσιαστική προϋπόθεση της πολιτικής υποδουλώσεως – εξαρτήσεως. Θα επιτραπεί στο σημείο αυτό μια σύντομη παρενθετική διασάφηση.

Η ευρωπαϊκή αποικιοκρατία επεδίωξε πάντα να μεταβάλει την αποικία σε πιοτή εικόνα – αντίγραφο της μητροπόλεως, για να μπορεί να εφαρμόζει καθολικά η αρχή «των συγκοινωνούντων δοχείων» ανάμεσά τους. Ο ιμπεριαλισμός, ως διάδοχος κατάσταση της αποικιοκρατίας, πάλι επιδιώκει να καταστήσει τις εξαρτώμενες χώρες περιφέρεια του κέντρου εξαρτήσεως, δηλαδή μεταπρατικό χώρο, όχι μόνο οικονομικά, αλλά και πνευματικό. Η καθολική εξομοίωση διευκολύνει την επέκταση της μητροπόλεως στη μικρή χώρα και τη δυνατότητα απόλυτης επιρροής. Η οικονομική άλωση είναι γι’ αυτό ανάγκη να συμπληρωθεί από την πνευματική. Έτσι εξηγείται, γιατί και στις ημέρες μας μια οικονομική ένωση κρατών απαιτεί προσαρμογή σύνολης της νομοθεσίας και ζωής των μικρότερων εταίρων στα πλαίσια των ισχυροτέρων μελών της. Το ερώτημα όμως είναι τί θα προσφέρουν τα μικρά έθνη σε μια τέτοια ένωση, αν αφομοιωθούν πολιτιστικά- πνευματικά, έκτος από την ολοτελή υποδούλωσή τους; Αλλά στο σημείο αυτό χρειάζεται μια άλλου είδους εξήγηση.

«Ο φαινομενικός αντιδυτικισμός του συγγραφέα δεν σημαίνει, ότι είναι και πραγματική αποστροφή απέναντι στην (οποιαδήποτε) Δύση. Δεν σημαίνει, περισσότερο, άρνηση και απόρριψη της Ευρώπης ‘άνευ ετέρου’, αφού πιστεύει, πως η συνάντηση λαών και πολιτισμών και η διασταύρωσή τους είναι ιστορική αναγκαιότητα. Το πρόβλημα δεν είναι η συνάντηση και συνεργασία με την Ευρώπη, αλλά το πώς, με ποιές δηλαδή εσωτερικές προϋποθέσεις και με ποιούς στόχους συναντόμασθε με την Ευρώπη και τον υπόλοι¬πο κόσμο και τί περιμένουμε από τη συνάντηση αυτή. Ποιά δυνατότητα κριτικής επιλογής έχουμε διασώσει μέσα μας, που σημαίνει πόσο είμαστε ενωμένοι με τις πνευματικές και πολιτιστικές μας ρίζες».

Μετά τα παραπάνω μπορούμε να κατανοήσουμε και ενέργειες των Αγιορειτών, οι οποίες φαίνονται στους ανυποψίαστους ως πείσμα καλογήρων και σκοταδισμός. Π.χ. η αντίδραση στο ηλεκτρικό φως, που θα οδηγούσε αναπόφευκτα στην τηλεόραση, στα αυτοκίνητα και τα άλλα παράγωγα της σύγχρονης τεχνολογίας, όπως και η εμμονή στη φυσική ζωή, που διασώζει τις δυνατότητες ορθόδοξης εμπειρίας, με την άμεση σχέση και ενότητα ανθρώπου και κτίσεως, ως φυσικού περιβάλλοντος.

Έτσι και μόνο μπορεί το Άγιον Όρος να κηρύττει προσφέροντας όχι λόγια, αλλά το Θείο Λόγο ως ζωή και εμπειρία. Να μη λέγει απλώς «μετανοείτε», αλλά να οδηγεί στην πράξη της μετανοίας με τον κα-τάλληλο οδηγό, τον Πνευματικό – Γέροντα. Η ίδια η πράξη του γίνεται διδασκαλία. Και πρέπει εδώ να τονισθεί, ότι στα τελευταία χρόνια πολλοί κληρικοί, που κατηχούν ετεροδόξους ή αλλοθρήσκους, που θέλουν να γίνουν ορθόδοξοι, τους στέλνουν για ένα διάστημα σε κάποιο μοναστήρι κατά προτίμηση αγιορείτικο για να γνωρίσουν τη ζώσα ορθοδοξία και όχι απλά σχολαστικά σκαριφήματα μιας διανοητικής κατηχήσεως – διδασκαλίας.

Στο Άγιον Όρος ζει κανείς την ενότητα της ζωής ως Χριστοζωής και Θεοκοινωντας. Καθολικά  τράπεζα – εργόχειρο – κανόνας στο κελλί γίνονται μια συνεχής προσευχή και ζωή, στην οποία «τα πάντα και εν πάσι Χριστός» (Κολ. 3,11) Ο θεολογικός λόγος, που είναι και εκκλησιαστικός, διασώζει ακόμη στο Άγιον Όρος ακέραιο και αναλλοίωτο το αγιοπατερικό του φορτίο. Δεν έχει χάσει τη σωτηριολογική σημαντική του. Π.χ. φως σημαίνει εκεί «άκτιστο φώς» της Xάριτος και όχι τη γνώση ή την κοσμική παιδεία. Γ έ ρ ο ν τ α ς είναι ο Πνευματοφόρος (Πνευματικός) και όχι ο ηθικολογών εξομολόγος. Π ν ε υ μ α τα ι κ ό ς είναι ο έχων Πνεύμα Άγιον, «λαλούν και ενεργούν» εν εαυτώ και όχι ο ηθικός με την κοσμική έννοια του όρου. Κ ά θ α ρ σ η είναι η διά της τηρήσεως των θείων εντολών χαρισματική θεραπεία της καρδίας και όχι η βελτίωση των τρόπων συμπεριφοράς Άσκηση, τέλος, είναι η εν ταπεινώσει άρση του σταυρού του εκουσίου πάθους και όχι η διανοητική ενασχόληση με την πίστη και η ευσεβιστική θεολόγηση. Έτσι, σημαίνον και σημαινόμενον στην αγιορείτικη γλώσσα ταυτίζονται σε μια σημαντική, που σώζει ακέραια τα όρια του ορθοδόξου ήθους.

(π. Γεωργίου Δ. Μεταλληνού, «Η Εκκλησία μέσα στον κόσμο», εκδ. Αποστ. Διακονίας. 1988, σ. 231-243)

http://www.pemptousia.gr

Σάββατο 11 Ιανουαρίου 2014

Μένει μόνο ἡ προσευχὴ καὶ ἡ ἀγάπη..............


 

Μένει μόνο ἡ προσευχὴ καὶ ἡ ἀγάπη..............

                           
                                                                            

Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς (Ἐπίσκοπος Ἀχρίδος).


(Περὶ τοῦ ὁσίου Σιλουανοῦ τοῦ Ἀθωνίτου)


Ὅταν κάποιος ἐπισκεφθῆ τὸ Ἅγιον Ὅρος καὶ δῆ τοὺς ταπεινοὺς καλογήρους, μπορεῖ νὰ συλλογισθῆ καὶ νὰ σκεφθῆ ὅτι αὐτοὶ ζοῦν τεμπέλικη ζωὴ καὶ χωρὶς σκοπό. Αὐτὸ φαίνεται ἔτσι, ὅταν κάποιος βλέπει τὰ πράγματα ἐξωτερικά. Γιατί λίγοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ καταλάβουν τὸ φοβερὸ καὶ χωρὶς διακοπὴ πόλεμο ποὺ γίνεται μέσα στὶς ψυχὲς τῶν μοναχῶν.

Αὐτὸς ὁ πόλεμος εἶναι σχεδὸν ὑπερφυσικός, ἀόρατος καὶ (διεξάγεται) ὄχι μόνο ἐναντίον τῶν δαιμονικῶν δυνάμεων τῶν ἀρχόντων τοῦ σκότους, ἀλλὰ γιὰ τοὺς ἀρχάριους καὶ ἐναντίον τῆς σαρκός, δηλαδὴ κατὰ τῆς σαρκικῆς ἐπιθυμίας καὶ τῶν παθῶν.

Στὰ γραπτά του ὁ πατὴρ Σιλουανὸς περιγράφει πῶς αὐτὸς ὁ πόλεμος τὸν ἔφερε στὴν ἀπόγνωση καὶ σχεδὸν μέχρι τὴν αὐτοκτονία. Ἡ Παναγία Θεοτόκος φανερώθηκε σ’ αὐτὸν ὅταν περνοῦσε τὸ δυσκολότερο πόλεμο κατὰ τῶν παθῶν καὶ τὸν ἀπεκάθηρε ἀπὸ τὶς ἀκαθαρσίες, τὶς σαρκικὲς ἐπιθυμίες καὶ τοὺς λογισμούς. Ὁ Χριστὸς φανερώθηκε σ’ αὐτὸν καὶ τὸν ἐνδυνάμωσε, ὥστε νὰ νικήση καὶ νὰ βασιλεύση ἐπάνω στοὺς γήινους λογισμοὺς καὶ τὰ πονηρὰ πνεύματα. Καὶ ἔτσι ἀφοῦ πέρασε ἕνα τέταρτο αἰῶνος μὲ δυνατὸ καὶ κοπιαστικὸ πόλεμο, ἔφθασε στὴ νίκη. Ἐνῶ μέχρι τότε ἀναζητοῦσε τὸν Θεό, ἔφθασε στὴν θεογνωσία, καὶ ἀπὸ μαθητής, ἔγινε δάσκαλος.

Ὁ Γέροντας Σιλουανὸς ἦταν καὶ δικός μου δάσκαλος. Μιὰ φορὰ τὸν ρώτησα: «Πάτερ Σιλουανέ, μήπως αὐτὸς ὁ πολὺς κόσμος φέρνει ταραχὴ στὸν νοῦ σας καὶ στὴν προσευχή σας; Δὲν θὰ ἦταν καλύτερα γιὰ σᾶς νὰ πάτε σ’ ἕνα ἀσκητήριο στὰ Καρούλια καὶ ἐκεῖ νὰ ζῆτε μέσα στὴν εἰρήνη, ὅπως ὁ π. Ἀρτέμιος, ὁ π. Δωρόθεος καὶ ὁ π. Καλλίνικος; Εἴτε νὰ ζῆτε σ’ ἕνα ἀπομονωμένο σπήλαιο, ὅπως ὁ π. Γοργόνιος;». «Ἐγὼ ζῶ στὸ σπήλαιο», μοῦ ἀπάντησε ὁ π. Σιλουανός. «Τὸ σῶμα μου εἶναι τὸ σπήλαιο τῆς ψυχῆς μου. Καὶ ἡ ψυχή μου εἶναι σπήλαιο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καὶ ἐγὼ ἀγαπῶ τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν διακονῶ, χωρὶς νὰ βγαίνω ἀπὸ τὸ σπήλαιό μου».

Παρὰ τὴ προθυμία του νὰ διακονῆ τὸν κάθε ἕνα καὶ τὴν θαυμαστὴ μετριοφροσύνη καὶ τὴν πρόθυμη φιλοστοργία του, μιλοῦσε γιὰ τὸν Θεὸ μὲ ἐξαίρετο ἐνθουσιασμὸ καὶ μὲ τὴν παρρησία ποὺ θὰ μιλοῦσε κάποιος γιὰ ἕνα φίλο του: «Ἐγὼ γνωρίζω τὸν Θεό. Αὐτὸς εἶναι φιλόστοργος, ἀγαθός, ταχὺς εἰς βοήθειαν». Ὅταν τὰ ἔλεγε αὐτὰ ὁ Γέροντας, κάποιος μοναχός, ὁ π. Θεοφάνης, τὰ ἄκουγε μὲ φόβο καὶ σκεπτόταν ὅτι ὁ Σιλουανὸς εἶχε χάσει τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ. Ἀργότερα ὅμως, ὅταν διάβασε τὰ συγγράμματα τοῦ π. Σιλουανοῦ, ὁ π. Θεοφάνης ἄλλαξε γνώμη καὶ εἶπε: «Ὁ π. Σιλουανὸς προχώρησε καὶ ἔφθασε στὰ μέτρα τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας».

Ἐγὼ νομίζω ὅτι τὰ κείμενα τοῦ πατρὸς Σιλουανοῦ θὰ ἔπρεπε νὰ πάρουν θέση ἀνάμεσα στὰ βιβλία τῆς ψυχολογίας. Ἂν καὶ γιὰ κανένα ἄλλο λόγο, τουλάχιστον γιὰ νὰ ἐπιβεβαιώσουν ὅτι (ὁ συγγραφέας τους) ἦταν ἕνας πνευματικὸς πολεμιστὴς τοῦ 20ου αἰῶνος καὶ γιὰ νὰ ἐπικυρώσουν ὅσα ἐδίδαξαν καὶ ἔγραψαν δοξασμένοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.

Ὑπάρχει καὶ κάτι καινούριο ἀνάμεσα στὶς διδαχὲς τοῦ πατρὸς Σιλουανοῦ: «Κράτα τὸν νοῦ σου στὸν Ἅδη καὶ μὴν ἀπελπίζεσαι». Ἐκφράζει (μὲ τὸ λόγο αὐτὸ) μία παρότρυνση καὶ ὑπόμνηση κατὰ τῆς μελαγχολίας καὶ τῆς ἀκηδίας. Ἐγὼ προσωπικὰ ποτὲ δὲν ἄκουσα τέτοια λόγια.

Σπουδαία εἶναι καὶ ἡ ἄλλη ἔκφρασις: «Ἡ ἀγάπη εἶναι ἀνώτερη ἀπὸ τὴ γνώση (γνωσιολογία)». Αὐτὴ εἶναι ἡ καθημερινὴ καὶ θεμελιώδης διδασκαλία τοῦ ἁγίου Σιλουανοῦ.

Μὲ τὴν ἀγάπη του, ποὺ συνοδευόταν ἀπὸ τὴν μετὰ δακρύων προσευχή του, συγχωροῦσε τὶς ἁμαρτίες τῶν ἁμαρτωλῶν, στήριζε τοὺς ἀδυνάτους, διόρθωνε αὐτοὺς ποὺ ἔκαναν πονηρὰ ἔργα, θεράπευε τοὺς ἀρρώστους, εἰρήνευε τοὺς ἀνέμους. Στὸ μοναστήρι ἔκανε κοπιαστικὴ ἐργασία. Εἶχε τὴν ἀποθήκη μὲ τὰ βαριὰ ἀντικείμενα.

Κάποτε τοῦ εἶπα ὅτι οἱ Ρῶσοι μοναχοὶ βρίσκονταν σὲ μεγάλη ταραχή, λόγω τῆς τυραννίας τῶν μπολσεβίκων στὴν ρωσικὴ ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ. Τότε αὐτὸς ἀπήντησε: «Καὶ ἐγὼ στὴν ἀρχὴ εἶχα ταραχὴ γί’ αὐτὸ τὸ θέμα. Μετὰ ὅμως ἀπὸ πολλὴ προσευχή μου ἦρθαν οἱ ἑξῆς λογισμοί: " Ὁ Κύριος ἀγαπᾶ ἀνέκφραστα ὅλους". Ἐκεῖνος γνωρίζει τὰ σχέδια ὅλων καὶ τὸν καιρὸ τοῦ καθενός. Ὁ Κύριος ἐπέτρεψε τὸν διωγμὸ στὸ Ρωσικὸ λαὸ γιὰ κάποιο μελλοντικὸ καλό. Ἐγὼ δὲν μπορῶ νὰ τὸ καταλάβω οὔτε νὰ τὸ σταματήσω. Αὐτὰ λέω στοὺς ἀδελφοὺς ποὺ ἔχουν ταραχή: " Ἐσεῖς μπορεῖτε νὰ βοηθήσετε τὴν Ρωσία μόνο μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν ἀγάπη. Μοῦ μένει μόνο ἡ προσευχὴ καὶ ἡ ἀγάπη. Ὁ θυμὸς καὶ οἱ κραυγὲς ἐναντίον τῶν ἄθεων δὲν διορθώνουν τὰ πράγματα"».


http://www.agiazoni.gr

Στην Μονή Δαδίου...στον διορατικό Γέροντα Αμβρόσιο ....

Στην Μονή Δαδίου...στον διορατικό Γέροντα Αμβρόσιο ....


Στην Μονή Δαδίου...στον διορατικό Γέροντα Αμβρόσιο ....
Ό Χριστός είναι εδώ! Γιατί δεν πιστεύεις; Πίστεψε και θα πάνε όλα καλά. Μόνο πίστεψε. Περίμενε! Μη φοβάσαι! Ή Χάρις του Θεού σε σκεπάζει. Περίμενε! Συγχωράμε τους ανθρώπους, δεν μαλώνουμε μαζί τους. Να χαίρεστε! Μα αγαπάτε ο ένας τον άλλον! Να συγχωρείστε! Να προσεύχεστε! Να αγαπάτε τον Θεό και την Παναγία, όπως και όλους τους Αγίους μας! Να ζητάς αγάπη από τον Κύριο. Μέσα στην αγάπη κρύβονται όλες οι αρετές. Να μην είσαι προσκολλημένος στα γήινα. Να Βλέπεις ψηλά, τον Πα ράδεισο, κι Εκείνος θα σε περιμένει. και να ξέρεις ότι δεν τα καταφέρ νουμε μόνοι μας. Ή Χάρις του Κυρίου θα μας βοηθήσει. Απ' το στόμα πού βγαίνει προσευχή δεν πρέπει να βγαίνει κατάρα. Ή πραγματική ζωή είναι σαν θωρηκτό, πού δεν το προσβάλλει τίποτα. Έρχονται οι φουρτούνες κι εσύ δεν παθαίνεις τίποτα. Ενώ το αντίθετο γίνεται, όταν δεν αγωνίζεσαι. · Ό,τι καλό κάνεις και αγώνα πνευματικό, τον κρατάς στη χούφτα σου και πας επάνω. Δεν στον παίρνει κανείς. · Τίποτα δεν αφήνει ο Θεός απλήρωτο, ούτε το καλό ούτε το κακό. Και μάλιστα το καλό το πληρώνει πολλαπλάσια. Εμείς δεν εξουθενώνουμε τους ανθρώπους. Τους βάζουμε ιώδιο στις πληγές. · Παιδί μου, αν μπορούσαμε να δούμε πόσο μας αγαπάει ο Θεός, πό σο καλός είναι ο Θεός, θα τρελαινόμασταν. · (Παραμονή Χριστουγέννων) Σήμερα γεννιέται ο Χριστός, κι άλλοι τραγουδάνε και χορεύουν σε τραπέζια και θυσιάζουν το βρέφος. · Δεν μπορούμε να είμαστε και με τον Χριστό κα[ με τον πονηρό. Πρέ πει ν' αποφασίσουμε. · Τι θέλει ο Κύριος; Αλήθεια, δικαιοσύνη και πίστη. Κι αυτά πού έχει ή καρδιά μας να τα έχουν και τα χείλη μας - όχι άλλα τα χείλη και άλλα ή καρδιά. · Αν δείτε άνθρωπο ειλικρινή, με αγάπη και πίστη, φιλάτε του τα πό δια. Να μου τον φέρετε, να σκύψω να του τα φιλήσω κι εγώ. · Τον βλέπετε αυτόν τον πεύκο απέναντι; Δεν φτάνει πού δεν καρποφο ρεί, είναι και καμένος. Αυτό το κούτσουρο είμαι εγώ. Μου έδωσε τό σα χρόνια ο Θεός, και τίποτε δεν έκανα. Σύντομα πεθαίνω και δεν είμαι έτοιμος. · Αλίμονο από μένα, αν δεν μετανοήσω και δεν κλάψω για τις αμαρτίες μου. Ερχόσαστε για τον Αμβρόσιο; Όχι! Για την Παναγία να ερχόσαστε και, αν Αυτή το επιτρέψει, θα πάρετε την ευχή κι από εμένα. · Χρειάζεται μετάνοια, όπως αυτή πού έδειξαν οι Νινευίτες, για ν' αλλάξουν οι βουλές του Κυρίου. Διαφορετικά, έρχονται πολλά δεινά στον κόσμο. · Να έχεις πίστη δυνατή. Ό Κύριος είναι εδώ, δεν είναι στον Ουρανό. Ή πίστη δίνει σταθερότητα στη ζωή του ανθρώπου. Ό Κύριος μας σώζει καθημερινά, μας βοήθα. Ή ολιγοπιστία είναι αμαρτία. · Ή Γραφή είναι μία και αιώνια και αληθινή. Δεν μπορούμε να παίρνου με κομμάτια και να τη χρησιμοποιούμε όπως μας βολεύει. Έχουμε κάνει τον δικό μας Θεό. Κόβουμε και ράβουμε ότι μας συμφέρει. · Δεν θα κριθούμε από τις πράξεις μας, αλλά από την προαίρεση και το έλεος του Θεού. · Νομίζουμε ότι αυτή ή ζωή δεν περνάει. Περνάει πάρα πολύ γρήγορα και σημασία έχει που θα βρεθείς μετά. · Αν είσαι μοιχός, πόρνος, ψεύτης, κλέφτης, πρόστυχος, δεν θα δεις Θεού πρόσωπο. · Την πορνεία την πληρώνουμε με αίμα ή με μεγάλο πόνο. · Προσοχή από την πορνεία. Να μη θέλει ο ένας να πάρει τη γυναίκα του άλλου. Να διώχνετε τέτοιους λογισμούς. Όταν ζητάς τη γυναίκα του άλλου, φεύγει ή αγάπη από τη δική σου και έρχεται το διαζύγιο. · Ό Θεός δεν μας κατηγορεί επειδή πέφτουμε, αλλά επειδή δεν σηκωνόμαστε. Ή ανθρώπινη φύσις, βλέπεις, είναι εύόλισθος. · Την κοπριά θα την πετάς στα χωράφια, μην την κρατάς μέσα. Μην τη φυλάς για σένα. Να την πετάς στα χωράφια για λίπασμα. · Να μετανοείτε και να εξομολογείστε, γιατί ή ζωή είναι σύντομη και χωρίς αυτά πάς στην κόλαση. · Ή μετάνοια είναι δώρο του Θεού. Πρέπει να τη ζητάμε, για να γίνουμε σκεύη εκλογής. · Άσε τα παλιά. Να τα ξεχάσεις όλα! Από εδώ και πέρα! · Αυτή ή κοπέλα φαίνεται, δεν έχει ψωμί να φάει, κι εσύ έχεις όλα σου τα αγαθά. Να ανοίξεις την καρδιά σου και να πεις: «Γιατί να τρώω όλο εγώ; Γιατί να μη δίνω και μια δεκάρα σε μια κοπέλα πού πεινάει και βασανίζεται μέσα στη ζωή;». Ακούς; Τον πλησίον, δηλαδή. Γιατί όλοι είμεθα κατά την απόφαση του Χρίστου μας· αδέλφια θα βρε θούμε εκείνη την ήμερα. Εδώ έχομε διακρίσεις, αλλά εκεί όλοι οι σω ζόμενοι είναι αδέλφια του Χριστού και θα είναι μια ψυχή, μια καρδιά. · Τώρα ο Χριστός έχει κατέβει εδώ κάτω, δίπλα σου. Εγώ τον βλέπω.Εσύ δεν τον βλέπεις, γιατί δεν έχεις πίστη. Μου είπε ότι θα σου δώσει αυτά πού θέλεις, αλλά ζητάει για αντάλλαγμα να κάνεις, έστω τρεις φορές τον χρόνο, φιλανθρωπίες σε παιδάκια πού είναι άρρωστα στο νοσοκομείο. Ξέρεις Τι είναι να δίνεις χρήματα για ένα φτωχό παιδάκι πού είναι άρρωστο; Μεγάλο μισθό παίρνεις από τον Θεό. · Δώστε όσο περισσότερα μπορείτε. Ένα πράγμα πού σώζει τις ψυχές είναι ή ελεημοσύνη. Εσείς κοιτάτε να φτιάχνετε εδώ τα σπίτια. Φτια χτέ κι ένα σπιτάκι στον Ουρανό, να σας περιμένει... · Να κάνετε ελεημοσύνες στους γειτόνους και σε όλους πού έχουν ανάγκη. Που είναι ή αγάπη, όταν δεν κάνουμε ελεημοσύνη; · Από αυτά πού παίρνετε να δίνετε και στους φτωχούς, σ' αυτούς πού δεν έχουν. Όχι να δίνετε από τα περισσεύματα σας ή τις κληρονο μιές. Αυτό δεν έχει καμιά αξία. · Δεν είναι καιρός για ξεφαντώματα και πανηγύρια. Να προσπαθείτε να αποθηκεύετε στην ψυχή σας. Να κάνετε ελεημοσύνες και προσευχή. · Μα μην είστε φιλάργυροι, αλλά φιλεύσπλαχνοι. · Ή ελεημοσύνη σκεπάζει ένα βουνό αμαρτίες ίσαμε τον Παρνασσό. · Να ξέρεις κάτι, παιδάκι μου: Τσιγκούνης στην τσέπη, τσιγκούνης και στα αισθήματα. · Ό θεός δεν επιτρέπει σ' εμάς να βλέπουμε τον κόσμο των αοράτων, γιατί, αν τον βλέπαμε, θα τρελαινόμασταν. Αν βλέπαμε γύρω μας τι υπάρχει και κινείται, θα τρελαινόμασταν. · Να πάς τώρα στον Θεό; Που θα πας με άδεια βαλίτσα; Πρέπει να γε μίσεις τη βαλίτσα σου. Αυτόν τον καιρό είναι άδεια. Πώς θα πας στον Κύριο; · Το πόσο θα ζήσουμε είναι σφραγίδα από την ώρα πού γεννιόμαστε. · Πολλοί έρχονται εδώ, γιατί πρέπει να έρθουν κι όχι από αγάπη γιατην Παναγία. Εγώ είμαι ένας αμαρτωλός, αλλά αγαπάω την Πανα γία και τον Χριστό. · Εγώ δουλεύω για του Κύριο!Ή αγάπη για τον θεό είναι απόλυτη. Για να μας βοηθήσει ο Χριστός, πρέπει κι εμείς να κοπιάσουμε - για να λάβουμε. Όπως ο γεωργός κουράζεται και μετά απολαμβάνει τους καρπούς, έτσι κι ο Χριστός θέλει κόπο, προσευχή και προσοχή.

Στην Αίγινα για ...ένα κόμπο δάκρυ

Στην Αίγινα για ...ένα κόμπο δάκρυ


Στην Αίγινα για ...ένα κόμπο δάκρυ
Απολαύσετε την πνευματική ζωή. Δεν υπάρχει τίποτε γλυκύτερο απ' αυτήν. Ό αγών είναι σκληρός, είναι γλυκύς Όπως οί στέφανοι. Δριμύς ό χειμών, γλυκύς ό παράδεισος. Στα πνευματικά, είναι ανοιχτή ή καρδία: αγάπη, χαρά. Την χαρά πού παίρνουμε εμείς από τα πνευματικά, δε την νοιώθει ό διάβολος, γι' αυτό μας ζηλεύει, μας φθονεί και μας στήνει παγίδες και λυπούμεθα και πέφτουμε. Πρέπει να αγωνισθούμε, γιατί χωρίς αγώνα δεν αποκτούμαι αρετή. Και να ξέρετε, αν εύκολα αποκτήσετε, εύκολα θα χάσετε. Ενώ αν με δυσκολία, με κόπο και αγώνα αποκτήσετε, δύσκολα θα χάσετε. Να προσπαθείς και να προοδεύεις εις τα Πνευματικά. Το Πνεύμα να υψωθεί. Ό νους από όλα τα άλλα, απαρηγόρητος είναι. Τα πνευματικά δίδουν χαρά και δύναμιν. Και να γνωρίζεις, όλα, απόφασης και ζήλος είναι. Αγάπησε πολύ τον Χριστό μας. Αγάπα και τους ανθρώπους, αλλά με προσοχή, ώστε ή αγάπη αύτη να μη θίξει, να μη λιγοστεύει την αγάπη σου προς τον Θεόν. Είναι όμορφη ή πνευματική ζωή. Όταν λίγο την γευθείς, θα σ' αρέσει πολύ και τότε δεν βρίσκεις ευχαρίστηση σε άλλα, όπως πριν. Να έχετε χαρά. Ή χαρά και ή λύπη ας σας είναι φιλοξενούμενες, όχι όμως ή απελπισία. Της απελπισίας να της κλείνετε την πόρτα! Ό Χριστιανός δεν πρέπει ούτε δειλός να είναι, ούτε απελπισία να έχει. Στην εργασία ή στο καθήκον σου, με χαρά να πηγαίνεις, με χαρά να φεύγεις! Προσπάθησε να είσαι απαθής. Κανένα μη λυπήσεις, για τίποτα μη λυπηθείς. Νουν να έχεις και νουν να μη έχεις. Γλώσσα να έχεις και γλώσσα να μη έχεις. Μάτια να έχεις και μάτια να μη έχεις. Αυτιά να έχεις και αυτιά να μη έχεις. Με καταλαβαίνεις; Το σπίτι, έχει παράθυρα, πόρτες κλπ. Δια ν' ασφαλισθώμεν, τα κλείνωμεν. Έτσι λοιπόν, δια ν' ασφαλισθώμεν, δια να διατηρήσωμεν την υγεία της ψυχής, πρέπει να προσέχωμεν τάς αισθήσεις. Ή κάθε ημέρα να προσέχετε πώς θα περάσει. Το μέλλον σας, αναθέσατε το εις την θεία Πρόνοια! θα βοηθήσει ό Θεός! ότι είναι θέλημα Θεού και δια την σωτηρίαν μας θα γίνει. Μη σκέπτεστε δηλ και βάζετε εις τον νουν σας βάρος δια το μέλλον. Είναι σοφός ό άνθρωπος ό οποίος πιστεύει, αγαπά τον Θεόν και υπομένει. Μη ανησυχείτε δια το μέλλον σας. Αναθέσατε το εις την Θείον Πρόνοια. Μη σκέπτεστε και βάζετε βάρος στο κεφάλι σας. Δεσμεύετε την διάνοια σας με την αγάπη του Θεού. Τον Θεόν να θεωρείται πώς είναι εμπρός σας και να του λέτε τα παράπονα σας. Και οι δοκιμασίες κάνουν καλό. Μη φοβηθείς. Ό Χριστός μας σαράντα μέρες αγωνίσθηκε στην ερημον, αλλά έπειτα Άγγελοι τον υπηρετούσαν. Είναι πολύ στοργικός ο Χριστός μας. Συχνά, για ωφέλειά μας, επιτρέπει και δυνατή λύπην. Για λίγο νοιώθουμε πώς μας εγκατέλειψε, αλλά μετά επειδή λυπάται, μας αγαπά, μας πνίγει το έλεος Του, ή στοργή Του. Μη φοβηθείς ποτέ, μόνον αγάπα τον Χριστό μας. Όταν σου προσφέρουν κάτι, να το παίρνεις γιατί αν αρνείσαι, εμποδίζεις την χάριν από τον δίδοντα' και όταν το παίρνεις, ταπείνωσιν δείχνεις. Εκείνος πού δίδει παίρνει χάριν. Μη λες όχι. Και αν σου δίδουν κάτι πού εσύ δεν έχεις, το κρατάς. Αν σου δίδουν κάτι πού το έχεις, δίδεις εις τον μη έχοντα. Μη λέτε πολλά. Κρατήστε την γλώσσαν. Αγαπήστε την σιωπή. Αν την συνηθίσετε, μετά δεν θα θέλετε να ομιλείτε. Τόσον είναι όμορφη ή σιωπή. Να είσθε επιμελείς σε ότι κάνετε. Εγώ αγαπούσα και έδιδα επιμέλεια από μικρός σε όλα. Από ένδεκα χρονών, ακόμα θυμούμαι το μάθημα. Ό «πόλεμος» δεν άρχεται μόνος του, δηλ εάν δεν δώσουμε εμείς αιτία. Φταίνε τα πάθη μας πού τα αφήνουμε και δεν τα πολεμάμε. Αφού δεν αποφεύγουμε τις αιτίες, δεν μπορεί, θάρθη πόλεμος. Πρόσεχε πολύ τον νου σου. Μη τον βαρύνεις με λύπην ή άσκοπα προβλήματα και άλλα πολλά Το νερό, όταν είναι καθαρό και ήσυχο, βλέπεις μέσα εις τον βυθόν του και την καρφίτσα. Έτσι είναι και ο νους. Πρέπει να μαθαίνεις τις πανουργίες του πειρασμού, δια να γλιτώσεις, δια να μη δύναται να σε βλάψει. Και προσοχή: Όταν δεν μπορεί να μας ρίξει στις πράξεις, μας ρίχνει με τους λογισμούς. Προσπαθεί να ρίχνει τον άνθρωπον και μετά του φέρνει ελεγκτικούς λογισμούς, δια να τον ρίξει στην απελπισία. Να τα γνωρίζεις αυτά Ποτέ, το τονίζω, να μη δεχθείς απέλπισαν και δια τίποτε. Και εις τους λογισμούς πού από τον πειρασμόν έρχονται, να λέγεις: «Και στη κόλασιν να πάω, σε καλύτερη θέση από σένα θα είμαι! Δεν φοβάμαι, διότι εγώ δύνομαι να μετανοήσω και ο Θεός είναι όλος Αγάπη. Ποτέ, και δια τίποτα απελπισία». Μη δέχεσαι θλίψεις. Μη σκέπτεσαι με λύπην και βαρύνεις τον νουν σου. Να λέγεις μόνον: Χριστέ μου, σε παρακαλώ, μη με εγκατάλειψης. ότι και να σου συμβεί, μη λυπηθείς πολύ, μόνον αυτό να λέγεις: Χριστέ μου, Σύ μη με εγκατάλειψης. Και νάχης ηρεμία, γαλήνη εις την ψυχήν σου. Ούτε ή χαρά Ούτε ή λύπη να μη σε κυριέψουν. Ό Σολομών ζήτησε από τον Θεόν σοφία και όμως έπεσε. Εσύ μη ζηλέψεις Ούτε την σοφία, άλλα ζήλεψε και ζήτησε από τον Χριστό μας, Πίστιν και αγάπην σε εκείνον. Πρόσεχε μη αποκτήσεις συνήθειαν κακήν, διότι ή συνήθεια γίνεται δευτέρα φύσις. Το πείσμα είναι ελάττωμα, αλλά συχνά είναι και άγιο. Είναι και το καλό πείσμα. Αν δε έχει κανείς πείσμα, αί δυσκολίαι πού θα συναντήσει θα τον κάμψουν, θα του φέρουν φόβον και δειλία. Το πείσμα το καλό, την δυνατή θέλησιν προσπάθησε ν' αποκτήσεις. Από την ζωήν μη περιμένεις όλο χαρές. Είναι περισσότερον ακανθόσπαρτος, παρά ανθόσπαρτος ό βίος του άνθρωπου. Να είμαστε πρόθυμοι να υποφέρουμε. Να αγαπούμε και την κακοπέραση: λίγο φαγητό, λίγο ύπνο κλπ. Εγώ πολλά πέρασα. Και πείνασα και έξω στα δέντρα κοιμήθηκα. Δόξα τω θεώ για όλα αυτά, λύπη δεν είχα. Ό Θεός δεν δείχνει μόνον πολλήν άγάπην, άλλα μεγάλην στοργή. Με λίγη καλήν προαίρεσιν πού δεικνύομε, μας συντρέχει, μας βοηθά. Με λίγη μετάνοιαν, συντριβήν κλπ. μας συγχωρεί πολλά αμαρτήματα. Ποταμός το έλεός Του. Να λες στον Χριστό μας: Σ' αγαπώ Κύριε, Σ' αγαπώ, διότι είσαι Αγάπη. Ποίον είναι πιο δυνατό: το νερό ή ή φωτιά; Το νερό Γέροντα. όχι. Χίλια κιλά κάρβουνα αναμμένα, τα σβήνει ένας τενεκές νερό; Δυο κιλά κάρβουνα δεν τα σβήνουν δέκα τενεκέδες νερό; Ούτε το ένα λοιπόν, Ούτε το άλλο, αλλά ή ποσότης! Ναι Ή ποσότης έχει την δύναμιν. Αύξησε λοιπόν τα πνευματικά δια να νικήσωμεν. Δεν θα σωθούν μόνον όσοι πηγαίνουν εις την Μονήν, άλλα όσοι αγωνίζονται σωστά Πάντως, υψηλότερο από τον χορόν των παρθένων δεν υπάρχει. Όπου και να πάς, υπάρχει και το φως, υπάρχει και το σκότος. Από σένα εξαρτάται τι θα διάλεξης, τι θα ακολουθήσεις. Ότι βλάπτει, μη δίδεις σημασία, ότι ωφελεί πνευματικά, ακολούθησε. Προσπάθησε, επιμέλεια χρειάζεται και ζήλος. Για ότι βλάπτει, αδιάφορος να είσαι! Αν δεν πάρουμε απόφασιν θανάτου, το πνευματικόν μέρος δεν εκτελείται.

Στην Δράμα ...στη Σίψα για προσκύνημα σε έναν νέο Άγιο της Εκκλησίας μας

Στην Δράμα ...στη Σίψα για προσκύνημα σε έναν νέο Άγιο της Εκκλησίας μας


Στην Δράμα ...στη Σίψα για προσκύνημα σε έναν νέο Άγιο της Εκκλησίας μας
«Μάνα, τα μαλλιά σου άσπρισαν, γέρασες, θα φύγεις απ’ αυτή τη γη, τι θα πας να βρεις στον άλλο κόσμο; Το πιάτο σου είναι άδειο κι η καντήλα σου σβησμένη». *** -Μάνα, Ταμάμα, που ήσουνα εσύ και σε βλέπω τώρα; -Καλά Γέροντα, δε με είδες; Εχθές στον εσπερινό ήμουνα, σήμερα στη λειτουργία. Δε με είδες; -Δε σε είδα στην Εκκλησία. Τα ρούχα σου έβλεπα. Εσένα δε σε έβλεπα. -Πάτερ άφησα μια κλώσα με δώδεκα πουλάκια στο σπίτι κι ο νους μου ήταν εκεί! *** «Παιδί μου, Ευθυμία, δε θα πεις τίποτε εις βάρος της πεθεράς σου. Γιατι, ό,τι σ’ έλεγε η πεθερά σου, τα είχε στα χείλη». *** Παραμονή Χριστουγέννων ο άντρας μου ήθελε να κοιμηθούμε μαζί. Εγώ τον απέτρεπα. Μετά δυο χρόνια που βρέθηκα στο Μοναστήρι, ο Γέροντας μόλις με είδε, μου είπε: «Μάνα μου, τέτοιο χάλι δεν είδα. Παραμονή Χριστουγέννων να σμίγουν τ’ ανδρόγυνα. Κάνουν παράλυτα παιδιά κι ύστερα τρέχουν να τα σώσουν». *** Μια μέρα καθόταν ο Γέροντας έξω από το σπίτι μου. Ήρθε μια γυναίκα και συζήτησε αρκετή ώρα μαζί του. Ο Γέροντας επαίνεσε κάποια γνωστή της. Τότε η γυναίκα του λέει: -Γιατί, πάτερ, την επαινείς τόσο; -Αυτή, μάνα μου, και τι δεν έκανε. Πεθαμένους ξημέρωσε (δηλαδή ξενυχτούσε στα σπίτια που είχαν νεκρό), ορφανά βοήθησε, γεφύρια έχτισε, ελεημοσύνες έκανε. -Πάτερ, γι’ αυτήν δεν άκουσα καλά λόγια. -Τα κακά λόγια άκουσες και τα καλά δεν άκουσες; Αυτής τα στραβά άκουσες, τα δικά σου δεν τα ξέρεις; -Πάτερ, τι έκανα η κακομοίρα; - Όταν ζυγίζεις τη μισή οκά για μια κι έκλεβες στη ζυγαριά, δεν το σκεφτόσουν; Δούλεψες για τον διάβολο. Εκείνα λογάριασες και τα δικά σου δε λογάριασες; Η γυναίκα σιώπησε και κατέβασε το κεφάλι της. *** Την ημέρα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ήλθαν να τον δουν 4-5 γυναίκες επιστρέφοντας από μία βάπτιση, που είχε γίνει στο χωριό. Μόλις τις είδε, είπε: «Πήγατε στη βάπτιση και φεύγοντας κουτσομπολεύατε το φαγητό που σας παρέθεσαν, αν ήταν καλό ή όχι…». Εκείνες τον κοιτούσαν και χαμογελούσαν. Ο Γέροντας τότε είπε αυστηρά: «Μη γελάτε… Είναι πολύ κακό να σε ταϊζει ο άλλος και συ να τον κατηγορείς για ό,τι σου προσφέρει». *** «Ο Θεός φροντίζει για όλους. Η απελπισία είναι σχεδόν απιστία». *** «Να μην κάθεσθε την ώρα της θ. Λειτουργίας. Ο νους σας να μην πετάει εδώ κι εκεί. Όσο θα είσθε στην εκκλησία να το πάρετε απόφαση, να διαθέσετε όλο τον χρόνο στην προσευχή». *** Σε μια γυναίκα που άφησε αβοήθητη μια μητέρα που γεννούσε και πέθανε το παιδί της στάθηκε πολύ αυστηρός στην ασπλαχνία της. Μετά την εξομολόγηση της είπε: «Για να συγχωρεθείς, θα πας στο σπίτι σου, και θα παρακαλέσεις πολύ την Παναγία να σε βοηθήσει να κάνεις τον κανόνα σου. Θα πας να ζητιανέψεις σε εφτά χωριά. Από το πρωί ως το βράδυ θα ζητιανεύεις στο ένα χωριό και ότι μαζεύεις θα το μοιράζεις σε φτωχούς και ορφανά. Αυτό θα το κάνεις επί μία εβδομάδα». Η γυναίκα ρώτησε αν μπορεί να μοιράσει χρήματα δικά της, για μην εκθέσει την οικογένειά της. Ο Γέροντας όμως επέμενε: «Το αμάρτημα αυτό δεν συγχωρείται με χρήματα, αλλά με ζητιάνεμα, για να ταπεινωθείς, για να φύγει ο εγωισμός, για να πέσει η μύτη ως το χώμα». *** Σε κάποιον που αποφάσισε να διαλύσει τον γάμο του επειδή η πεθερά του επενέβαινε αδιακρίτως στα του οίκου του, τον συμβούλευσε ο Γέροντας: «Την γυναίκα δεν την χωρίζουν εύκολα. Αυτή σου την έδωσε εσένα ο Θεός, να υποφέρεις μαζί της». *** Είπε σε κάποιον προσκυνητή για την αντιδικία: «Σου έκανε εκείνο, του έκανες εσύ, σου έκανε εκείνος, πάλι του έκανες εσύ… Αυτά δεν τελειώνουν. Εσύ δεν έπρεπε να συνεχίσεις την ανταπόδοση του κακού». *** «Οι υποσχέσεις στον Θεό δεν πρέπει να αθετούνται». *** «Να μη σκέπτεσθε μόνο τι θα φάτε, τι θα φορέσετε, τι μεγάλο σπίτι θα χτίσετε. Να κτυπάτε τις πόρτες των φτωχών, των αρρώστων, των ορφανών. Περισσότερο να προτιμάτε τα σπίτια των θλιμμένων παρά των χαρούμενων. Εάν κάνετε καλά έργα, θα έχετε μεγάλο μισθό από τον Θεό. Θ’ αξιωθείτε να δείτε θαύματα, και στην άλλη ζωή θα έχετε απέραντη αγαλλίαση». *** «Πάντα να ζείτε σεμνά και ταπεινά, δίχως εγωισμό… Πάντα να φροντίζετε ν’ αγαπάτε τους γέρους, τα ορφανά, τους αρρώστους. Να συναναστρέφεστε με φτωχούς και με ανθρώπους που οι άλλοι τους ταπεινώνουν». *** Είπε ο Γέροντας σε προσκυνήτρια της μονής: «Στον φτωχό που σου ζήτησε να του δώσεις ψωμί δεν του έδωσες και τώρα ήρθες να κάνεις σαρανταλείτουργο για να επιδειχθείς;» *** «Η Παναγία δεν θέλει μεγάλες λαμπάδες, ελεημοσύνη στους φτωχούς θέλει». *** Είπε σε μια γυναίκα που τον συνάντησε στο μοναστήρι: «Τι; πηγαίνεις κάθε ημέρα στην Εκκλησία και δεν έχεις συγχωρεθεί με τα παιδιά σου;». *** Σε μια νέα γυναίκα είπε: «Εσύ για την αγάπη που έδειξες στην κατάκοιτη μητέρα σου έκανες πολύ καλά. Ο Θεός σου τα συγχώρεσε όλα». *** «Ο γεωργός όταν αρχίσει να οργώνει για να σπείρει, βλέπει πάντα εμπρός και προχωρεί, δεν γυρίζει να δει πίσω του και ο Θεός τον προστατεύει». *** Έλεγε ο Γέροντας ότι αυτά που σώζουν τον άνθρωπο είναι «τα έργα τα καλά του Θεού, η ταπείνωση, η υπακοή, η αγάπη, η ελεημοσύνη». *** Ο Γέροντας παρ’ ότι περιστοιχιζόταν από τόσο πολύ κόσμο, που τον εκτιμούσε και τον υπεραγαπούσε, αισθανόταν μόνος του. Δεν είχε ανθρώπους να τον καταλάβουν καλά, να τον μιμηθούν, να τον διαδεχθούν. Αναπαυόταν στο θέλημα του Κυρίου. Σε στιγμές ειλικρίνειας και πόνου αναφωνούσε: «Πολλά τα πρόβατα, αλλά πολύ λίγο το γάλα». *** «Δεν αντέχω να βλέπω το κακό. Όλοι είμαστε αμαρτωλοί. Και μόνο που στη γη πατάμε και σάρκα φοράμε κάθε βήμα μας είναι και αμαρτία». *** «Μέσα στην αμαρτία κυλιέται ο κόσμος και δεν το καταλαβαίνει. Αυτά με κουράζουν, δεν αντέχω». *** «Όλοι θα φύγουμε από αυτή τη ζωή. Είμαστε περαστικοί από εδώ. Εδώ ήλθαμε να δείξουμε τα έργα μας και να φύγουμε». *** Πριν κοιμηθεί, είπε σε πνευματικό του τέκνο: «Γιαβρούμ (=παιδί μου), εγώ άσπρα-μαύρα, πέρασα τη ζωή. Εσύ να δούμε τι θα κάνεις; πως θα τα περάσετε;». *** «Οι άνδρες πρέπει ν’ αποφεύγουν να έρχονται σε ερωτική επαφή τις Κυριακές και τις γιορτές για να μη γεννιούνται ανάπηρα παιδιά». *** Αν αγαπούσε κάποιον, ο Γέροντας, του έστριβε τ’ αυτί. Τον χορό δεν τον θεωρούσε αμαρτία. Χόρευε κι ο ίδιος ποντιακούς χορούς. *** Λίγες μέρες πριν την οσιακή κοίμησή του, έβλεπε τα βουνά και έλεγε: «Ευλογημένα βουνά, μόνα σας θα μείνετε». Σαν να τ’αποχαιρετούσε.

Στη Χίο στον Θαυματουργό Άγιο ...

Στη Χίο στον Θαυματουργό Άγιο ...


Στη Χίο στον Θαυματουργό Άγιο ...
“Μνήσθητί μου, Κύριε”, του είπε, “όταν έλθης εν τη βασιλεία Σου”. Θυμήσου και μένα, Χριστέ μου, όταν πας στη βασιλεία Σου!”. Τι γλυκός λόγος! Όλα τα σιρόπια, όλα τα πανευφρόσυνα, όλα τα ευχάριστα του κόσμου τα υπερνικά ο λόγος αυτός. Αμέσως εκτύπησαν αυτά μέσα στην καρδιά του Χριστού και έγινεν αντανάκλασις της χάριτος. Του απήντησε λοιπόν: “αλήθεια σου λέγω και εγώ, ότι σήμερα θα έλθης μαζί μου στον παράδεισο”. Για την μετάνοια αυτής της στιγμής που δείχνεις, ξεχνώ όλους τους φόνους και τα κακουργήματα που είχες καμωμένα και η ευσπλαχνία μου με παρακινεί να σου ειπώ αυτόν τον λόγον: έλα μαζί μου στην βασιλεια μου. Μήπως και εμείς, αδελφές, δεν μοιάζωμεν καμμιά φορά με τον ληστήν; Είμεθα όλο στολισμένοι με χάριτας; Δεν έχομεν ακάθαρτα και αμαρτίες; Δεν μολύνομεν κάθε λίγο τας ψυχάς μας; Δεν βλέπομεν τον πλησίον μας με κακία; Δεν κρίνομεν και κατακρίνομεν; Δεν οργιζόμεθα, δεν φθονούμεν, δεν συκοφαντούμεν; Αλλα μήπως ο Θεός για όλα αυτά μας παραπέμπει; Μήπως εάν ημείς είμεθα ακάθαρτοι, εάν είμεθα μοχθηροί και κακότροποι, εκείνος μας οργίζεται; Μας μισεί; Όχι. Με αυτά τα ακάθαρτα χείλη που έχομεν, δέχεται και τον δοξολογούμεν; Μ’αυτά τα ρερυπωμένα μας εντόσθια, δέχεται και τον γευόμεθα, με αυτά τα αμαρτωλά μας χέρια και πόδια μας κρατεί μας κρατεί στη ζωή. Τέτοια αγάπη μας έχει, τέτοια συμπάθεια έχει για τον ανθρώπoν, τέτοια μακροθυμία για όλους μας. Μήτε Εβραίο ξεχωρίζει μήτε Έλληνα μήτε Οθωμανό. Για όλους την ίδια στοργή αισθάνεται. Και όπως τον καιρόν της σταυρώσεως καρφωμένος πάνω στο μαύρο ξύλο εφώναζε γλυκά-γλυκά: πάτερ μου, μη συνορισθής τους σταυρωτάς μου, γιατί δεν ξεύρουν τι κάνουν, δεν με κατάλαβαν ποιός είμαι, δεν καταλαβαίνουν. Τα ίδια εξακολουθεί να φωνάζη ακόμα μέχρι σήμερα για όλους μας ο Χριστός. Ποσα σφάλλει κάθε ημέραν η ανθρωπότης εις τον Θεόν! Και όμως εκείνος ποτέ δεν μας οργίζεται, ποτέ δεν μας ρίχνει κακία ποτέ! Ποτέ! Τον βλασφημούμεν, τον παροργίζομεν, τον μουτζώνομεν, τον ξανασταυρώνομεν και εκείνος πάλι μας υπομένει, πάλι μας αγαπά. Διότι είναι ο Θεός ελέους, είναι Θεός αγάπης, Θεός της ευσπλαχνίας. Για όλα αυτά τα ακάθαρτα, τα οποία του προσφέρoμεν ημείς, εκείνος μας προσφέρει έλεος και παρηγοριά. Ποτε δεν συχαίνεται ο Θεός κανένα μας. Μόνο ο άνθρωπος είναι σκληρός, μόνον ο άνθρωπος δεν υπομένει ο ένας τον άλλον, παρά κρίνει και κατακρίνει και συκοφαντεί και κατηγορεί και ζητεί να βλάψει και να καταστρέψει και να αδικήση τον άλλον. Ο Θεός όμως δεν κάμνει έτσι - όλο φροντίζει πως να βοηθήσει τον ανθρώπoν, όλο ζητεί να του δίδη χείρα βοηθείας. Πότε έναν πνευματικόν φανερώνει να τον συμβουλέψη, πότε κανέναν άγγελoν να τον φώτιση, πότε κανένα λογισμό καλό του βάζει, πότε μια έμπνευση θεϊκή του φέρνει, άλλοτε κανέναν ανθρώπoν καλόν του παρουσιάζει και του δίνει μια παρηγοριά. Μη λησμονάτε, αδελφές, ότι τυχαινομεν και μεις σε ώρες και σε στιγμές που λυπάται ο ένας τον άλλον. Να λυπούμαι εγώ εσάς και σεις εμενά, να λυπάται η μία την άλλην σας. Δεν έχομεν ανάγκη να λέμε για τον άλλον κόσμον. Όταν βλέπετε τα λάθη μου να λέτε: στιγμή είναι και ας συμπαθήσωμεν, και να δείχνετε συμπάθεια, αδελφές, όπως έδειξε ο Παύλος για τους Εβραίους και έλεγε: “Πάτερ, μη στήσης αυτoίς την αμαρτίαν ταύτην”. Έτσι να λέτε εσείς για μένα και εγώ για σας. Εγώ μπορεί να δείξω καμμιά φορά ότι στενοχωρούμαι μαζί σας και να σας μαλώνω καμμιά φορά, πάλι για το καλό σας. Έπειτα όμως πηγαίνω πιό εκεί και ο Θεός το γνωρίζει τί λέγω. Αoράτως ακούει ο Θεός τί λέγω: “συγχώρεσέ την, Θεέ μού, άνθρωπος είναι και αυτή, πλασμένη από το ίδιο πλάσμα που είναι πλασμένος όλος ο κόσμος και σύρεται και αυτή από τα ίδια πάθη και τυραννιέται και βασανίζεται, μην της συνορισθής - συγχώρεσέ την”. Και σεις, αδελφές, συμπάθεια να έχετε η μία για την άλλη σας. Όχι με μίσος και έχθρα, όχι με φθόνον και κακία, όχι με πονηρία και σκληρότητα ψυχής και απανθρωπιά. Παρά με συμπάθεια, με μακροθυμία, με καρτερία, με σπλάγχνα οικτιρμών και φιλανθρωπίας ο ένας για τον άλλον μας. Σήμερα είσαι συ, αύριο εγώ, τώρα σφάλλει ο ένας, σε λίγο ο άλλος. Kάθε στιγμή μας συγχωρεί ο Θεός. Kαι μεις να συγχωρούμεν αλλήλους μας, και μεις να κλαύσωμεν και να θρηνήσωμεν και να λυπηθούμεν και να συμπονέσωμεν και να παρακαλέσωμεν τον Θεόν για το σφάλμα του αδελφού μας. Αυτή είναι η μεγαλυτέρα αρετή. Όσες αρετές και αν έχης, όσα καλά έργα κα προσευχές και αγαθοεργίες και αν κάμης, όλα τα υπερβαίνει, εάν πης ένα λόγο: Θεέ μου, συγχώρεσε τον αδελφόν μου για ό,τι μου έκαμε.

Άγγελοι εν σώματι ...

Άγγελοι εν σώματι ...


Άγγελοι εν σώματι ...
Ἐφραὶμ Κατουνακιώτης Ἱερομόναχος – Πνευματικὲς νουθεσίες Περὶ Νοερᾶς Προσευχῆς, Δακρύων καὶ Χάριτος Νὰ λέγῃς παιδί μου τὴν εὐχή, «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με», ἡμέρα καὶ νύχτα συνέχεια. Ἡ εὐχὴ θὰ τὰ φέρῃ ὅλα. Ἡ εὐχὴ περιέχει τὰ πάντα, περικλείει τὰ πάντα, αἴτησι, παράκλησι, πίστι, ὁμολογία, θεολογία κλπ. Ἡ εὐχὴ νὰ λέγεται χωρὶς διακοπή. Ἡ εὐχὴ θὰ φέρῃ ὀλίγον κατ᾿ ὀλίγον εἰρήνη, γλυκύτητα, χαρά, δάκρυα. Ἡ εἰρήνη καὶ ἡ γλυκύτης θὰ φέρουν περισσότερον εὐχή, καὶ ἡ εὐχὴ κατόπιν, περισοτέραν εἰρήνη καὶ γλυκύτητα κλπ. Θὰ ἔρθη στιγμή, ποὺ ἂν θὰ σταματᾷς τὴν εὐχή, θὰ αἰσθάνεσαι ἄσχημα. Ὅταν ὁ μοναχός, βρῇ αὐτὴ τὴν χαρὰ καὶ τὴν εἰρήνη ἀπὸ τὴν εὐχή, τότε θεωρεῖ σκύβαλα ὅλα τὰ τοῦ κόσμου. Τότε δοξάζει τὸν Θεόν, ποὺ τὸν ἅρπαξε ἀπὸ τὴν ματαιότητα τοῦ κόσμου. Τότε, σκέπτεται, τί θὰ εἶναι ἄραγε ἐκεῖ εἰς τὸν Παράδεισον, ἂν τὸν ἀξιώσῃ ὁ Κύριος, ἐφόσον ἐδῶ χορταίνει ἀπὸ χάρι, ἐφόσον ἐδῶ νοιώθει τέτοια μακαριότητα. Σκέπτεται τί θὰ εἶναι ἄραγε ἐκεῖνα τὰ ἀνέκφραστα ἀγαθά! Ἡ εὐχὴ λοιπὸν θὰ φέρῃ τὴν εἰρήνη καὶ τὴν γλυκύτητα, καὶ κατόπιν θὰ φέρῃ τὰ δάκρυα. Μόνα τους θὰ ἔρχονται τὰ δάκρυα. Εἶναι ἕνα ἄλλο σκαλοπάτι τὰ δάκρυα. Πρῶτα θὰ εὕρης μὲ τὴν εὐχὴν μία χαρά, μία εἰρήνη καὶ γλυκύτητα. Πρῶτα θὰ νοιώσῃς αὐτά, καὶ κατόπιν ἐφόσον θελήσῃ ὁ Θεός, μπορεῖ νὰ γευθῇς κι ἄλλες καταστάσεις. Π.χ. μία ἁρπαγὴ τοῦ νοός, κλπ. Ἐσὺ παιδί μου λέγε τὴν εὐχή. Πίεζε τὸν ἐαυτόν σου νὰ λέγῃς τὴν εὐχή. Οἱανδήποτε ἐργασία κι ἂν κάνῃς, λέγε τὴν εὐχή. Ἐνίοτε δυσκολεύεσαι νὰ λέγῃς τὴν εὐχὴ ταυτοχρόνως εἰς τὴν ἐργασία σου. Θὰ ἔρθη ὅμως καιρός, ὅπου ἐνῷ θὰ κάνῃς οἱανδήποτε ἐργασία, ἐνῷ θὰ ἔχῃς οἱανδήποτε ἀπασχόλησι, θὰ λέγῃς ταυτοχρόνως καὶ τὴν εὐχή. Θὰ λέγεται μόνη της ἡ εὐχή. Τρόπον τινά, σὰν νὰ ἔχῃς δυὸ ἐγκεφάλους. Ὁ ἕνας θὰ λέγῃ τὴν εὐχήν, καὶ ὁ ἄλλος θὰ ἐκτελῇ οἱανδήποτε ἐργασία, οἱανδήποτε ἀπασχόλησι. Ἡ ἁρπαγὴ τοῦ νοὸς εἶναι προχωρημένη κατάστασις. Γίνεται ἀπὸ τὸν Θεόν, ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Ἁρπάζεται καὶ ἀνέρχεται ὁ νοῦς εἰς ὕψη δυσθεώρητα. Τότε αἰσθάνεσαι, ὅτι ἔφυγε ὁ νοῦς σου. Τότε ὁ νοῦς ὁδηγεῖται ἀπὸ τὴν δύναμιν τοῦ Θεοῦ. Τὸν ὁδηγεῖ ὅπου θέλει ὁ Θεός. Τότε εἴτε δοξολογεῖ τὸν ἄπειρον Θεόν, δηλαδὴ ὁδηγεῖται εἰς δοξολογίαν, εἴτε βλέπει μυστήρια Θεοῦ. Ἡ εὐχὴ ποὺ λέγομεν, μᾶς καθαρίζει ὀλίγον κατ᾿ ὀλίγον ἀπὸ τὰ πάθη. Πολὺ φοβᾶται ὁ διάβολος τὴν εὐχή. Φοβᾶται τὴν εὐχή, ποὺ σὰν πύρινος κύκλος, περικλείει τὸν εὐχόμενον. Ὅπως ἀνέφερα ὅταν ὁμίλησα περὶ ὑπακοῆς, ὁ δαιμονισμένος ἐκεῖνος, ποὺ ἦτο εἰς πλησίον ἐδῶ κελλί, ὅταν ἔγινε καλὰ λόγω τῆς ὑπακοῆς του, μοῦ ἔλεγε: Λέγοντας τὴν εὐχή, ἔβλεπα τὸν δαίμονα ἀπέναντί μου νὰ ταράσσεται. Στὴν δεύτερη εὐχὴ ἐταράσσετο περισσότερον. Στὴν τρίτη ἐγένετο ἄφαντος. Ἐγὼ κάποτε ὅταν ἤμουν ἀρχάριος, πολεμήθηκα ἀπὸ τὸν διάβολο. Εἶχα σαρκικὸ πόλεμο. Ξάπλωσα νὰ κοιμηθῶ, ἀλλὰ ὁ πόλεμος τῆς σαρκὸς δυνατός. Ἤρχισα μὲ ζέσι νὰ λέγω τὴν εὐχή. Τότε μεταξὺ ὕπνου καὶ ξύπνου βλέπω ἕνα ὄνειρο, ἕνα ὅραμα: Ἀπέναντι εἰς τὴν ἐξώπορτα, ἤτανε ἕνας δαίμονας, ὅπως τὸν περιγράφουν πατέρες, μὲ κέρατα, μὲ μαῦρα φτερά, κ.λ.π., καὶ κάγχαζε. Δὲν ἠδύνατο ὅμως νὰ πλησιάσῃ εἰς τὸ κελλί μου! Συνῆλθα. Πῆγα καὶ τὸ διηγήθηκα κατόπιν εἰς τὸν Γ. Ἰωσήφ. Μοῦ λέγει: Βλέπεις παιδί μου, ὅτι μὲ τὴν εὐχή, τὸν κρατᾷς εἰς τὴν ἐξώπορτα, καὶ δὲν μπορεῖ νὰ σὲ πλησιάση! Εἰς ἕνα μοναχό, εἰσήρχοντο λογισμοὶ βλασφημίας. Τοῦ λέγαμε νὰ λέγῃ τὴν εὐχὴ συνέχεια, χωρὶς διακοπή. Αὐτὸς τὸ δικό του. Δὲν ἤκουε. Ἔκανε κι ἄλλες παρακοές. Διὰ τὸν μοναχὸν αὐτόν, προσηύχετο καὶ ὁ Γ. Ἰωσὴφ κι ἐγὼ πάρα πολύ. Μία φορά, μετὰ ἀπὸ πολὺ προσευχὴ ποὺ ἔκανα δι᾿ αὐτόν, σὰν νὰ μὲ πῆρε ὁ ὕπνος. Τότε βλέπω σὲ ἀπόστασι τινά, ὡσὰν νὰ ἦτο μιὰ γυναῖκα, ἡ ὁποία τραγουδοῦσε καὶ τὸν μοναχὸν διὰ τὸν ὁποῖον προσευχόμουν πρίν, νὰ πηγαίνει πρὸς τὰ ἐκεῖ. Τὸν φωνάζω μὲ τὸ ὄνομά του. Αὐτὸς τίποτε. Δὲν σταματᾷ. Συνεχίζει νὰ πηγαίνῃ πρὸς τὰ ἐκεῖ. Τὸν ξαναφωνάζω. Αὐτὸς πάλι δὲν σταματᾷ. Διὰ τρίτη φορὰ φωνάζω. Πάλι δὲν σταματᾷ. Συνῆλθα. Πληροφορήθηκα οὕτω, ὅτι αὐτὸν δὲν τὸν πειράζει ὁ διάβολος. Δηλαδὴ μόνος του, θεληματικά, πηγαίνει πρὸς τὸν διάβολον. Αὐτὸς μόνος του εἶναι πειρασμός! Ἡ νοερὰ προσευχὴ ὀλίγον κατ᾿ ὀλίγον, φέρνει τὸν ἄνθρωπον εἰς τὴν πρώτην χάριν τοῦ βαπτίσματος. Προσοχὴ νὰ μὴ λυπήσῃ ὁ ἕνας τὸν ἄλλον. Ὅταν λυπηθῇ ὁ ἀδελφός, δὲν μπορεῖς νὰ κάνῃς προσευχή. Σβήνει ἡ προσευχή! Ὁ Γ. Ἰωσὴφ ἔλεγε εἰς τοὺς ὑποτακτικούς του: Ἀπὸ ἐσᾶς δὲν θέλω τίποτε. Ἐγὼ θὰ μαγερεύω. Ἐγὼ θὰ σᾶς διακονῶ. Ἀπὸ σᾶς θέλω μόνον μέρα νύχτα προσευχή, μετάνοια, κυρίως δάκρυα. Τίποτε ἄλλο δὲν θέλω, μόνον βία εἰς τὴν προσευχήν, καὶ δάκρυα μέρα – νύχτα. Μιὰ φορὰ εὑρισκόμενος εἰς τὴν Ἁγίαν Ἄννα, εἰς τὸ κελλὶ τοῦ τιμίου Προδρόμου, καὶ θέλοντας νὰ προσευχηθῶ δὲν μποροῦσα, διότι κάτω ἀπὸ τὸ κελλὶ ἐγίνετο μεγάλος θόρυβος, πολὺ φασαρία καὶ φωνές. Σκεπτόμουνα πὼς θὰ κάνω προσευχὴν μὲ τόσον θόρυβον. Τότε λέγοντας τὴν εὐχὴ μὲ τὸ στόμα, δοκίμασα νὰ μπῶ μέσα μου, εἰς τὸν ἐαυτόν μου. Προσπαθοῦσα καὶ προσευχόμουν νὰ μὲ βοηθήσῃ ὁ Κύριος! Ἐπὶ μίαν ὥρα δὲν ἄκουγα τίποτε. Ὅταν βγῆκα, ὅταν συνῆλθα, βρὲ λέγω, ποῦ βρισκόμουνα ἐπὶ τόσην ὥρα; Τότε κατάλαβα σχετικὰ μὲ τὴν νοερὰ προσευχήν.

Αχ παιδί μου ...ο Χριστός δεν μας εγκατέλειψε ποτέ !

Αχ παιδί μου ...ο Χριστός δεν μας εγκατέλειψε ποτέ !


Αχ παιδί μου ...ο Χριστός δεν μας εγκατέλειψε ποτέ !
Ένα πρωινό συζητά ο Γέροντας με δυο-τρεις επισκέπτες στο σπίτι του. Ο ένας είναι ιδεολόγος άθεος και κομμουνιστής. Σε μια στιγμή έρχεται κάποιος απ’ έξω και τους πληροφορεί ότι η Αθήνα έχει γεμίσει από φωτογραφίες του Μάου Τσε Τούγκ με την επιγραφή: «Δόξα στον μεγάλο Μάο». Ήταν η ημέρα κατά την οποία είχε πεθάνει ο Κινέζος δικτάτορας. Γέροντας: Έτσι είναι, παιδάκι μου. Δεν υπάρχουν άθεοι. Ειδωλολάτρες υπάρχουν, οι οποίοι βγάζουν τον Χριστό από τον θρόνο Του και στη θέση Του τοποθετούν τα είδωλά τους. Εμείς λέμε: «Δόξα τω Πατρί και τω Υιώ και τω Αγίω Πνεύματι». Αυτοί λένε: «Δόξα στον μεγάλο Μάο». Διαλέγεις και παίρνεις. Άθεος: Και σεις παππούλη, το παίρνετε το ναρκωτικό σας. Μόνο που εσείς το λέτε Χριστό, ο άλλος το λέει Αλλάχ, ο τρίτος Βούδα κ.ο.κ.  Ο Χριστός παιδί μου, δεν είναι ναρκωτικό. Ο Χριστός είναι ο Δημιουργός του σύμπαντος κόσμου. Αυτός που με σοφία κυβερνά τα πάντα: από το πλήθος των απέραντων γαλαξιών μέχρι τα απειροελάχιστα σωματίδια του μικρόκοσμου. Αυτός που δίνει τη ζωή σε όλους μας. Αυτός που σε έφερε στον κόσμο και σου έχει δώσει τόση ελευθερία, ώστε να μπορείς να Τον αμφισβητείς, αλλά και να Τον αρνείσαι ακόμη.  Παππούλη, δικαίωμά σας είναι να τα πιστεύετε όλα αυτά. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είναι και αληθινά. Αποδείξεις έχετε;  Εσύ όλα αυτά τα θεωρείς παραμύθια, έτσι δεν είναι;  Βεβαίως.  Αποδείξεις έχεις; Μπορείς να μου αποδείξεις ότι όσα πιστεύω εγώ είναι ψεύτικα;  …….  Δεν απαντάς, διότι και συ δεν έχεις αποδείξεις. Άρα και συ πιστεύεις ότι είναι παραμύθια. Κι εγώ μεν ομιλώ περί πίστεως, όταν αναφέρομαι στον Θεό. Εσύ όμως, ενώ απορρίπτεις τη δική μου πίστη, στην ουσία πιστεύεις στην απιστία σου, αφού δεν μπορείς να την τεκμηριώσεις με αποδείξεις. Πρέπει όμως να σου πω ότι η πίστη η δική μου δεν είναι ξεκάρφωτη. Υπάρχουν κάποια υπερφυσικά γεγονότα, πάνω στα οποία θεμελιώνεται.  Μια στιγμή! Μια και μιλάτε για πίστη, τι θα πείτε στους Μωαμεθανούς π.χ. ή στους Βουδιστές; Διότι κι εκείνοι ομιλούν περί πίστεως. Κι εκείνοι διδάσκουν υψηλές ηθικές διδασκαλίες. Γιατί η δική σας πίστη είναι καλύτερη από εκείνων;  Με αυτήν την ερώτησή σου τίθεται το κριτήριο της αλήθειας. Διότι βεβαίως η αλήθεια είναι μία και μόνη. Δεν υπάρχουν πολλές αλήθειες. Ποιος όμως κατέχει την αλήθεια; Ιδού το μεγάλο ερώτημα. Έτσι δεν πρόκειται για καλύτερη ή χειρότερη πίστη! Πρόκειται για την μόνη αληθινή πίστη! Δέχομαι ότι ηθικές διδασκαλίες έχουν και τα άλλα πιστεύω. Βεβαίως οι ηθικές διδασκαλίες του Χριστιανισμού υπερέχουν ασυγκρίτως. Εμείς όμως δεν πιστεύουμε στον Χριστό για τις ηθικές Του διδασκαλίες. Ούτε για το «Αγαπάτε αλλήλους», ούτε για τα κηρύγματά Του περί ειρήνης και δικαιοσύνης, ελευθερίας και ισότητας. Εμείς πιστεύουμε στον Χριστό, διότι η επί γης παρουσία Του συνοδεύθηκε από υπερφυσικά γεγονότα, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι είναι Θεός.  Κοιτάξτε. Κι εγώ παραδέχομαι ότι ο Χριστός ήταν σπουδαίος φιλόσοφος και μεγάλος επαναστάτης αλλά μην τον κάνουμε και Θεό τώρα…  Αχ παιδί μου! Όλοι οι μεγάλοι άπιστοι της ιστορίας εκεί σκάλωσαν. Το ψαροκόκαλο που τους κάθισε στο λαιμό και δεν μπορούσαν να το καταπιούν, αυτό ακριβώς ήταν. Το ότι ο Χριστός είναι και Θεός. Πολλοί από αυτούς ήσαν διατεθειμένοι να πουν στον Κύριο: Μη λες πως είσαι Θεός ενανθρωπήσας. Πες ότι είσαι απλός άνθρωπος και μεις είμαστε έτοιμοι να σε θεοποιήσουμε. Γιατί θέλεις να είσαι Θεός ενανθρωπήσας και όχι άνθρωπος αποθεωθείς; Εμείς δεχόμαστε να σε αποθεώσουμε, να σε ανακηρύξουμε στο μέγιστο των ανθρώπων, τον αγιότατο, τον ηθικότατο, τον ανεπανάληπτο. Δεν σου αρκούν αυτά; Ο κορυφαίος του χορού των αρνητών, ο Ερνέστος Ρενάν, βροντοφωνεί περί του Χριστού: «Για δεκάδες χιλιάδες χρόνια ο κόσμος θα ανυψώνεται δια σου», είσαι «ο ακρογωνιαίος λίθος της ανθρωπότητας ώστε το να αποσπάσει κάποιος το όνομά σου από τον κόσμο τούτο θα ήταν ίσο με τον εκ θεμελίων κλονισμό του», «οι αιώνες θα διακηρύσσουν ότι μεταξύ των υιών των ανθρώπων δεν γεννήθηκε κανένας υπέρτερός σου». Η επόμενη φράση τους; «Θεός όμως δεν είσαι!». Και δεν αντιλαμβάνονται οι ταλαίπωροι ότι όλα αυτά συνιστούν για την ψυχή τους μια ανέκφραστη τραγωδία! Το δίλημμα αναπόφευκτα είναι αμείλικτο: Ή είναι Θεός ενανθρωπήσας ο Χριστός, οπότε πράγματι, και μόνον τότε, αποτελεί την ηθικοτέρα, την αγιοτέρα και την ευγενεστέρα μορφή της ανθρωπότητας, ή δεν είναι Θεός ενανθρωπήσας, οπότε όμως δεν είναι δυνατόν να είναι τίποτε από όλα αυτά. Αντιθέτως αν ο Χριστός δεν είναι Θεός ενανθρωπήσας, τότε πρόκειται για την απαισιοτέρα, τη φρικτοτέρα και την απεχθεστέρα ύπαρξη της ανθρώπινης ιστορίας.  Τι είπατε;  Αυτό που άκουσες! Βαρύς ο λόγος, απολύτως όμως αληθής. Και ιδού γιατί: Τι είπαν για τον εαυτό τους, ή ποια ιδέα είχαν για τον εαυτό τους όλοι οι πραγματικοί μεγάλοι άνδρες της ανθρωπότητας; Ο «ανδρών απάντων σοφώτατος» Σωκράτης διακήρυσσε το: «Εν οίδα ότι ουδέν οίδα». Όλοι οι σπουδαίοι άνδρες της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, από τον Αβραάμ και το Μωυσή μέχρι τον Ιωάννη τον Πρόδρομο και τον Παύλο, αυτοχαρακτηρίζονται «γη και σποδός (=στάχτη)», «ταλαίπωροι», «εκτρώματα»,κ.τ.λ. Η συμπεριφορά αντιθέτως του Ιησού είναι παραδόξως διαφορετική! Και λέω παραδόξως διαφορετική διότι το φυσικό και το λογικό θα ήταν να είναι παρόμοια η συμπεριφορά Του. Αυτός μάλιστα, ως ανώτερος και υπέρτερος από όλους τους άλλους, θα έπρεπε να έχει ακόμη κατώτερη και ταπεινότερη ιδέα για τον εαυτό Του. Ηθικώς τελειότερος από κάθε άλλον έπρεπε να υπερακοντίζει σε αυτομεμψία και ταπεινό φρόνημα όλους τους παραπάνω και οποιονδήποτε άλλον, από τη δημιουργία του κόσμου μέχρι τη συντέλεια των αιώνων. Συμβαίνει όμως το αντίθετο! Πρώτα πρώτα διακηρύσσει ότι είναι αναμάρτητος: «Τις εξ υμών ελέγχει με περί αμαρτίας;» (Ιωαν. η΄46). «Έρχεται ο του κόσμου τούτου άρχων, και εν εμοί ουκ έχει ουδέν» (Ιωαν. Ιδ΄30). Εκφράζει επίσης πολύ υψηλές ιδέες περί Εαυτού:«Εγώ ειμί το φως του κόσμου» (Ιωαν. η΄12),«Εγώ ειμί η οδός και η αλήθεια και η ζωή» (Ιωαν. Ιδ΄6). Εκτός όμως αυτών, προβάλλει και αξιώσεις απολύτου αφιερώσεως στο Πρόσωπό Του. Εισχωρεί ακόμη και στις ιερότερες σχέσεις των ανθρώπων και λέει: «Ο φιλών πατέρα ή μητέρα υπέρ εμέ ούκ εστί μου άξιος και ο φιλών υιόν ή θυγατέρα υπέρ εμέ ούκ εστί μου άξιος» (Ματθ. ι΄37). «Ήλθον διχάσαι άνθρωπον κατά του πατρός αυτού και θυγατέρα κατά τις μητρός αυτής και νύμφη κατά της πενθεράς αυτής» (Ματθ. ι΄35). Απαιτεί ακόμη και μαρτυρική ζωή και θάνατο από τους μαθητές Του: «Παραδώσουσιν υμάς εις συνέδρια και εν ταις συναγωγαίς αυτών μαστιγώσουσιν υμάς και επί ηγεμόνας δε και βασιλείς αχθήσεσθε ένεκεν εμού… Παραδώσει δε αδελφός αδελφόν εις θάνατον και πατήρ τέκνον, και επαναστήσονται τέκνα επί γονείς και θανατώσουσιν αυτούς και έσεσθε μισούμενοι υπό πάντων δια το όνομά μου ο δε υπομείνας εις τέλος ούτος σωθήσεται… Μη φοβηθήτε από των αποκτεννόντων το σώμα… Όστις αν αρνήσηταί με έμπροσθεν των ανθρώπων, αρνήσομαι αυτόν καγώ… Ο απολέσας την ψυχήν αυτού ένεκεν εμού ευρήσει αυτήν» (Ματθ. ι΄17 κ.έ.). Και τώρα σε ρωτώ: Τόλμησε ποτέ κανείς να διεκδικήσει υπέρ αυτού την αγάπη των ανθρώπων πάνω κι από την ίδια τους τη ζωή; Τόλμησε ποτέ κανείς να διακηρύξει την απόλυτη αναμαρτησία του; Τόλμησε ποτέ κανείς να εκστομίσει το: «Εγώ ειμί η αλήθεια»;(Ιωάν. Ιδ΄6). Κανείς και πουθενά! Μόνο ένας Θεός θα μπορούσε να τα κάνει αυτά. Φαντάζεσαι τον δικό σας τον Μαρξ να’ λεγε κάτι τέτοια; Θα τον περνούσαν για τρελό και δεν θα βρισκόταν κανείς να τον ακολουθήσει. Για σκέψου τώρα, πόσα εκατομμύρια άνθρωποι θυσίασαν τα πάντα για χάρη του Χριστού, ακόμα και αυτή τη ζωή τους, πιστεύοντας στην περί εαυτού αλήθεια των λόγων Του! Εάν οι περί εαυτού διακηρύξεις Του ήσαν ψευδείς, ο Ιησούς θα ήταν η απαισιοτέρα μορφή της ιστορίας οδηγώντας τόσους πολλούς σε τόσο βαριά θυσία. Ποιος άνθρωπος, όσο μεγάλος, όσο σπουδαίος, όσο σοφός κι αν είναι, θα άξιζε αυτή τη μεγάλη προσφορά και θυσία; Ποιος; Κανένας! Μόνο εάν ήταν Θεός! Μ’ άλλα λόγια: Όποιος άνθρωπος απαιτούσε αυτή τη θυσία από τους οπαδούς του, θα ήταν η απαισιοτέρα μορφή της ιστορίας. Ο Χριστός όμως και την απαίτησε και την πέτυχε. Παρά ταύτα από τους αρνητές της θεότητάς Του αναγορεύτηκε η ευγενεστέρα και αγιότερα μορφή της ιστορίας. Οπότε: Η παραλογίζονται οι αρνητές ονομάζοντας αγιότερο τον απαισιώτερο, ή για να μην υπάρχει παραλογισμός, αλλά να έχει λογική η συνύπαρξη απαιτήσεων του Χριστού και αγιότητός Του, θα πρέπει αναγκαστικά να δεχθούν ότι ο Χριστός εξακολουθεί να παραμένει η ευγενεστέρα και αγιωτέρα μορφή της ανθρωπότητας μόνο όμως υπό την προϋπόθεση ότι είναι και Θεός! Αλλιώς είναι, όπως είπαμε, όχι η αγιοτέρα, αλλά η φρικτοτέρα μορφή της ιστορίας, ως αιτία της μεγαλυτέρας θυσίας των αιώνων, εν ονόματι ενός ψεύδους! Έτσι η θεότητα του Χριστού αποδεικνύεται βάση αυτούς τους ίδιους τους περί αυτού χαρακτηρισμούς των αρνητών Του!...  Όσα είπατε είναι πράγματι εντυπωσιακά, δεν αποτελούν όμως παρά συλλογισμούς. Ιστορικά στοιχεία, που να θεμελιώνουν τη Θεότητά του, έχετε;  Σου είπα και προηγουμένως ότι τα πειστήρια της Θεότητός Του είναι τα υπερφυσικά γεγονότα που συνέβησαν όσο καιρό ήταν εδώ στη γη. Ο Χριστός δεν αρκέστηκε μόνο να διακηρύσσει τις παραπάνω αλήθειες, αλλά επικύρωνε τους λόγους Του και με πλήθος θαυμάτων. Έκανε τυφλούς να βλέπουν, παράλυτους να περπατούν, έθρεψε με δύο ψάρια και πέντε ψωμιά πέντε χιλιάδες άνδρες και πολλαπλάσιες γυναίκες και παιδιά, διαιτάσαι τα στοιχεία της φύσεως και αυτά υπάκουαν, ανέστησε νεκρούς μεταξύ των οποίων και τον Λάζαρο τέσσερις μέρες μετά τον θάνατό του. Μεγαλύτερο όμως από όλα τα θαύματά είναι η Ανάστασή Του. Όλο το οικοδόμημα του Χριστιανισμού στηρίζεται στο γεγονός της Αναστάσεως. Αυτό δεν το λέω εγώ. Το λέει ο Απόστολος Παύλος: «Ει Χριστός ουκ εγήγερται, ματαία η πίστις ημών»(Κορ. Ιε΄ 17). Αν ο Χριστός δεν ανέστη, τότε όλα καταρρέουν. Ο Χριστός όμως ανέστη πράγμα το οποίο σημαίνει ότι είναι Κύριος της ζωής και του θανάτου, άρα Θεός.  Εσείς τα είδατε όλα αυτά; Πώς τα πιστεύετε;  Όχι, εγώ δεν τα είδα. Τα είδαν όμως άλλοι, οι Απόστολοι. Αυτοί στη συνέχεια τα γνωστοποίησαν και μάλιστα προσυπέγραψαν τη μαρτυρία τους με το αίμα τους. Κι όπως όλοι δέχονται, η μαρτυρία της ζωής είναι η υψίστη μαρτυρία. Φέρε μου και συ κάποιον να μου πει πώς ο Μαρξ απέθανε και ανέστη και να θυσιάσει τη ζωή του για τη μαρτυρία αυτή κι εγώ θα τον πιστέψω ως τίμιος άνθρωπος.  Να σας πω. Χιλιάδες κομμουνιστές βασανίσθηκαν και πέθαναν για την ιδεολογία τους. Γιατί δεν ασπάζεσθε και τον κομμουνισμό;  Το είπες και μόνος σου. Οι κομμουνιστές πέθαναν για την ιδεολογία τους. Δεν πέθαναν για γεγονότα. Σε μια ιδεολογία όμως είναι πολύ εύκολο να υπεισέλθει πλάνη. Επειδή δε είναι ίδιον της ανθρώπινης ψυχής θυσιάζεται για κάτι στο οποίο πιστεύει, εξηγείται γιατί πολλοί κομμουνιστές πέθαναν για την ιδεολογία τους. Αυτό όμως δεν μας υποχρεώνει να την δεχθούμε και ως σωστή. Είναι άλλο πράγμα να πεθαίνεις για ιδέες και άλλο για γεγονότα. Οι Απόστολοι όμως δεν πέθαναν για ιδέες. Ούτε για το «Αγαπάτε αλλήλους» ούτε για τις άλλες ηθικές διδασκαλίες του Χριστιανισμού. Οι Απόστολοι πέθαναν μαρτυρούντες υπερφυσικά γεγονότα. Και όταν λέμε γεγονός εννοούμε, ότι υποπίπτει στις αισθήσεις μας και γίνεται αντιληπτό από αυτές. Οι Απόστολοι εμαρτύρησαν δι «ο ακηκόασι, ο εωράκασι τοις οφθαλμοίς αυτών, ο εθεάσαντο και αι χείρες αυτών εψηλάφησαν» (Α΄ Ιωάν. Α΄1)» Με βάση ένα πολύ ωραίο συλλογισμό του Πασχάλ λέμε ότι με τους Αποστόλους συνέβη ένα από τα τρία: Ή απατήθηκαν ή μας εξαπάτησαν ή μας είπαν την αλήθεια. Ας πάρουμε την πρώτη εκδοχή. Δεν είναι δυνατόν να απατήθηκαν οι Απόστολοι, διότι όσα αναφέρουν δεν τα έμαθαν από άλλους. Αυτοί οι ίδιοι ήσαν αυτόπτες και αυτήκοοι μάρτυρες όλων αυτών. Εξ άλλου δεν ήσαν καθόλου φαντασιόπληκτοι ούτε είχαν καμιά ψυχολογική προδιάθεση για την αποδοχή του γεγονότος της Αναστάσεως. Αντιθέτως ήσαν τρομερά δύσπιστοι. Τα Ευαγγέλια είναι πλήρως αποκαλυπτικά αυτών των ψυχικών τους διαθέσεων: δυσπιστούν στις διαβεβαιώσεις ότι κάποιοι Τον είχαν δει αναστάντα. Και κάτι άλλο. Τι ήσαν οι Απόστολοι πριν τους καλέσει ο Χριστός; Μήπως ήσαν φιλόδοξοι πολιτικοί ή οραματιστές φιλοσοφικών και κοινωνικών συστημάτων, που περίμεναν να κατακτήσουν την ανθρωπότητα και να ικανοποιήσουν έτσι τις φαντασιώσεις τους; Κάθε άλλο. Αγράμματοι ψαράδες ήσαν. Και το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν να πιάσουν κανένα ψάρι να θρέψουν τις οικογένειές τους. Γι’ αυτό και μετά τη Σταύρωση του Κυρίου, παρά τα όσα είχαν ακούσει και δει, επέστρεψαν στα πλοιάρια και στα δίχτυα τους. Δεν υπήρχε δηλαδή σ’ αυτούς, όπως αναφέραμε, ούτε ίχνος προδιαθέσεως για όσα επρόκειτο να επακολουθήσουν. Και μόνο μετά την Πεντηκοστή, «ότε έλαβον δύναμιν εξ ύψους», έγιναν οι διδάσκαλοι της οικουμένης. Η δεύτερη εκδοχή: Μήπως μας εξαπάτησαν; Μήπως μας είπαν ψέματα; Αλλά γιατί να μας εξαπατήσουν; Τι θα κέρδιζαν με τα ψέματα; Μήπως χρήματα, μήπως αξιώματα, μήπως δόξα; Για να πει κάποιος ένα ψέμα, περιμένει κάποιο όφελος. Οι Απόστολοι όμως, κηρύσσοντες Χριστόν και Τούτον εσταυρωμένον και Αναστάντα εκ νεκρών, τα μόνα τα οποία εξασφάλιζαν ήσαν: ταλαιπωρίες, κόποι, μαστιγώσεις, λιθοβολισμοί, ναυάγια, πείνα, δίψα, γυμνότητα, κίνδυνοι από ληστές, ραβδισμοί, φυλακίσεις, και τέλος ο θάνατος. Και όλα αυτά για ένα ψέμα; Είναι εντελώς ανόητο και να το σκεφτεί κάποιος. Συνεπώς ούτε εξαπατήθηκαν ούτε μας εξαπάτησαν οι Απόστολοι. Μένει επομένως η Τρίτη εκδοχή ότι μας είπαν την αλήθεια. Θα πρέπει μάλιστα να σου τονίσω και το εξής: Οι Ευαγγελιστές είναι οι μόνοι οι οποίοι έγραψαν πραγματική ιστορία. Διηγούνται τα γεγονότα και μόνον αυτά. Δεν προβαίνουν σε καμία προσωπική κρίση. Κανένα δεν επαινούν, κανένα δεν κατακρίνουν. Δεν κάνουν καμία προσπάθεια να διογκώσουν κάποιο γεγονός ή να εξαφανίσουν ή να υποτιμήσουν κάποιο άλλο. Αφήνουν τα γεγονότα να μιλούν μόνα τους.  Αποκλείεται να έγινε στην περίπτωση του Χριστού νεκροφάνεια; Τις προάλλες έγραψαν οι εφημερίδες για κάποιον Ινδό, τον οποίον έθαψαν και μετά από τρεις μέρες τον ξέθαψαν και ήταν ζωντανός.  Αχ, παιδάκι μου. Θα θυμηθώ και πάλι το λόγο του ιερού Αυγουστίνου: «Άπιστοι, δεν είσθε δύσπιστοι. Είσθε οι πλέον εύπιστοι. Δέχεσθε τα πιο απίθανα, τα πιο παράλογα, τα πιο αντιφατικά, για να αρνηθείτε το θαύμα!». Όχι, παιδί μου. Δεν έχουμε νεκροφάνεια στον Χριστό. Πρώτα- πρώτα έχουμε την μαρτυρία του Ρωμαίου κεντυρίωνος, ο οποίος βεβαίωσε τον Πιλάτο ότι ο θάνατος είχε επέλθει. Έπειτα το Ευαγγέλιο μας πληροφορεί ότι ο Κύριος κατά την ίδια την ημέρα της Αναστάσεώς Του συμπορεύθηκε συζητώντας με δύο μαθητές Του προς Εμμαούς, που απείχε πάνω από δέκα χιλιόμετρα από τα Ιεροσόλυμα. Φαντάζεσαι κάποιον να έχει υποστεί όσα υπέστη ο Χριστός και τρεις μέρες μετά το «θάνατό» του να του συνέβαινε νεκροφάνεια; Αν μη τι άλλο θα έπρεπε για σαράντα μέρες να τον ποτίζουν κοτόζουμο για να μπορεί να ανοίγει τα μάτια του, κι όχι να περπατά και να συζητά σαν να μη συνέβη τίποτα. Όσο για τον Ινδό, φέρε τον εδώ να τον μαστιγώσουμε με φραγγέλιο - και ξέρεις τι εστί φραγγέλιο; Μαστίγιο στα άκρα του οποίου πρόσθεταν σφαιρίδια μολύβδου ή σπασμένα κόκαλα ή μυτερά καρφιά -, φέρε τον, λοιπόν, να τον φραγγελώσουμε, να του φορέσουμε ακάνθινο στεφάνι, να τον σταυρώσουμε, να του δώσουμε χολή και ξύδι, να τον λογχίσουμε, να τον βάλουμε στον τάφο, κι αν αναστηθεί, τότε τα λέμε.  Παρά ταύτα όλες οι μαρτυρίες, τις οποίες επικαλεσθήκατε, προέρχονται από Μαθητές του Χριστού. Υπάρχει κάποια μαρτυρία περί αυτού, που να μην προέρχεται από τον κύκλο των Μαθητών του; Υπάρχουν δηλαδή ιστορικοί που να πιστοποιούν την Ανάσταση του Χριστού; Αν ναι, τότε θα πιστέψω κι εγώ.  Ταλαίπωρο παιδί! Δεν ξέρεις τι ζητάς! Αν υπήρχαν τέτοιοι ιστορικοί που να είχαν δει τον Χριστό αναστημένο, τότε αναγκαστικά θα πίστευαν στην Ανάστασή Του και θα την ανέφεραν πλέον ως πιστοί, οπότε και πάλι θα αρνιόσουν τη μαρτυρία τους, όπως ακριβώς απορρίπτεις τη μαρτυρία του Πέτρου, του Ιωάννου κ.λπ. Πώς είναι δυνατόν να βεβαιώνει κάποιος την Ανάσταση και ταυτόχρονα να μη γίνεται Χριστιανός; Μας ζητάς «πέρδικα ψητή σε κέρινο σουβλί και να λαλεί»! Αί δεν γίνεται! Σου θυμίζω πάντως, εφ’ όσον ζητάς ιστορικούς, αυτό το οποίο σου ανέφερα και προηγουμένως: ότι δηλαδή οι μόνοι πραγματικοί ιστορικοί είναι οι Απόστολοι. Παρ’ όλα αυτά όμως έχουμε και μαρτυρία τέτοια όπως την θέλεις: από κάποιον δηλαδή που δεν ανήκε στον κύκλο των Μαθητών Του. Του Παύλου. Ο Παύλος όχι μόνο δεν ήταν Μαθητής του Χριστού, αλλά και εδίωκε μετά μανίας την Εκκλησία Του.  Γι’ αυτόν όμως λένε ότι έπαθε ηλίαση και εξ αιτίας της είχε παραίσθηση.  Βρε παιδάκι μου, αν είχε παραίσθηση ο Παύλος, αυτό που θα ανεδύετο θα ήταν το υποσυνείδητό του. Και στο υποσυνείδητο του Παύλου θέση υψηλή κατείχαν οι Πατριάρχες και οι Προφήτες. Τον Αβραάμ και τον Ιακώβ και τον Μωυσή έπρεπε να δει κι όχι τον Ιησού, τον οποίο θεωρούσε λαοπλάνο και απατεώνα! Φαντάζεσαι καμιά πιστή γριούλα στο όνειρό της ή στο παραλήρημά της να βλέπει τον Βούδα ή τον Δία; Τον Άι Νικόλα θα δει και την Αγία Βαρβάρα. Διότι αυτούς πιστεύει. Και κάτι ακόμα. Στον Παύλο, όπως σημειώνει ο Παπίνι, υπάρχουν και τα εξής θαυμαστά: Πρώτον, τον αιφνίδιο της μεταστροφής. Κατ’ ευθείαν από την απιστία στην πίστη. Δεν μεσολάβησε προπαρασκευαστικό στάδιο. Δεύτερον, το ισχυρών της πίστεως. Χωρίς ταλαντεύσεις και αμφιβολίες. Και τρίτον, πίστη δια βίου. Πιστεύεις ότι αυτά μπορεί να λάβουν χώρα μετά από μια ηλίαση; Δεν εξηγούνται αυτά με τέτοιους τρόπους. Αν μπορείς εξήγησέ τα. Αν δεν μπορείς, παραδέξου το θαύμα. Και πρέπει να ξέρεις ότι ο Παύλος με τα δεδομένα τη εποχής του ήταν άνδρας εξόχως πεπαιδευμένος. Δεν ήταν κανένα ανθρωπάκι να μην ξέρει τι του γίνεται. Θα προσθέσω όμως και κάτι επί πλέον. Εμείς, παιδί μου, ζούμε σήμερα σε εξαιρετική εποχή. Ζούμε το θαύμα της Εκκλησίας του Χριστού. Όταν ο Χριστός είπε για την Εκκλησία Του ότι «και πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής» (Ματθ. ις΄18), οι οπαδοί Του αριθμούσαν μόνο μερικές δεκάδες πρόσωπα. Έκτοτε πέρασαν δύο χιλιάδες περίπου χρόνια. Διαλύθηκαν αυτοκρατορίες, ξεχάσθηκαν φιλοσοφικά συστήματα, κατέρρευσαν κοσμοθεωρίες, η Εκκλησία όμως του Χριστού παραμένει ακλόνητη παρά τους συνεχείς και φοβερούς διωγμούς εναντίον της. Αυτό δεν είναι ένα θαύμα; Και κάτι τελευταίο. Στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο αναφέρεται πως όταν η Παναγία μετά τον Ευαγγελισμό επισκέφτηκε την Ελισάβετ, τη μητέρα του Προδρόμου, εκείνη την εμακάρισε με τα λόγια: «Ευλογημένη συ εν γυναιξί». Και η Παναγία απάντησε ως εξής: «Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριο.. ιδού γαρ από του νυν μακαριούσι με πάσαι αι γενεαί» (α΄48). Τι ήταν τότε η Παναγία; Μια άσημη κόρη της Ναζαρέτ ήταν. Ποίος την ήξερε; Παρά ταύτα από τότε ξεχάσθηκαν αυτοκρατορίες, έσβησαν λαμπρά ονόματα γυναικών, λησμονήθηκαν σύζυγοι και μητέρες στρατηλατών. Ποιός ξέρει ή ποιος θυμάται τη μητέρα του Μεγ. Ναπολέοντος ή τη μητέρα του Μεγ. Αλεξάνδρου; Σχεδόν κανείς. Όμως εκατομμύρια χείλη σ’ όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης και σ’ όλους τους αιώνες υμνούν την ταπεινή κόρη της Ναζαρέτ, «την τιμιωτέραν των Χερουβείμ και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφείμ». Ζούμε ή δεν ζούμε εμείς σήμερα, οι άνθρωποι του εικοστού αιώνα, την επαλήθευση του προφητικού αυτού λόγου της Παναγίας; Τα ίδια ακριβώς συμβαίνουν όσον αφορά και σε μια «δευτερεύουσα» προφητεία του Χριστού: Όταν στην οικία του Σύμωνος του λεπρού μια γυναίκα περιέχυσε στο κεφάλι του το πολύτιμο μύρο, είπε ο Κύριος: «Αμήν λέγω υμίν, όπου εάν κηρυχθή το ευαγγέλιον τούτο εν όλω τω κόσμω, λαληθήσεται και ο εποίησεν αυτή εις μνημόσυνον αυτής» (Ματθ. κς΄13). Πόσος ήταν ο κύκλος των οπαδών Του τότε, για να πει κανείς ότι αυτοί θα έκαναν τα αδύνατα δυνατά ώστε να εκπληρωθεί η προφητεία αυτή του Διδασκάλου τους; Και μάλιστα μια τέτοια προφητεία, η οποία με τα κριτήρια του κόσμου δεν έχει και καμία σημασία για τους πολλούς; Είναι ή δεν είναι θαύματα αυτά; Αν μπορείς, εξήγησέ τα. Αν δεν μπορείς όμως, παραδέξου τα ως τέτοια.  Ομολογώ ότι τα επιχειρήματά σας είναι ισχυρά. Έχω όμως να σας ρωτήσω κάτι ακόμη: Δεν νομίζετε ότι ο Χριστός άφησε το έργο του ημιτελές; Εκτός κι αν μας εγκατέλειψε. Δεν μπορώ να φαντασθώ έναν Θεό να παραμένει αδιάφορος στο δράμα του ανθρώπου. Εμείς να βολοδέρνουμε εδώ κι εκείνος από ψηλά να στέκεται απαθής.  Όχι παιδί μου. Δεν έχεις δίκιο. Ο Χριστός δεν άφησε το έργο Του ημιτελές. Αντιθέτως είναι η μοναδική περίπτωση ανθρώπου στην ιστορία, ο οποίος είχε τη βεβαιότητα ότι ολοκλήρωσε την αποστολή Του και δεν είχε τίποτα άλλο να κάνει και να πει. Ακόμη κι ο μέγιστος των σοφών, ο Σωκράτης, ο οποίος μια ολόκληρη ζωή μιλούσε και δίδασκε, στο τέλος συνέθεσε και μια περίτεχνη απολογία και, αν ζούσε, θα είχε κι άλλα να πει. Μόνο ο Χριστός σε τρία χρόνια δίδαξε ότι είχε να διδάξει, έπραξε ότι ήθελε να πράξει και είπε το «τετέλεσται». Δείγμα κι αυτό της θεϊκής Του τελειότητας και αυθεντίας. Όσο για την εγκατάλειψη την οποία ανέφερες, σε καταλαβαίνω. Χωρίς Χριστό ο κόσμος είναι θέατρο του παραλόγου. Χωρίς Χριστό δεν μπορείς να εξηγήσεις τίποτε. Γιατί οι θλίψεις, γιατί οι αδικίες, γιατί οι αποτυχίες, γιατί οι ασθένειες, γιατί, γιατί, γιατί; Χιλιάδες πελώρια «γιατί». Κατάλαβέ το! Δεν μπορεί ο άνθρωπος να προσεγγίσει με την πεπερασμένη λογική του τα «γιατί» αυτά. Μόνο με τον Χριστό εξηγούνται όλα: Μας προετοιμάζουν για την αιωνιότητα. Ίσως εκεί μας αξιώσει ο Κύριος να πάρουμε απάντηση σε μερικά από τα «γιατί» αυτά. Αξίζει τον κόπο να σου διαβάσω ένα ωραίο ποίημα από τη συλλογή του Κωνσταντίνου Καλλινίκου «Δάφναι και Μυρσίναι» με τον τίτλο «Ερωτηματικά». Είπα στο γέροντα ασκητή τον εβδομηκοντάρη, που κυματούσε η κόμη του σαν πασχαλιάς κλωνάρι: Πες μου, πατέρα μου γιατί σε τούτη’ δω τη σφαίρα αχώριστα περιπατούν η νύχτα και η μέρα; Γιατί σαν να’σαν δίδυμα, φυτρώνουνε αντάμα τ’αγκάθι και το λούλουδο, το γέλιο και το κλάμα; Γιατί στην πιο ελκυστική του δάσους πρασινάδα σκορπιοί φωλιάζουν κι όχεντρες και κρύα φαρμακάδα; Γιατί προτού το τρυφερό μπουμπούκι ξεπροβάλει και ξεδιπλώσει μπρος στο φως τ’αμύριστά του κάλλη, μαύρο σκουλήκι έρχεται, μια μαχαιριά του δίνει κι ένα κουρέλι άψυχο στην κούνια του τ’αφήνει; Γιατί αλέτρι και σπορά και δουλευτάδες θέλει το στάχυ, ώσπου να γενεί ψωμάκι και καρβέλι και κάθε τι ωφέλιμο κι ευγενικό και θείο πληρώνεται με δάκρυα και αίματα στο βίο, ενώ ο παρασιτισμός αυτόματα θεριεύει κι η προστυχιά όλη τη γη να καταπιή γυρεύει; Τέλος, γιατί εις του παντός την τόση αρμονία να χώνεται η σύγχυσι κι η ακαταστασία; Απήντησε ο ασκητής με τη βαρειά φωνή του προς ουρανούς υψώνοντας το χέρι το δεξί του: Οπίσω από τα χρυσά εκεί επάνω νέφη κεντά ο Μεγαλόχαρος ατίμητο γκεργκέφι(=κέντημα). Κι εφόσον εις τα χαμηλά εμείς περιπατούμεν την όψι την ξανάστροφη, παιδί μου, θεωρούμε. Και είναι άρα φυσικό λάθη ο νους να βλέπη εκεί που να ευχαριστή και να δοξάζει πρέπει. Περίμενε σαν Χριστιανός να έλθη η ημέρα που η ψυχή σου φτερωτή θα σχίση τον αιθέρα και του Θεού το κέντημα απ’την καλή κοιτάξης και τότε…όλα σύστημα θα σου φανούν και τάξις! Ο Χριστός παιδί μου, δεν μας εγκατέλειψε ποτέ. Παραμένει κοντά μας, βοηθός και συμπαραστάτης, μέχρι συντελείας των αιώνων. Αυτό όμως θα το καταλάβεις μόνο αν γίνεις συνειδητό μέλος της Εκκλησίας Του και συνδεθείς με τα Μυστήριά της.