Δευτέρα 7 Ιουλίου 2014

Το φιλαράκι του Γέροντα Πορφύριου

Το φιλαράκι του Γέροντα Πορφύριου

Κοιτάζω και ξανακοιτάζω την εικόνα του Γέροντα Πορφυρίου - του Αγίου Πορφυρίου, όπως ακούω να τον λένε οι πιστοί ολόγυρά μου. Κοιτάζω την αγιογραφία του με το φωτοστέφανο και νοιώθω ανόητη. Θεέ μου πόσο ανόητη! 
Ήταν Άγιος λοιπόν εκείνος ο γέροντας που με υποδεχόταν χωρίς να μιλά όταν έμπαινα στο κελάκι του τρομαγμένη; Ήταν άγιος εκείνο το γλυκό, υπομονετικό γεροντάκι που σεβάστηκε πάντα την άρνησή μου να ακούω συμβουλές τύπου Κατηχητικού και δε μου έδωσε ποτέ καμιά τέτοια συμβουλή; Ήταν Άγιος λοιπόν! Κι εγώ νοιώθω ανόητη γιατί πάντα ήξερα ότι ήταν Άγιος, κι όμως τον φοβόμουν.

Ένα παιδί ήμουν όταν τον γνώρισα, με όλα τα θέματα που έχει ένα παιδί που μπαίνει σε μια άγρια μαύρη εφηβεία. Ένα παιδί, μεγαλωμένο με χριστιανικές αρχές που όμως ήθελε να τις γκρεμίσει γιατί δεν του άρεσαν, δεν το ικανοποιούσαν, το καταπίεζαν. Τέτοιο παιδί ήμουν όταν γνώρισα το Γέροντα, γι’ αυτό και καταπιεζόμουν όταν έπρεπε να ακολουθήσω την οικογένειά μου που λαχταρούσε να τον επισκεφτεί. Εκείνα τα Κυριακάτικα μεσημέρια όταν έπρεπε να βγάλω τα αγαπημένα μου τζιν και να φορέσω τη φούστα για να πάω να του φιλήσω το χέρι με εξόργιζαν. Τη θυμάμαι αυτή την οργή που έσκαγε μέσα μου σιωπηλά – γιατί δεν τολμούσα να πω ότι δεν ήθελα να τον δω.

Δεν τολμούσα γιατί μέσα μου ήξερα ότι ήταν Άγιος- πώς να αρνηθώ την ευχή ενός τέτοιου ανθρώπου; Κι από την άλλη τον φοβόμουν που ήταν Άγιος. Στην αρχή φοβόμουν γιατί ένοιωθα ότι ήξερε τις σκέψεις και τις πράξεις μου και έτρεμα μην τις αποκάλυπτε στη μαμά μου… Κι όταν κατάλαβα ότι δεν αποκάλυπτε τίποτα, πάλι τον φοβόμουν γιατί πίστευα ότι με έκρινε για όσα είχα κάνει, όσα είχα πει, για ότι ήμουν, ότι δε με ενέκρινε για φιλαράκι του – και γιατί να το έκανε άλλωστε; Είχε ήδη εγκρίνει για φιλαράκια του την αδερφή μου, τη μαμά μου, το μπαμπά μου.

Σ’ εκείνους μιλούσε, τους καλωσόριζε, τους έδινε το σταυρό που κρατούσε στο χέρι να τον φιλήσουν. Σε μένα δεν το έκανε… δεν άπλωνε το χέρι να του το φιλήσω… πλησίαζα μόνη μου, τρομαγμένη, καταπιέζοντας τον εαυτό μου να το κάνω και πάντα έφευγα με τρόμο ότι δεν με είχε δεχτεί. Ώσπου ένα μεσημέρι Σαββάτου, η μαμά μου ζήτησε επιτακτικά να ετοιμαστώ για να πάμε στο Γέροντα. Ήθελα να της πω ότι δεν ήθελα να έρθω μα δεν τόλμησα. Κι έτσι φώναξα ότι ήθελα να έρθω με το παντελόνι. Η μαμά μου ήταν ανένδοτη κι έτσι μπήκα οργισμένη στο δωμάτιό μου και πίσω από την ασφάλεια της μοναξιάς μου τον έβρισα. Τον έβρισα τόσο, που μετά από τόσα χρόνια ακόμα ντρέπομαι για όσα είπα μονάχη στο δωμάτιό μου.

Μετά, βγήκα φορώντας τη φούστα μου, μπήκα στο αυτοκίνητο, σιωπηλή και πάντα με την ίδια οργή μέσα μου. Όταν φτάσαμε στο κελάκι του, μπήκαμε όλοι μέσα – εγώ απλά τυπικά θα του φιλούσα το χέρι και θα έφευγα τρέχοντας έξω. Εκείνο το απόγευμα ήταν η πρώτη φορά που με χαιρέτησε με το όνομά μου. Έλα Μάρω μου είπε και μου άπλωσε το χέρι. Θεέ μου πόσο μου άρεσε που άκουσα τη φωνή του να με λέει όπως με φώναζαν οι φίλοι μου! Και πόση ανακούφιση αισθάνθηκα, με την υποδοχή του! Ασφαλώς για να με υποδεχτεί έτσι για πρώτη φορά, ενώ εγώ είχα ξεσπάσει εναντίον του στο δωμάτιό μου, μάλλον δεν ήταν Άγιος. Μάλλον δεν ήξερε τι είχα πει…

Κι εκεί που πήγα μια ανάσα ανακούφισης τον άκουσα να μου λέει στοργικά- πολύ στοργικά: Μάρω θα μπορούσες να βγεις λίγο έξω, για να μιλήσω στο μητέρα σου;

Καλύτερα να άνοιγε η γη να με καταπιεί εκείνη την ώρα! Ήμουν σίγουρη ότι, ως Άγιος, όχι μόνο είχε ακούσει όλα όσα είχα ψιθυρίσει, αλλά θα τα έλεγε όλα στη μαμά μου! Βγήκα με την καρδιά μου να χτυπάει σαν τρελή κι όση ώρα περίμενα απ έξω είχα ετοιμάσει στη σκέψη μου την άμυνά μου: είχα φορτώσει κι ήμουν έτοιμη για μάχη! Κι όμως καμιά μάχη δε συνέβη. Δεν ξέρω τι της είπε, ξέρω όμως ότι όταν βγήκε από το κελάκι η μαμά μου μού ζήτησε συγγνώμη χωρίς να μου εξηγήσει γιατί. Ξέρω ακόμα ότι δεν μου επέβαλε ποτέ ξανά να πάω μαζί τους στο Γέροντα. Μόνη μου πήγαινα, από ντροπή, γιατί δεν άντεχα στην ιδέα ότι δεν ήθελα να πάω, γιατί ζήλευα τη σχέση που είχε η αδερφή μου μαζί του κι ας μην τον πήγαινα!

Ήθελα να τον αγαπάω κι ας μην τον αγαπούσα. Ήθελα να ένοιωθα την ευλογία του κι ας μην την ένοιωθα! Ήθελα να με θεωρήσει φιλαράκι του κι ας μην αισθανόμουν ότι ήταν δικός μου φίλος. Έπρεπε να βγω από το σκοτάδι της εφηβείας μου για να καταλάβω με ντροπή ότι εκείνος με είχε αποδεχτεί, έτσι όπως ήμουν. Κατάλαβα πως όταν δεν μου άπλωνε το χέρι να το φιλήσω, το έκανε όχι από αποδοκιμασία αλλά από αποδοχή. Στη μεταξύ μας σχέση εκείνος ήταν ο ειλικρινής κι εγώ η ψεύτικη. Εγώ πλησίαζα κι ας μην ήθελα, εκείνος όμως δεν άπλωνε το χέρι επειδή σεβόταν το φόβο και την αντίδρασή μου.

Εγώ καταπίεζα τη Μάρω, ενώ εκείνος την αποδεχόταν κι έκανε αυτό που η Μάρω ήθελε… Ακόμα και την οργή μου εκείνος την ερμήνευε σαν προσευχή. Δε μου έκανε καμιά νύξη για το Χριστό, δε μου έδωσε καμιά συμβουλή, δε μου μίλησε για θαύματα για να με πείσει. Κι όμως ξέρω πια ότι αυτή η σιωπή ήταν η πιο τρανή απόδειξη ότι με είχε αποδεχτεί σα φιλαράκι του, έτσι όπως ήμουν. Ίσως γι’ αυτό ήταν ο μόνος που δεν αντέδρασε όταν πέρασα στη Θεολογία. Όλοι οι άλλοι, φίλοι συγγενείς θορυβήθηκαν: Η Μάρω στη Θεολογία? Ακόμα κι εγώ η ίδια δεν ήξερα γιατί είχα βάλει τη Θεολογία ως πρώτη επιλογή. Εκείνος όμως δεν είπε τίποτα. Ούτε με συνεχάρη, ούτε θριαμβολόγησε. Κράτησε την ίδια σιωπηλή, ξεκάθαρη στάση που επιθυμούσε η ψυχή μου. Μερικές φορές σκέφτομαι ότι βλέποντας το αγρίμι μέσα μου, με ανέθεσε απευθείας στο Θεό κι αυτό είναι για μένα η μεγαλύτερη απόδειξη ότι με ένοιωθε φιλαράκι του…

Αυτή τη σχέση την παθιασμένη την είχα με το Γέροντα ως το τέλος. Εγώ δε μαλάκωσα ποτέ κι εκείνος δεχόταν πάντα την ορμή μου σαν δείγμα αγάπης. Τον ξαναπρόσβαλα το Γέροντα, άλλη μια φορά και πάλι πίσω από την πλάτη του – ως γνήσια θρασύδειλη! Πάλι Σάββατο ήταν κι εγώ ήμουν φοιτήτρια πια και είχα εξεταστική. Τη Δευτέρα έδινα μάθημα και στις 9 το βράδυ του Σαββάτου έμαθα ότι είχα διαβάσει λάθος ύλη. Πανικοβλήθηκα κι όταν η μαμά μου προσπαθώντας να με ηρεμήσει μου είπε «Βρε τι σκας? Αφού έχεις το Γέροντα!», εγώ έγινα ηφαίστειο που έσκασε: «Δε μας παρατάς με το Γέροντά σου! Τι να μου κάνει τωρα ο Γέροντας;»

Εκείνη την ώρα χτύπησε το τηλέφωνο κι όταν άκουσα τη μαμά μου να λέει: Γέροντα!… ναι εδώ είναι η Μάρω. Δίπλα μου!» ήθελα να έχει το πάτωμα μια καταπακτή για να χωθώ μέσα! Σα βρεμένο γατί πήρα το ακουστικό και η φωνή μου που τόσο σθεντόρια τον είχε αμφισβητήσει, τώρα είχε γίνει ψίθυρος. Την απορία του δε θα την ξεχάσω ποτέ: «Άραγε, ποια από τις δυο σας με επικαλέστηκε στ’ αλήθεια;» με ρώτησε, σα να ήθελε να με διαβεβαιώσει ότι εκείνος ως Άγιος δεν άκουγε λόγια του στόματος αλλά της ψυχής… «θα μπορούσες να έρθεις αύριο να διαβάσεις εδώ;» με ρώτησε με μια ευγένεια που όμοιά της δεν έχω συναντήσει.

Είπα ναι, όλο ντροπή και χωρίς άλλα λόγια έκλεισε το τηλέφωνο. Το άλλο πρωί στις 7 ήμουν με τους γονείς μου στη Μαλακάσα. Ο Γέροντας είχε δώσει εντολή να ανοίξουν ένα γραφείο για να περιμένω- κι ας είχε λειτουργία στο Ναό. Εκείνος με αποδεχόταν όπως ήμουν… Όταν με δέχτηκε στο κελάκι, μετά τις 10, πάλι δεν είχε πολλά λόγια: «Αχ και να πίστευες λίγο! 10 θα έγραφες!» μου είπε απαλά κι άνοιξε το βιβλίο τέσσερις φορές. «δεν πειράζει όμως. Και το 5 καλό είναι!»

Από τα τέσσερα θέματα διάβασα τα δύο. Τα άλλα τα βρήκα ανούσια και χαζά! Έπεσαν και τα τέσσερα κι εγώ πήρα 5! Καλό ήταν! Καλό μου έκανε! Άλλωστε πάντα με το Γέροντα 5 έπαιρνα. Το παραπάνω δεν το αντέχω, ούτε το αξίζω και το ξέρω. Μου αρκεί όμως αυτό το 5… με κάνει να νοιώθω ότι τον έχω κοντά μου κι αυτό μου αρκεί. Όσο για το ότι είναι Άγιος; Το ξέρω μα δε το αντέχει το μυαλό μου… ο γέροντας ήταν άγιος πάντα , μόνο ένας Άγιος θα άντεχε κάποιαν σαν εμένα.

Για μένα είναι Άγιος μα παραμένει ο Γέροντας, ο δικός μου Γέροντας, αυτός που χρησιμοποιεί την απιστία και τον εγωισμό και την αμφιβολία μου ως μέσα για να επικοινωνήσει μαζί μου. Είναι ο Γέροντας που δε με μάλωσε ποτέ, δε με κολάκεψε ποτέ, δε με εγκατέλειψε ποτέ μα μόνο με τα εντελώς απαραίτητα λόγια. Είναι ο Γέροντας που δε μου απαντά όταν απευθύνομαι σ’ αυτόν από υποκριτικό καθωσπρεπισμό και που με καλωσορίζει πάντα όταν του μιλάω απλά ως Μάρω…
Πηγή: www.eptalofos.gr


Ο Άγιος Παναγής Μπασιάς ...ένας πολύτιμος Άγιος

Ο Άγιος Παναγής Μπασιάς ...ένας πολύτιμος Άγιος

Ο άγιος Παναγής γεννήθηκε το 1801 στην Κεφαλληνία από ευγενή οικογένεια, ενώ από μικρό παιδί φανέρωσε ζωηρή ευφυΐα και μεγάλη αγάπη για την ανάγνωση των ιερών βιβλίων. Όταν πέθανε ο πατέρας του υποχρεώθηκε να αναλάβει την προστασία της μητέρας του και της αδελφής του και άρχισε να ασκεί το επάγγελμα του δασκάλου, παρά το νεαρόν της ηλικίας του. 
Σύντομα όμως παραιτήθηκε για να αποφύγει συμβιβασμούς υπό την πίεση των Αρχών της αγγλικής κατοχής , ως προς την πίστη του και τα πατριωτικά του αισθήματα, και άσκησε το επάγγελμά του ιδιωτικά, μέχρι την ημέρα που αποφάσισε να κόψει κάθε δεσμό με τον κόσμο εγκαταλείποντας την οικογένειά του και την σταδιοδρομία του και γινόμενος μοναχός στην Μονή της Παναγίας των Βλαχερνών στην νήσο Δίο.
Μετά από τις επίμονες παρακλήσεις της μητέρας του επέστρεψε στο Ληξούρι, χωρίς ωστόσο να απαρνηθεί την ασκητική βιοτή που διήγε σε όλη του την ζωή, κάτω από οποιεσδήποτε περιστάσεις. Χειροτονήθηκε πρεσβύτερος σε ηλικία τριάντα πέντε ετών και έκτοτε αφιερώθηκε ολόκληρος στην υπηρεσία της Εκκλησίας, με την καθημερινή σχεδόν τέλεση της θείας Λειτουργίας, με το κήρυγμα και κυρίως με το παράδειγμα των ευαγγελικών αρετών του. Στεκόταν στην εκκλησία ως στύλος προσευχής, και όταν έβγαινε το έκανε για να μοιράσει ελεημοσύνες, να επισκεφθεί δεινοπαθούντες ή να φέρει πίσω στο ποίμνιο παραστρατημένες ψυχές. Αρνήθηκε πάντα να διορισθεί σε κάποια ενορία, προκειμένου να αποφύγει τους βιοτικούς περισπασμούς και τις πιέσεις των κατακτητών, και εγκαταστάθηκε στο μονύδριο του Αγίου Σπυρίδωνος, απ’ όπου για πενήντα χρόνια μοίραζε σε όλο τον λαό της Κεφαλληνίας τους θησαυρούς που έκρυβε στην καρδιά του. 
Ακολουθώντας το παράδειγμα του αγίου Γερασίμουκαι του αγίουΆνθιμου του Τυφλού, ο παπα-Μπασιάς δίδασκε και διέδιδε την χάρη του Θεού στον λαό, δίχως ωστόσο να εγκαταλείπει το ερημητήριό του. Πήγαινε επίσης να λειτουργήσει σε όλα τα εξωκκλήσια που ήσαν διεσπαρμένα γύρω από το Ληξούρι, όπου μόλις γινόταν γνωστή η έλευσή του συναζόταν πλήθος πιστών. Είχε πουλήσει τα υπάρχοντα της οικογένειάς του και μοίραζε όλους τους πόρους του στους πτωχούς που θεωρούσε παιδιά του. Όταν ερχόταν στην πόλη, τον ακολουθούσε πάντα ένα σμάρι φτωχών γυναικών στις όποιες έδινε ό,τι είχε και δεν είχε, σε σημείο που να στερείται ο ίδιος τροφής. Ως νέος άγιος Νικόλαος, γνώριζε ποιά οικογένεια είχε ιδιαίτερη ανάγκη και παρενέβαινε για να την στηρίξει ή να στερεώσει την πίστη της στον Θεό. Η αγάπη του για τον πλησίον ήταν ανάμεικτη μάλιστα με τόλμη και συχνά έμπαινε σε ένα μαγαζί, άνοιγε το ταμείο και έπαιρνε ό,τι έκρινε αναγκαίο για τις ελεημοσύνες του. Μία ήμερα, ένας φούρναρης αρνήθηκε να τού δώσει αυτό που ζητούσε και η ζύμη του έμενε λιπανάβατη. 
Ο άγιος Παναγής είχε αποκτήσει το χάρισμα της προορατικότητος και της προφητείας, το οποίο χρησιμοποιούσε για να διορθώνει ψυχές. Σε εκείνους που επρόκειτο να πεθάνουν σύντομα με βίαιο τρόπο συνέστηνε να πάνε να εξομολογηθούν ή προειδοποιούσε με υπαινιγμούς όσους έμελλαν να διαπράξουν κάποιο σοβαρό αμάρτημα. Μία βροχερή νύχτα, συναντώντας στον δρόμο κάποιον που πήγαινε να αμαρτήσει, τού φώναξε: «Αμαρτία, αμαρτία, γύρισε σπίτι σου!» 
Μιαν άλλη φορά, μία μάνα που μόλις είχε χάσει τους δυο γιους της τον ένα πίσω άπό τον άλλο, έπεσε σε απόγνωση και εξεγέρθηκε κατά του Θεού. Ο άγιος ιερέας έτρεξε στο σπίτι της και καθώς εκείνη αρνιόταν να τού ανοίξει βρίζοντας τον, άνοιξε την πόρτα κάνοντας το σημείο του σταυρού. Όταν μπήκε στην σάλα, όπου βρίσκονταν τα πορτραίτα των δυο πεθαμένων, τα πρόσωπα ζωντάνεψαν και βγάζοντας πιστόλι αλληλοσκοτώθηκαν. Ο άγιος Παναγής αποκάλυψε τότε στην μητέρα τους ότι είχαν ερωτευθεί την ίδια γυναίκα και θα πέθαιναν με τον τρόπο αυτό αν δεν παρενέβαινε ο Θεός να αποτρέψει ένα μεγαλύτερο κακό. Μιαν άλλη φορά πάλι, μπήκε σε ένα σπίτι όπου έβραζε το τσουκάλι γιατί περίμεναν επισκέψεις και το αναποδογύρισε, επειδή είχε προηγουμένως προσέλθει ένας φτωχός και τον είχαν διώξει με άδεια χέρια. 
Αυτά όμως τα άφθονα χαρίσματα του Θεού δεν δόθηκαν στον παπα-Μπασιά δίχως να τον ταλαιπωρεί «σκόλοψ τη σαρκί» (=βάσανο, η φράση από τον απόστολο Παύλο, που ήταν σοβαρά ασθενής, βλ. Β’ Κορ. 12, 7). [...]
Ο άγιος Παναγής είχε αποκτήσει το χάρισμα της προορατικότητος και της προφητείας, το οποίο χρησιμοποιούσε για να διορθώνει ψυχές.Δέκα περίπου χρόνια μετά την χειροτονία του προσβλήθηκε από νευρασθένεια η οποία τον έκανε να χάνει τον έλεγχο του εαυτού του: έβγαζε κραυγές, ξύριζε τα γένια και τα μαλλιά του, πετούσε έξω ό,τι έβρισκε μπροστά του. Όταν συνήλθε μετά από έξι μήνες, απέδωσε την ασθένεια στις αμαρτίες του ["Νεκρός": κάποιοι όμως λένε πως ήταν ένας σαλός, όπως αναφέρεται πιο κάτω, δηλ. πως το έκανε επίτηδες, για να μην τον θεωρούν άγιοι και τον τιμούν]. Εν συνεχεία παρόμοιες κρίσεις επαναλαμβάνονταν κάθε δύο ή τρία χρόνια και προς το τέλος της ζωής του κάθε χρόνο. Τελικά έμεινε καθηλωμένος στο κρεβάτι τα τελευταία πέντε χρόνια της ζωής του. Δεν στερήθηκε ωστόσο τα χαρίσματα της προορατικότητος και ανακούφισης των ψυχών, ενώ ο λαός δεν έχασε επ’ ουδενί την αγάπη και την αφοσίωση του σ’ αυτόν. Απεναντίας, όλοι όσοι υπέφεραν από τα βάσανα και τις θλίψεις της ζωής ή βρίσκονταν σε δυσκολίες γνώριζαν πως η πόρτα του δωματίου του ήταν πάντα ανοικτή και ο άγιος ιερέας δεν έπαυσε να είναι ο πόλος έλξης και το κέντρο του εκκλησιαστικού βίου της Κεφαλληνίας.
Είχε αποκτήσει τόσο κύρος, ώστε συχνά παρενέβαινε δραστήρια για να διορθώσει τις αδικίες ή να επιτιμήσει τους υπεύθυνους για ανήθικες πράξεις και πάντα εισακουόταν ως η φωνή Θεού.
Αφού σήκωσε με υπομονή και ευχαριστίες στον Θεό τον σταυρό της μακράς και ταπεινωτικής του ασθένειας —την οποία ορισμένοι θεωρούσαν ένα είδος «δια Χριστόν σαλότητος»— ο άγιος Παναγής ¨κοιμήθηκε" στις 7 Ιουνίου 1888. Για δύο ημέρες και δύο νύχτες οι πιστοί προσέρχονταν να προσκυνήσουν το σκήνωμα του και η τιμή του δεν έπαυσε να αυξάνει αυθόρμητα, όχι μόνο στην Κεφαλληνία, αλλά και σε όλη την Ελλάδα, κυρίως μετά την ανακομιδή των λειψάνων του το 1976.
 
Γιατί είναι πολύτιμος ο π. Παναγής, ο άγιος; Γιατί ακόμα και τα κόκαλά του μιλάνε για την συνάντηση που είχε, για την χάρη, την ζωή για αυτό που φεύγει μέσα από τα χέρια μας και συμβαίνει όταν εμείς δεν είμαστε… Μας κάνει και σκεφτόμαστε τους λάθους στόχους μας και κυρίως μας έμαθε ότι η πίστη είναι ένας χορός που τον μαθαίνει κανείς χορεύοντας… Αλλιώς μπορεί να τα συζητά για χρόνια πολλά στις τηλεοράσεις και στα πάνεl την ώρα που η ζωή του χάνεται, ανεπιστρεπτί για πάντα.
Πηγή: trelogiannis


Πέμπτη 3 Απριλίου 2014

Μοναχισμός, η αυθεντική βίωση του Ευαγγελίου"









Μοναχισμός, η αυθεντική βίωση του Ευαγγελίου"Αρχιμ. Παύλου Ιωάννου, Ηγουμένου Ι.Μονής Αγίου Γεωργίου Αρμά 
«Το Ευαγγέλιον είναι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Το Ευαγγέλιον είναι το Μέγα της ευσεβείας Μυστήριον· ότι ο Θεός εφανερώθη εν σαρκί.
Εις αυτό το Ευαγγέλιον, εις το γεγονός της Θείας Ενανθρωπήσεως θεμελιούται η Εκκλησία. Αυτό είναι το περιεχόμενόν Της, Αυτό είναι η ζωή Της, Αυτό είναι η Εκκλησία. Εις την Εκκλησίαν βιώνομε το γεγονός της Θείας Ενανθρωπήσεως, ως προϋπόθεσιν της ιδικής μας θεώσεως. Επειδή ο Θεός ενηνθρώπησε δύναται να θεωθή ο άνθρωπος. Και αυτήν την θέωσιν, αυτήν τη μοναδικήν δυνατότητα υπερβάσεως του θανάτου, αναζητούμεν εις την Εκκλησίαν, δι΄ αυτό υπάρχει η Εκκλησία, αυτό προσφέρει η Εκκλησία.
Ο Μοναχισμός, ως η γρηγορούσα συνείδησις της Εκκλησίας υπενθυμίζει διαρκώς αυτήν την αλήθειαν. Καλεί όλον το πλήρωμα της Εκκλησίας να μην λησμονήση αυτόν τον στόχον, να μην παγιδευθή εις το σχήμα του κόσμου τούτου το οποίον παράγεται. Ο Μοναχισμός είναι μία διαρκής μαρτυρία του νοήματος της ζωής του ανθρώπου, μαρτυρία και του στόχου, αλλά και του τρόπου της ζωής. Ο Μοναχισμός πτερούμενος υπό του Θείου έρωτος είναι μία διαρκής μαρτυρία, αλλά και διαμαρτυρία, διά τον κίνδυνον η σχέσις του ανθρώπου μετά του Θεού να γίνη μία συμβατική σχέσις.
Ο Μοναχός εξέρχεται του κόσμου διά να ζήση την παρουσίαν του Θεού, αυτό το οποίον αποτελεί τον σκοπό της Εκκλησίας του Χριστού. Η έξοδος αύτη δεν σημαίνει άρνησιν της κοινωνίας ή της κοινωνικής ζωής αλλά ένταξιν αυτών εις την κοινωνίαν του Θεού.
Η έξοδος πραγματοποιείται ως πορεία προς την ελευθερίαν του Θεού και μετοχή εις αυτήν και συντελείται με την τήρησιν των εντολών. Ο Ορθόδοξος Μοναχισμός είναι ησυχαστικός. Η νοερά ησυχία του ορθοδόξου Μοναχού γεννάται από την μετάνοιαν και την εκζήτησιν της φυλάξεως των εντολών του Θεού. Ο Μοναχός είναι ο τύπος του αληθινού Χριστιανού, μία νήφουσα και συνεχώς ασκουμένη ύπαρξις, ασκουμένη εις το να απαρνηθή κάθε τι που δεν είναι Θεός ή το θέλημα του Θεού και να επιτύχη την ολοκληρωτικήν αναφοράν και αφιέρωσιν εις τον Κύριον.
Αι Μοναχικαί υποσχέσεις αι οποίαι σκελετώνουν την αυθεντικήν ζωήν των Μοναχών ευρίσκονται εις την Καινήν Διαθήκην και απηχούν τας απαντήσεις του Κυρίου εις τους πειρασμούς της Ερήμου. Με τας υποσχέσεις αυτάς η μοναχική άσκησις διατηρεί τον ευαγγελικό αυτής χαρακτήρα και νικά τους δαιμονικούς πειρασμούς με τους οποίους επιχειρείται η διαφθορά της ανθρωπίνης φύσεως και η αιχμαλωσία εις τον «ζωώδη ευτυχισμόν».
Ο Μοναχισμός βιούται ως μυστήριον μετανοίας αλλά και ως μυστήριον αγάπης. Ο Μοναχισμός είναι φιλάνθρωπος και μετρά τα πάντα με το μέτρον της αγάπης, της καθολικής σωτηρίας των πάντων.
Οφείλομεν να διαφυλάξωμεν τον Μοναχισμόν από τον κίνδυνον παραχαράξεώς του και εκδυτικισμού του. Βασική μέριμνα του αληθινού Μοναχού δεν είναι να κάνει κάτι, αλλά να είναι κάτι. Έργον του Μοναχού είναι η φανέρωσις της ζωής του Χριστού εν τη θνητί σαρκί αυτού.
Αποστολή του Μοναχισμού δεν είναι η υποκατάστασις του Ενοριακού έργου και της Ενοριακής ποιμαντικής δραστηριότητος. Οι άνθρωποι και δη οι νέοι δεν περιμένουν από τους Μοναχούς αυτά τα οποία τους προσφέρει ο κόσμος αλλά αυτό το οποίον αληθώς αναζητούν, αγιότητα, αλήθειαν και αγάπην, δηλαδή την ουσίαν της Μοναχικής Πολιτείας.
Εις το κατώφλιον της νέας χιλιετίας ο πατερικός λόγος ως κατάθεσις αληθείας αλλά και ως στόχος ζωής «Φως μοναχοίς άγγελοι, φως δε ανθρώποις Μοναχική πολιτεία» είναι υπέρ ποτέ άλλοτε σήμερον επίκαιρος».

Πέμπτη 20 Μαρτίου 2014

†. Πε 08-08-2013, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΗΣΥΧΑΣΜΟ, ΕΡΧΕΤΑΙ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ! (+playlist)


†. Πε 25-07-2013, ΔΡΑΣΤΙΚΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ! (+playlist)


†. Πε 18-07-2013, Η ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΤΟΥ ΗΣΥΧΑΣΜΟΥ! (+playlist)


†. Πε 11-07-2013, Ο ΗΣΥΧΑΣΜΟΣ! (+playlist)


Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2014

ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΜΕΡΕΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑΣ ΒΙΑΣ


" ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΜΕΡΕΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑΣ ΒΙΑΣ..."



"...Τελώντας την Λειτουργία προσεύχομαι βεβαίως για όλο τον κόσμο και δεν αμφιβάλλω ότι, ωσότου προσφέρεται στον κόσμο αυτό η θυσία αυτή της αγάπης, ο κόσμος θα διατηρηθεί στην ύπαρξή του.

Όταν όμως θα παύσει να προσφέρεται η θυσία αυτή, τότε αναπόφευκτα ο κόσμος θα κατακαεί στο πυρ του γενικού μίσους. Ναι, ακόμη και ως σήμερα δεν βλέπουμε στους αιώνες που πέρασαν τέτοια εποχή, κατά την οποία ο Χριστιανισμός έγινε σοβαρά δεκτός από τις ανθρώπινες μάζες.
Μπορούμε ακριβέστερα να πούμε ότι η απουσία της αγάπης του Χριστού από τις ψυχές εκείνων που με τη βία επάνω στους πιο αδύνατους άρπαξαν την εξουσία, οδήγησε στις φοβερές παραμορφώσεις όλης της ζωής της ανθρωπότητας, και εξαιτίας αυτού έγινε αδύνατη σε όλους η σαφής αίσθηση της παρουσίας του Θεού.
Στην τύφλωση από το μίσος οι άνθρωποι χάνουν τελείως την αίσθηση αυτή, και τότε γι’ αυτούς “πεθαίνει ο Θεός”.
Για την επιβεβαίωση της σκέψεώς μου έστρεψα από πολλού ήδη την προσοχή μου στο ότι και τα τέσσαρα Ευαγγέλια αρχίζουν με αναφορά στην προφητεία του Ησαΐου:


«Ετοιμάσατε την οδόν Κυρίου… Πάσα φάραγξ (δηλαδή υποβάθμιση και άσκηση βίας επάνω στους ανθρώπους) πληρωθήσεται και παν όρος (δηλαδή βίαιη κυριαρχία επάνω στους αδελφούς) ταπεινωθήσεται… και αι τραχείαι εις οδούς λείας, και (μόνο τότε) όψεται πάσα σαρξ το σωτήριον του Θεού».
Αν βρεις, να διαβάσεις τον υπέροχο εικοστό τέταρτο λόγο του οσίου Συμεών του Νέου Θεολόγου… 

Ο άγιος αυτός, σε συμφωνία με όλους εκείνους που προηγήθηκαν από αυτόν και με εκείνους που ήρθαν στον κόσμο μετά από αυτόν, λέει ότι «ο Θεός για τη ζωή στον κόσμο αυτό δημιούργησε πατέρα και υιό και όχι δούλο και μισθωτό… Η δουλεία προήλθε από την μεταξύ των ανθρώπων έχθρα, εξαιτίας της οποίας άρχισαν να πολεμούν ο ένας εναντίον του άλλου και ο ένας να υποδουλώνει τον άλλον. Και η εξαγορά των ανθρώπων εξαιτίας της φτώχιας και των ελλείψεων, που άρχισαν να κυριεύουν τους πιο αδυνάτους λόγω της απληστίας και της πλεονεξίας των ισχυρότερων… Χωρίς βία και φτώχια κανένας δεν θα γινόταν δούλος ή μισθωτός…».
Αυτός ο παραμορφωμένος από το μίσος των ανθρώπων κόσμος κρύβει από την όραση το Υπέροχο Πρόσωπο του Θεού. Ο Θεός δεν ενεργεί με βία· διαφυλάσσει με άγιον τρόπο την ελευθερία εκείνου που δημιουργήθηκε «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσίν» Του. Επιπλέον βλέπει με υπομονή και τις κακές ακόμη εκδηλώσεις της ελευθερίας του άνθρωπου. 
Και η υπομονή Του αυτή θα διατηρηθεί τόσο, ώστε να γίνει δυνατή η εμφάνιση του Αντιχρίστου, που θα αποπειραθεί να παραμερίσει τον Αληθινό Θεό και ακολούθως να ανακηρύξει θεό τον εαυτό του.
Την οδό του Αντιχρίστου θα συνοδεύσει αναπόφευκτα άσκηση παγκόσμιας βίας… Πολλοί θα σκανδαλισθούν με αυτό. Θα εγερθεί σ’ αυτούς το ερώτημα:
Πού είναι λοιπόν ο Θεός; Πού είναι η Πρόνοιά Του για κάθε κτίσμα;
Ανάμεσα σ’ αυτούς που σκανδαλίστηκαν ήταν και η δική μας φτωχή Αλεξάνδρα. Δεν αντιλήφθηκε τις οδούς του Θεού και υπερασπιζόμενη το ανθρώπινο δίκαιο απέρριψε τη δικαιοσύνη του Θεού. Τώρα όμως που βρέθηκε σε συνθήκες που μπορεί να δει ότι ο Θεός είναι δυνατός και μετά θάνατον να δώσει στον άνθρωπο το πλήρωμα της ζωής και της μακαριότητας, με απλότητα και χαρά θα προχωρήσει στη συνάντησή Του: «Μακάριοι οι πεινώντες και διψώντες την δικαιοσύνην, ότι αυτοί χορτασθήσονται»
(Αρχ. Σωφρονίου Σαχάρωφ, «Γράμματα στη Ρωσία» – επιστολή 45, αποσπάσματα. Εκδ. Ι.Μ.Τιμίου Προδρόμου –Έσσεξ, σ.210-213)pentapostagma.gr

Κυριακή 12 Ιανουαρίου 2014

ΟΙ ΜΟΝΑΧΟΙ ΩΣ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ

ΟΙ ΜΟΝΑΧΟΙ ΩΣ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ



   
Ἡ ὕπαρξη τῆς Ἐκκλησίας στόν κόσμο εἶναι ἡ καινούργια ζωή πού ἔφερε ὁ Χριστός στούς ἀνθρώπους. Εἶναι ὁ τόπος ἀπ΄ ὅπου ἐξαγγέλεται ὁ ζωντανός λόγος τοῦ Θεοῦ και γνωρίζεται ὁ ἀληθινός Τριαδικός Θεός καί ταυτόχρονα χαρίζεται ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ἀφανίζεται ὁ παλαιός φθαρμένος ἀπό τήν ἁμαρτία ἄνθρωπος καί φανεροῦται ὁ ἐν Χριστῷ ἀνακαινισμένος καί μεταμορφωμένος νέος Ἀδάμ.




Ὁ Χριστός ἐρχόμενος στόν κόσμο εἶπε: "Πῦρ ἦλθον βαλεῖν ἐπί τήν γῆν καί τί θέλω εἰ ἤδηἀνήφθη;" καί "Μή νομίσητε ὅτι ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην ἐπί τήν γῆν· οὐκ ἦλθον βαλεῖν εἰρήνηνἀλλά μάχαιραν". Ἡ διδαχή λοιπόν τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἕνα πῦρ κατερχόμενο ἀπό τόν οὐρανό πάνω στή γῆ καί σκοπό ἔχει νά καταργήση κάθε ἐναντιότητα, πού στοχεύει στήν ζωή καί προκοπή τοῦ ἀνθρώπου καί τήν ἀληθινή σχέση του μέ τόν Θεό δημιουργό του. Ἦλθε νά φέρη διχασμό καί πολεμική μεταξύ τῶν πιστευόντων εἰς τούς λόγους Του καί τῶν ἀπιστούντων καί πολεμούντων Αὐτόν.
Ὁ Χριστός εἶναι ἡ Ἐκκλησία, διά τῆς ὁποίας παρατείνεται καί μορφοῦται ἡ ζωή του στήν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων. Ἡ Ἐκκλησία ἦταν φυσικό, ὡς νέα καί ἀληθής κοινωνία, νά ἔλθη σέ ἀντίθεση μέ τήν κοσμική κοινωνία, ἡ ὁποία ἐμφορεῖτο ἀπό τήν ἐξουσιαστική καί βίαιη σκληρότητα τοῦ ἄρχοντος τοῦ αἰῶνος τούτου καί νά δημιουργήση ἐκ τῶν πραγμάτων ἀναπόφευκτη ἀντιπαλότητα. Ἡ Ἐκκλησία διακηρύσσει ἕνα κόσμο πού θά ἔλθη καί ἡ ἀληθινή ζωή της δέν ἐξαντλεῖται στά ὅρια τοῦ παρόντος αἰῶνος οὔτε μπορεῖ νά ἀποδεχθῆ τήν τάξη τοῦ αἰῶνος τούτου, οὔτε τήν αἰωνιότητα τοῦ κόσμου τούτου. Ἐνῶ ὁ κόσμος, πού δέν ἔχει μεταμορφωθῆ σέ Ἐκκλησία, δέν θέλει νά παρέλθη ὁ παρών αἰών καί αὐτή ἡ ἐμμονή του νά καταστήση τόν παρόντα αἰῶνα τήν μόνη ἐπιδίωξη τοῦ ἀνθρώπου, καθιστᾶ τήν Ἐκκλησία μέσα στόν κόσμο ἀναπόφευκτα ἐπαναστατική.
Ὁ π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ βλέπει στίς δομές τῆς Ρωμαϊκῆς κυριαρχίας μιά Ρώμη νά ἀναπτύσση μιά αὐτοσυνειδησία μέ ἔντονες ἀξιώσεις ἐσχατολογίας καί ἐθεωρεῖτο ἡ αὐτοκρατορία ὡς ἡ τελική καί τελειώτερη φάση τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας. Εἶχε ταυτόχρονα φρόνημα πολιτικό καί μεταφυσικό καί κατά συνέπεια ἀξίωνε ἀπόλυτη κυριότητα πάνω στόν ἄνθρωπο.
Οἱ Χριστιανοί δέν εἶχαν δυσκολία νά ἀναγνωρίσουν τήν ὕπαρξη τῆς Πολιτικής ἐξουσίας χάριν τῆς ἁρμονικῆς εὐταξίας τῶν ἀνθρώπων. Ἐξ ἄλλου ὁ Ἁπόστολος Παῦλος εἶχε διατυπώσει ἀκόμη καί μέσα ἀπό τήν ἐμπειρία τῶν σκληρῶν διωγμῶν τήν ἐκ Θεοῦ προέλευση τῆς κοσμικῆς Ἐξουσίας καί κατά συνέπειαν τήν ἀποδοχή της ἐκ μέρους τῶν Χριστιανῶν. Τό πρόβλημά τους ἦταν ἡ δυσκολία "νά ἀποδεχθοῦν ἄλλον Κύριο καί ἡ ἀφροσύνη νά ἐκχωρήσουν σέ ἄλλη βασιλεία, τήν ἐσχατολογική προσδοκία τους". Παρ΄ ὅλο πού δέν ἀπομακρύνονται ἀπό τήν ἱστορία καί τόν κόσμο, ἔνοιωθαν ἔντονα ὅτι ἦσαν πολίτες ἄλλης πόλεως. 
Ζοῦσαν ταυτοχρόνως σέ δύο ἐπίπεδα, τό χρονικό καί τό αἰώνιο. Ἀπό αὐτή τήν ἀντίθεση, τῶν ἡγετῶν τῆς Ρώμης νά λατρεύονται ὡς θεοί καί τῶν Χριστιανῶν νά ἐμμένουν στήν λατρεία τοῦ Τριαδικοῦ καί ἐν Χριστῶ φανερωθέντος στόν κόσμο ἀληθινοῦ Θεοῦ, ἐξεπήγασαν τά μαρτύρια τοῦ αἵματος τῶν χριστιανῶν τῶν τριῶν πρώτων αἰώνων πού εἶναι ἤδη γνωστά ἀπό τούς ἀποστολικούς χρόνους. Ὁ εἰρηνικός ἐπαναστατικός βίος τῶν χριστιανῶν καί ἡ ἄρνησή τους νά ὑπακούσουν στίς ἀξιώσεις τῆς ἐξουσίας καί νά ἐμμείνουν στήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ ἔπνιξαν στό αἶμα τήν ζωή τῶν πιστῶν ὅπου τελικός νικητής ἦταν ἡ Ἐκκλησία, γιατί ὁ ἀγώνας της ἦταν δίκαιος. Καί ἐπειδή ὁ Κύριος "δικαιοσύνας ἠγάπησεν" τόν δίκαιο ἀγῶνα τῶν πιό ἀγαπητῶν τέκνων του, πού μέχρι θυσίας τῆς ζωῆς τους τόν ἀγάπησαν, ἐδικαίωσε καί ἐστερέωσε ἐπάνω στήν ὁμολογία τους τήν Ἐκκλησία Του σάν σέ πέτρα ἀσάλευτη. Ἡ ὀρθοδοξία ἔκτοτε ὀνομάζεται μαρτυρική, γιατί ζοῦσε μέ ἐνθουσιασμό τόν παλμό τῶν μαρτύρων καί καλοῦσε τόν λαό νά μνημονεύη τούς μάρτυρας, γιά νά ἀξιωθοῦν νά γίνουν "κοινωνοί τῆς ἀθλήσεως αὐτῶν".
Ὅταν κατέπαυσαν οἱ διωγμοί, τό μαρτύριο τοῦ αἵματος τό διεδέχθη τό λεγόμενο μαρτύριο τῆς συνειδήσεως. Τόν τέταρτο αἰῶνα, ὅταν πλέον δημιουργήθηκαν συνθῆκες ἐλεύθερης λατρείας τῶν Χριστιανῶν, παρατηρεῖται ὁμαδική ἔξοδος μοναστικῶν κοινοτήτων στήν ἔρημο. Ψυχές, φλεγόμενες ἀπό σφοδρή ἀγάπη γιά τήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἐστρέφοντο ἀποκλειστικά πρός τήν ἀσκητική ζωή. Τό γεγονός αὐτό ἔχει ἕνα εἰδικό ἱστορικό βάρος. Δέν ἦταν ὅπως λένε πολλοί ἁπλῶς μιά μόνωση γιά προσωπική τελείωση, οὔτε ἀσφαλῶς ἕνα ἀνώτερο πεδίο τελειότητος προορισμένο γιά λίγους ἀνθρώπους. Ἦταν μιά προσπάθεια νά διατηρηθῆ τό ἰδεῶδες φρόνημα τῶν Χριστιανῶν τῶν τριῶν πρώτων αἰώνων, δημιουργῶντας μιά ἀληθινή χριστιανική κοινωνία ἔξω ἀπό τίς συμβατικότητες καί τά δεσμά πού δημιούργησε ὁ ἐναγκαλισμός τῆς κοσμικῆς Ἐξουσίας μέ τήν Ἐκκλησία.
Τό ἰδεῶδες τοῦ μοναχισμοῦ ἦταν ἡ ὑπενθύμιση καί ἐκπλήρωση τοῦ κοινοῦ χρέους ὅλων τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως αὐτό προσδιορίζεται ἀπό τίς ὑποσχέσεις πού δίνονται ἀπό τό βάπτισμα. Στούς πιστούς αὐτό τό χρέος ἀτονοῦσε μέσα στό κλίμα τοῦ ἐφησυχασμοῦ καί τῆς ἐπισημοποιήσεως τοῦ Χριστιανισμοῦ, πού ἀκολούθησε τό τέλος τῶν διωγμῶν. Καθώς λέγει ἕνας μελετητής τῶν ἀρχῶν τοῦ μοναχισμοῦ "τό παράδοξο δέν ἦταν ἡ μοναστική ζωή πού ἦταν κάτι καινούργιο στά τέλη τοῦ τρίτου καί ἀρχές τοῦ τετάρτου αἰῶνα, ἀλλά μᾶλλον ἡ ἐκκοσμικευμένη ζωή πού ζοῦσε τό πλῆθος τῶν Χριστιανῶν στά χρόνια πού σταμάτησαν οἱ διωγμοί. Οἱ μοναχοί στήν πραγματικότητα δέν ἔκαναν τίποτε ἄλλο, παρά νά διατηροῦν ἀμείωτο τό ἐνδιαφέρον, μέσα στίς μεταβληθεῖσες συνθῆκες, γιά τό ἰδεῶδες τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. ὅπως στήν εἰδωλολατρική αὐτοκρατορία ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία ἦταν ἕνα εἶδος ἀντιστασιακῆς κινήσεως, ὁ μοναχισμός ἦταν διαρκής ἀντιστασιακή κίνηση μέσα στήν χριστιανική κοινωνία". 
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος σέ κάποιο λόγο του εὐχόταν νά μή χρειαζόταν ἡ ὕπαρξη τοῦ μοναχισμοῦ ἄν μεταμορφωνόταν ὁλόκληρη ἡ κοινωνική ζωή σύμφωνα μέ τίς ἀρχές τοῦ Εὐαγγελίου. 

Ἡ φλόγα τῆς σφοδρῆς ἀγάπης πού ἔκανε τούς μάρτυρες νά θυσιάζωνται γιά τόν Χριστό, συνέχισε στίς καρδιές τῶν μοναχῶν οἱ ὁποῖοι ἐβάδιζαν "τῇ τοῦ Πρωτομάρτυρος Χριστοῦ στρατείᾳ", "θανατούμενοι ὅλην τήν ἡμέραν καί λογιζόμενοι ὡς πρόβατα σφαγῆς" καί ἀντιμετωπίζοντες ὄχι πλεόν τά ὄργανα τοῦ διαβόλου ἀλλά αὐτόν τόν ἴδιο. 

Ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ λέγει: "ὅ,τι οἱ μάρτυρες ἔπραττον κατά τήν νύκτα ἐκείνη πού ἐπληροφοροῦντο ὅτι θά μαρτυρήσουν, δηλαδή νηστεία ἀφ΄ ἑσπέρας, ἀγρυπνία, δοξολογία Θεοῦ καί ἐν ἀγαλλιάσει προσδοκῶντας τήν μεγάλη ὥρα τῆς συναντήσεως μετά τοῦ νυφίου Χριστοῦ, ὡς οἱ πέντε φρόνιμες παρθένες, αὐτό καί οἱ μοναχοί "οἱ τήν ἀόρατον μαρτυρίαν κληθέντες" κάθε μέρα καί νύχτα ἐπιτελοῦσαν, περιμένοντες τήν μεγάλη ἡμέρα τῆς ἐξόδου τους".

Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος στό βίο τοῦ Μ. Ἀντωνίου γράφει: "Μετά ταῦτα κατέλαβε τήν Ἐκκλησίαν ὁ κατά Μαξιμῖνον τό τηνικαῦτα γενόμενος διωγμός· καί τῶν ἁγίων μαρτύρων ἀγομένων εἰς τήν Ἀλεξάνδρειαν, ἠκολούθησε καί αὐτός (ὁ Ἀντώνιος) ἀφείς τό μοναστήριον λέγων· ἀπέλθωμεν καί ἡμεῖς ἵνα ἀγωνιζόμεθα κληθέντες ἤ θεωρήσωμεν τοῦς ἀγωνιζομένους. Καί πόθον μέν εἶχε μαρτυρῆσαι· παραδοῦναι δέ μή θέλων ἑαυτόν ὑπηρέτει τοῖς ὁμολογηταῖς ἐν τε τοῖς μετάλλοις καί ἐν ταῖς φυλακαῖς... ηὔχετο γάρ καί αὐτός μαρτυρῆσαι, καθά προεῖπον. Αὐτός μέν λυπουμένῳ ἐώκει (=φαινόταν νά λυπᾶται), ὅτι μή μεμαρτύρηκεν, ὁ δέ Κύριος ἦν αὐτόν φυλάττων εἰς τήν ἡμῶν καί τήν ἑτέρων ὠφέλειαν ἵνα καί ἐν τῇ ἀσκήσει, ἥνἐκ τῶν γραφῶν μεμάθηκε, πολλοῖς διδάσκαλος γένηται... ἐπειδή δέ ὁ διωγμός ἐπαύσατο ἀπεδήμησε, καί πάλιν εἰς μοναστήριον ἀνεχώρει καί ἦν ἐκεῖ καθ΄ ἡμέραν μαρτυρῶν τῇ συνειδήσει καί ἀγωνιζόμενος τοῖς τῆς πίστεως ἄθλοις".
Στό παραπάνω κείμενο βλέπομε τόν Καθηγητή τῆς Ἐρήμου νά φλέγεται ἀπό ἐπιθυμία γιά τό μαρτύριο τῆς συνειδήσεως ἐξ ἴσου μέ τόν πόθο νά μαρτυρήση "τῷ αἵματι". Γιατί τό ἕνα στηρίζεται στό ἄλλο. ὅταν διέρχεται διά μέσου τῶν ὀδυνῶν τῆς ἀσκήσεως ἡ γνώση καί ἐμπειρία τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, γεννᾶται αὐτομάτως ἡ νικηφόρος ἀνδρεία, πού ὁδηγεῖ τήν ψυχή στήν θυσία διά τοῦ μαρτυρίου, μέ τήν προϋπόθεση νά εἶναι θέλημα Θεοῦ, χωρίς νά ἐκβιάση μέ πρόκληση καί αὐθάδεια τά πράγματα. Καί ἐφ΄ ὅσον ὁ Θεός δέν θέλησε νά ἐντάξη τόν Μ. Ἀντώνιο στή χορεία τῶν μαρτύρων, ἐπανῆλθε στήν ἔρημο "μαρτυρῶν καθ΄ ἡμέραν τῇ συνειδήσει καί ἀγωνιζόμενος τοῖς τῆς πίστεως ἄθλοις". ἄφησε ἑπομένως στίς μετέπειτα γενεές τῶν μοναχῶν τήν μαρτυρία ὅτι οἱ μοναχοί βιώνουν ἀδιάλειπτα τήν συμμετοχή στό θάνατο τοῦ Χριστοῦ καί στά βασανιστήρια τῶν ἀθλητῶν τῆς πίστεως μέ ὄργανα τοῦ μαρτυρίου τους τήν ἄσκηση, τήν ὑπακοή, τά ποικίλα παλαίσματα, τήν ἔμπρακτη ταπείνωση καί τήν θυσιαστική ἀγάπη, μέσα στήν ἰσόβιο παλαίστρα πού εἶναι τό κελλί, περιμένοντες τόν φυσικό θάνατο σάν μετάθεση ἀγαθῆς ζωῆς, νεκροί ὡς πρός τόν κόσμο, "μνῆμα πρό μνήματος καί παλαίστραν τόν τόπον τοῦ μοναστηρίου ἔχοντες", κατά τόν ἅγιοἸωάννη τόν Σιναῒτη.

Ὁ ἅγιος Παχώμιος, ὅταν τόν παρεκάλεσε ἕνας μοναχός νά προσευχηθῆ γιά νά μαρτυρήση, βλέποντας μέ τό προφητικό του μάτι τό ἄκαιρον τῆς αἰτήσεως καί τοῦ ἐγχειρήματος, τοῦ ἀπάντησε: "Ὑπόμεινον τόν ἀγῶνα τοῦ μοναχοῦ γενναίως καί ἀμώμως ἀδελφέ... καί ἕξεις ἐν οὐρανοῖς τήν μετά μαρτύρων κοινωνίαν".
Πολλοί ἄλλοι Πατέρες θεωροῦσαν ὡς ἀληθινά ἀναίμακτο μαρτύριο τήν ἐπίμονη καί ὑπομονετική ἄσκηση. Ὁ ἅγιος Μακάριος λέγει ὅτι οἱ μοναχοί μοιάζουν "ὡς ἄνθρωποι βαστάζοντες εἰς χεῖρας αὐτῶν τό αἶμα αὐτῶν". Ὁ ἅγιος Διάδοχος Φωτικῆς γράφει γιά τούς ἀγωνιστές τῆς εὐσεβείας, δηλαδή τούς ἀσκητές, τά ἑξῆς: "Δεῖ οὖν εὐχαριστοῦντας ὑπομένειν τήν βουλήν τοῦ Κυρίου· τότε γάρ εἰς λόγον δευτέρου μαρτυρίου, τό τε συνεχές τῶν νόσων καί ἡ πρός τούς δαιμονιώδεις λογισμούς μάχη λογίζεσθαι... Καί διά τοῦτο ἐχρῆν μετά ἀσφαλείας καί ὑπομονῆς τό μαρτύριον τῆς συνειδήσεως ἡμῶν κατεργάζεσθαι ἐνώπιον Θεοῦ". Ὁ δέ ἅγιος Νεῖλος, ὁ μαθητής τοῦ Χρυσοστόμου, γράφει πρός τούς μοναχούς: νά ἀσκοῦν τήν ὑπομονή αὐτή μέ τήν ὁποία ἀσκοῦντο οἱ μάρτυρες "ἐπειδή τό τῆς συνειδήσεως μαρτύριον καί ἡμεῖςἀπαιτούμεθα". Ἀλλοῦ δέ ὀνομάζει τήν ἀσκητική μοναχική ζωή "στάδιον τῆς νοερᾶςὁμολογίας καί ἑτοιμασίαν πρό τόν ὑπέρ Χριστοῦ θάνατον".

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ἐκφράζεται παρομοίως μέ τούς ἄλλους Πατέρας, μέ μιά χαρακτηριστική διατύπωση περί μοναχισμοῦ ὡς μαρτυρίου: "Τιμήσωμεν... τούς Ἀποστόλους... τούς Μάρτυρας... καί τούς Ὁσίους Πατέρας ἡμῶν τούς θεοφόρους ἀσκητάς, τούς τό χρονιώτερον καί ἐπιπονώτερον μαρτύριον τῆς συνειδήσεως διαθλήσαντας. Τούτων πάντων ἀναθεωροῦντες τήν πολιτείαν ζηλώσωμεν τήν πίστιν, τήν ἀγάπην, τήν ἐλπίδα, τόν ζῆλον, τόν βίον, τήν καρτερίαν τῶν παθημάτων, τήν ὑπομονήν μέχρις αἵματος, ἵνα καί τῶν τῆς δόξης στεφάνων αὐτοῖς κοινωνήσωμεν". Παρατηρεῖ ὅτι τό μαρτύριο τῆς συνειδήσεως ὡς "χρονιώτερον καί ἐπιπονώτερον" εἶναι δυσκολώτερο ἀπό τό μαρτύριο τοῦ αἵματος, γιατί περιλαμβάνει ὅλο τόν ἐπίγειο βίο τῶν μοναχῶν.

Ὁ ἄγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης γράφει τά ἑξῆς: "Στῶμεν ἀδελφοί πρός τό κατά συνείδησιν διηνεκές μαρτύριον... τοῖς δάκρυσι, τῇ προσευχῇ, τῇ δεήσει, τῇ κατανύξει, τοῖς ἄλλοις ὑποπιασμοῖς τοῦ σώματος". Ὁ δέ ἀββᾶς Βαρσανούφιος λέγει: "τό ἀφῆσαι τό ἴδιον θέλημα, αἱματοχυσία ἐστί".
Αὐτή ἡ μαρτυρική ζωή πού ὑφίστανται οἱ μοναχοί στήν ἐξάσκηση τῆς ἐπί γῆς ἀποστολῆς τους ἀσφαλῶς δέν σημαίνει αὐτό πού συνήθως ἐννοοῦμε σήμερα, ὅτι δηλαδή ὁ μοναχός ἄγχεται καί ἀγωνιᾶ καί βασανίζεται. Εἶναι μιά ἑκούσια σύνθλιψη διά τῆς ὁποίας οἱ Πατέρες στοχεύουν στή βεβαιότητα τῆς σχέσεως μετά τοῦ Χριστοῦ τοῦ Πρωτομάρτυρος, τόν ὁποῖον "ἠγάπησαν" καί χάριν αὐτοῦ "ἐξέλεξαν ὁδούς σκληράς" μιμούμενοι τήν ἀγάπη Του πού τήν ἐσφράγισε μέ τήν ἐπί τοῦ σταυροῦ θυσία Του χάριν ἡμῶν. Δέν εἶναι μιά παθητική μοιρολατρεία. Ἀντίθετα εἶναι ἕνα ἀπόκτημα τελείας ἀγάπης, μιά δωρεά ἀλήκτου χαρᾶς, πού δέν ἀφήνει τόν ἐραστή τοῦ Θεοῦ νά "φεισθῆ ἑαυτοῦ εἰς τέλος". Δέν σημαίνει μόνο νά "ψωμίσω πάντα τά ὑπάρχοντά μου καί παραδῶ τό σῶμα μου ἵνα καυθήσωμαι", ἀλλά νά ἀποταχθῶ "πᾶσιν τοῖς ἑμαυτοῦ ὑπάρχουσιν" καί κυρίως ἀπό τό φρόνημα τῆς ἐγωϊστικῆς μονώσεως, πού προκαλεῖ τόν χωρισμό ἀπό τόν Θεό καί τούς ἀνθρώπους. Ἀγαπᾶ ὁ Κύριος τίς καρδιές ἐκεῖνες πού ἀκολουθοῦν τό "ἀρνίον ὅπου καί ἄν ὑπάγη" καί ἐπιθυμεῖ οἱ γνήσιοι ὁπαδοί του νά εὐρίσκονται στήν πορεία πρός τήν αὐτοεξουθένωση, ὥστε ἀπό τήν μηδενική αὐτή ἀρχή νά ἀναδημιουργήση τό Πνεῦμα τό ἅγιο τόν νέο ἐν Χριστῷ θεωμένο ἄνθρωπο. "Καρδίας θλιβείσης ἐξεπήδησαν ὕδατα", λέγει ὁ ἅγιος Κάλλιστος, πού σημαίνει δίδει αἶμα καί λαμβάνει Πνεῦμα, ὁ γνωστικός μοναχός.
Ὁ ἅγιος Πέτρος ὁ Δαμασκηνός παρομοιάζει τούς ἀγῶνες τῶν Πατέρων μέ τούς ἀγῶνες τῶν Ἀποστόλων καί Μαρτύρων λέγοντας: "Οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι καί Μάρτυρες οὐκ ἔμαθον τήν θεογνωσίαν καί τήν σοφίαν ἐξ ἀκοῆς ὡς ἡμεῖς, ἀλλ΄ αἵματος ἔδωκαν καί ἔλαβον Πνεῦμα κατά τό λεγόμενον ὑπό τῶν Γερόντων· δός αἶμα καί λάβε Πνεῦμα. Διά τοῦτο καί οἱ Πατέρες ἀντί μαρτυρίου αἰσθητοῦ κατά συνείδησιν ἐμαρτύρησαν, ἔχοντες ἀντί θανάτου σωματικοῦ τόν κατά προαίρεσιν, ἵνα νικήση ὁ νοῦς τά σαρκικά θελήματα καί βασιλεύση ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν".
Ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου τρεῖς πραγματικότητες μπορεῖ νά βιώση. Τήν παρά φύσιν ζωή, δηλαδή τήν πλάνη, τήν ζωή τῶν παθῶν, τήν κατά φύσιν, δηλαδή τήν ζωή τῶν αἰσθήσεων, καί τήν ὑπέρ φύσιν, δηλαδή τή ζωή τοῦ Πνεύματος. Κατά τόν ἅγιο Μάξιμο ὅποια ἀπό τίς τρεῖς καταστάσεις ζῆ κάθε φορά, ἀπέχει ἀπό τίς δύο ἄλλες. Γιά νά εἰσέλθη δέ στή ζωή τοῦ Πνεύματος εἶναι ἀνάγκη νά ὐπερβῆ τή ζωή τῶν παθῶν καί τῶν αἰσθήσεων. Αὐτή ὅμως ἡ μετάβαση ἀπό τή ζωή τῶν παθῶν καί τῶν αἰσθήσεων δέν εἶναι εὔκολο ἐγχείρημα. Προϋποθέτει γενναῖες ψυχές καί ἀποφασισμένες νά πολεμήσουν πρός τίς ἀόρατες δυνάμεις, οἱ ὁποῖες μέ ἀπάνθρωπη σκληρότητα ἀγωνίζονται νά κρατήσουν τόν ἄνθρωπο μακρυά ἀπό τήν ζωή τοῦ Πνεύματος. "ὅπου τό Πνεῦμα τό ἅγιον, ἐκεῖ ἀκολουθεῖ, οἶον σκιά, ὀ διωγμός καί ἡ πάλη" ἀναφέρει ὁ ἅγιος Μακάριος. Τά ὅπλα τοῦ Πνεύματος πού χρησιμοποιεῖ ὁ Μοναχός, κυρίως ἡ προσευχή, ὅσο κακό καί ζημιά κάνουν στά δαιμόνια, τόσο τά ἐρεθίζουν καί τά ξεσηκώνουν σέ πολεμική καί ἀντίθεση, ὥστε νά συμμαχοῦν καί νά συνασπίζoνται πολλά μαζί γιά νά μεταβάλουν τή διάθεση τοῦ ἀγωνιστῆ καί νά καταργήσουν τήν ἀποτελεσματικότητα τῶν ὅπλων του. ἔτσι καθιστοῦν αὐτόν πού δέ θέλει νά τούς ὑπακούση ἕνα ἐφ΄ ὅρου ζωῆς μάρτυρα πού εἶναι ἀποφασισμένος, προκειμένου νά ἀρνηθῆ καί προδώση τόν ἀγαπώμενο, νά δέχεται ὁποιοδήποτε πλῆγμα ἐφεύρει ἡ πονηρή διάνοιά του καί παραχωρήση ἡ ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ. ἕνας δαίμων εἶναι ἀρκετός νά ὀδηγήση ὁλόκληρη πόλη στά θελήματά τους, χιλιάδες δαίμονες ὅμως χρειάζονται γιά νά ἐξουδετερώσουν τό φρόνημα τοῦ προσευχομένου καί ἀγωνιζομένου μοναχοῦ, ἀναφέρει κάποιος ἅγιος. Ἐπειδή εἶχαν γνώση οἱ Πατέρες ὅτι ἡ πάλη δέν εἶναι "πρός αἶμα καί σάρκα, ἀλλά πρός τάς ἀρχάς, πρός τάς ἐξουσίας, πρός τούς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρός τά πνευματικά τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις", γιαὐτό τήν ἀνύστακτη καί ἐπίμονη πολεμική τους τήν ἀντιμετώπιζαν μέ τήν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ, κυρίως τήν ἀνύστακτη προσευχή, "προσευχόμενοι ἐν παντί καιρῷ ἐν Πνεύματι" κατά τόν Ἀπόστολο Παῦλο, μέ τήν νήψη καί προσοχή ὥστε νά μήν κατηγοροῦν κατηγοροῦν τούς ἄλλους γιά τά σφάλματά τους καί νά μή ἐπιδιώκουν νά περνοῦν τά θελήματά τους, πράξη ἀπ΄ ὅπου, κατά τόν ἀββᾶ Βαρσανούφιο, ὁδηγοῦνται στήν αὐτομεψία, τήν μετάνοια καί τά δάκρυα. Ἡ ταπεινοφροσύνη τέλος, ὁ καρπός ὅλων τῶν ἀνωτέρω ἐνεργειῶν, γίνεται τό πιό ἀποτελεσματικό ὅπλο μέ τό ὁποῖο ἐξουδετερώνεται πᾶσα ἡ δύναμις τοῦ ἐχθροῦ. Μέ τούς κόπους καί τούς ἱδρῶτες, πολλές φορές καί μέ τά αἵματά τους ἐφώναζαν τήν φωνή τοῦ Προφήτη Ἰωήλ: "Ἁγιάσωμεν τοιοῦτον πόλεμον καί ἄς ἐγερθῶμεν ὡς οἱ μαχηταί τοῦ Θεοῦ, πρός Αὐτόν ἀναβαίνοντες πάντες, ὡς ἄνδρες πολεμισταί".
Ἡ Ἐκκλησία μας ἐντάσσει στή χορεία τῶν Ἁγίων Πατέρων καί τίς γυναικεῖες ψυχές, οἱ ὁποῖες ξεπερνῶντας τό γυναικεῖο φρόνημα, ἀκολουθοῦν τό μοναστικό μαρτύριο μέ ἐξ ἴσου ἔμπονη ἀναγωγή πρός τόν Θεό, ἀγάπη καί πόθο γιά τήν ἄσκηση ἕως θανάτου, καθιστῶντας γνωστά τά μυστήρια τοῦ Θεοῦ καί στή δική τους φύση, ὅπως καί οἱ Πατέρες. ἕτσι οἱ ἀββᾶδες καί οἱ ἀμμᾶδες στήν ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καθίστανται οἱ καθοδηγητές τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, ὄχι μόνο ἐκ τῆς σπουδῆς καί τῆς μαθήσεως, ἀλλά κυρίως ἐκ τῶν παθημάτων τους. Μέ τή ζωή τους καί μέ τήν διά πολλῶν ἀγωνισμάτων κραυγή τους: Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ Υἱέ τοῦ Θεοῦ ἐλέησόν με, φανέρωσαν τήν ἀγωνία τοῦ πεπτωκότος ἀνθρώπου γιά σωτηρία καί λύτρωση καί τήν ἐμπειρία τῆς θείας κοινωνίας καί φωτοχυσίας. Ἀπέκτησαν τόν θρίαμβο τῶν Ἁγίων καί ἔγιναν ἀπλανεῖς διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας διά τῶν ὁποίων ἡ Ἐκκλησία ζῆ τήν παραδεδομένη ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ π. Σωφρόνιος λέγει ὅτι ὅταν δέν ὑπάρχει διωγμός "τήν θέσιν τοῦ μαρτυρίου λαμβάνει ὁ μοναχισμός". Ὁ κάθε ἀληθινός μοναχός ἐπιθυμεῖ τό μαρτύριο γιατί μέσα του μαρτυρεῖται ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ζωή τοῦ Μοναχοῦ εἶναι ἀπόλυτα ἀφιερωμένη καί δοσμένη στόν Σωτῆρα Χριστό. Καί ὅπως Ἐκεῖνος ἔδωσε τόν ἑαυτό Του γιά μᾶς, γιά τή σωτηρία μας καί θέλει νά γίνεται καθ΄ ἡμέραν ἄνθρωπος ἀπό ἀγάπη σ΄ ἐμᾶς, κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν θεολόγο, ἔτσι τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ κατασκευάζει τόν ἀληθινό Μοναχό καί Χριστιανό νά θέλη νά προσφέρεται καθ΄ ἡμέραν στόν Θεό μέ τόν πιό τέλειο τρόπο ἀγάπης πού εἶναιἡ θυσία καί νά ἀναδύεται κάθε στιγμή ἡ κατ΄ εἰκόνα Θεοῦ ἐρριζωμένη ἔφεση τοῦ ἀνθρώπου, νά γίνεται ὅμοιος μέ τόν Θεό καί θεός κατά χάριν.
Ὅταν ὁ διωγμός τοῦ αἵματος δέν ὑφίσταται στήν Ἐκκλησία διεξάγεται ἡ πάλη κυριαρχίας τῶν δυνατοτέρων ἐπί τῶν ἀσθενε-στέρων. Συνήθως οἱ ἄνθρωποι πού στεροῦνται τῆς γνησίας χριστιανικῆς ζωῆς, τῆς δυνατότητος δηλαδή νά προσλάβουν τόν Χριστό "καθώς ἐστι" ἀκόμη καί ῾ὅταν στεροῦνται καί αὐτῆς τῆς μέσης διανοητικῆς ἱκανότητας νά διεισδύσουν στά μυστήρια τῆς ζωῆς, γίνονται ἀναπόφευκτα μικροί τυρρανίσκοι.Ἀποδεχόμενοι τήν "ἰδίαν ἀντίληψιν" σάν τήν "ἐσχάτην τελειότητα" μάχονται νά τήν ἐπιβάλουν πάνω σ΄ ὅλη τήν δομή τῆς Ἐκκλησίας. Συσχηματίζονται μέ τούς ἄρχοντες τοῦς αἰῶνος τούτου, χρησιμοποιοῦν τά πορίσματα τῶν στείρων σκέψεών τους ὡς μέσα διοικήσεως τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, ἀπορρίπτουν τήν τελειότητα τῆς εὐαγγελικῆς ἐμπειρίας καί μάχονται πολλές φορές κατ΄ αὐτῆς καί τῶν ἐκφραστῶν της. Ἀπό δῶ οἱ ποικίλες παρεκλίσεις καί αἱρέσεις, οἱ συγκρούσεις καί οἱ διωγμοί, οἰ ἀλλοιώσεις τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας καί οἱ συγκριτισμοί τῶν διαφόρων χριστιανικῶν ὁμολογιῶν καί θρησκειῶν. Δέν διστάζουν ἀκόμη νά "μεταίρουν ὅρια αἰώνια" πού οἱ ἔμπειροι ἅγιοι Ἀπόστολοι καί Πατέρες ἔθεσαν γιά τήν διασφάλιση τῆς ἀλήθειας τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ μοναχισμός πού δέν εἶναι ἐπινόηση ἀνθρώπων ἀλλά ὅπως λέγει ὁ μακαριστός π. Σωφρόνιος "ἀποτελεῖ κατηγορικήν προσταγήν τοῦ πνεύματος ἡμῶν κατόπιν τῆς ἐπαφῆς αὐτοῦ μετά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος", καλεῖται μέσα στούς αἰῶνες καί εἰδικά σήμερα νά προσφέρη τήν μαρτυρία τῆς θλιβείσης ἀπό τούς ἀσκητικούς ἀγῶνες "καρδίας του" κατά τρόπο ἀποκαλυπτικό καί ὁμολογητικό, ἀκόμη καί μαρτυρικό, γιά τήν διάσωση καί διαιώνιση τῆς θείας ζωῆς. Ἡ ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ δέν μαρτυρεῖται μέ ἐπιστημονικές, λογικές ἤ πλειοψηφικές μαρτυρίες, ἀλλά ἀπό μαρτυρίες ἀποκαλυπτικές διά Πνεύματος Ἁγίου καί ἀπό ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι "ὤφθησαν ἐν τῷ τόπῳ τοῦ θεοῦ καί ἔφαγον καί ἔπιον" κατά τόν Προφήτη μετ΄ αὐτοῦ καί οἱ ἄνθρωποι αὐτοί εἶναι συνήθως ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι "κατά τό πλῆθος τῶν ὀδυνῶν αὐτῶν" ἐδέχθησαν τίς παρακλήσεις τοῦ Πνεύματος καί "εὐφράνθη ἡ ψυχή τους"ἀπό τούς γλυκούς καρπούς Του.
Ἡ παρακμή τῆς μοναχικῆς ζωῆς ἐξ αἰτίας τῆς πείσμονος ἐσωτερικής καί ἐξωτερικῆς πολεμικῆς πολλῶν, ἀκόμη καί ἐκκλησιαστικῶν ταγῶν, κατά τούς περασμένους αἰῶνες,ἔφεραν σοβαρό πλῆγμα στό ὀρθόδοξο ἐκκλησιαστικό σῶμα. Στίς ἡμέρες μας φαίνεταιἡ θεωρητικοπρακτική παρέκκλιση ἀπό τά δεδομένα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί Πατέρων καί θά φανῆ περισσότερο ἄν συγκληθῆ ἡ λεγόμενη μεγάλη πανορθόδοξη Σύνοδος. Ἡ μαλθακότητα πού δημιουργήθηκε στά μέλη τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τήν ἔλλειψη ἀσκητικῶν ἀγώνων,ἀπόρροια ἴσως καί τῆς γενικώτερης σύγχρονης ἐποχῆς, κατήργησε τήν ἀμεσότητα τῆς εὐαγγελικῆς ζωῆς, τήν λογικοποίησε καί ἐστέρησε τήν Ἐκκλησία ἀπό τήν "κατ΄ αἴσθησιν καρδίας" παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στίς καρδιές πολλῶν ἡγετῶν της. Ὁπότεἡ διαστροφή τῆς Εὐαγγελικοπατερικῆς παραδόσεως καί ἡ ὑποβάθμιση τῆς ἀξίας τῶν δογμάτων γιά τή διατήρηση τοῦ ἁγνοῦ ὀρθόδοξου ἤθους, παρουσιάζεται ἐμφανῶς στίς σύγχρονες διασκέψεις.
Οἱ Πατέρες δέν ἀπολυτοποιοῦν τίς ἀσκήσεις σάν αὐτοσκοπό στή ζωή τους. Δέν χαρακτηρίζεται σάν ἀληθινός χριστιανικός βίος αὐτός πού βγαίνει μέσα ἀπό ἀσκήσεις χωρίς σκοπό καί στόχο, ἀλλά ἡ συμμόρφωση τοῦ Χριστιανοῦ πρός τόν Χριστό, καί ἡ βίωση τοῦ θεανθρώπινου βίου Του, εἶναι τό χαρακτηριστικό γνώρισμα τοῦ ἀληθινοῦ ἐραστή τοῦ Θεοῦ. Ὁπότε ἡ ἔξοδος στήν ἔρημο δέν συντελεῖται μόνο τοπικῶς. Τό φιλοκαλικό πνεῦμα πού διαιωνίζεται μέσα σ΄ ὅλα τά πλάτη καί μήκη τῆς Ὀρθοδοξίας καθίσταται προσληπτόἀπό ὅλα τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ἀρκεῖ νά ἕπονται "τοῖς Πατράσιν ἡμῶν" σάν ἀληθινά τέκνα τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος θεολόγος λέγει ὅτι: "Πολλοί μέν τόν ἐρημικόν, ἄλλοι δέ τόν μιγάδα, ἤτοι τόν κοινοβιακόν, ἐμακάρισαν βίον, ἕτεροι δέ προῒστασθαι λαοῦ, νουθετεῖν τε καί διδάσκειν καί συνιστᾶν Ἐκκλησίας. Ἐγώ δέ οὐδέτερον τούτων τοῦ ἑτέρου προκρίναιμι οὐδε τόν μέν ἐπαίνου τόν δέ ψόγου ἄξιον εἴποιμι ἄν, ἀλλ΄ ἐν παντί καί ἐν πᾶσιν ἔργοις καί πράξεσιν ὁ διά Θεόν καί κατά Θεόν βίος παμμακάριστος".
Ἡ κοινή χριστιανική σφραγίδα πού χαρακτηρίζει ὅλους καί τούς ἐξισώνει μέ τούς μάρτυρες καί τούς ἀσκητές εἶναι ἡ θεία ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, τήν ὁποία ὁ Θεός "ἐκκέχυται ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν διά Πνεύματος Ἁγίου" καί ἀπό τήν ὁποία κανείς δέν χωρίζεται συμμορφούμενος πρός τόν βίο τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό τό θεῖο πῦρ "εἰσδεξάμενοι" ὁ χορός τῶνἈποστόλων καί Μαρτύρων καί Μοναχῶν ἐνεπνεύσθησαν νά ὑπερβοῦν, κατά τήν "Φιλόθεον Ἱστορίαν", "πάντων τῶν ὁρωμένων καί πάσης ζωῆς ἡδίστης". "Ἐρασθέντες" αὐτοῦ τοῦ θείου κάλλους ὅλοι ἐμεῖς οἱ φιλόθεοι κληρικοί παντός βαθμοῦ καί Χριστιανοί πάσης τάξεως καί ἀφοῦ θεωρήσωμε "αἰσχρόν" νά φανοῦμε ἀχάριστοι "περί τόν εὐεργέτην μας Θεόν" ἄς φυλάξουμε μέχρι θανάτου "τάς πρός τόν Θεόν συνθῆκας".
Αὐτή τήν ἀγάπη ἐγκωμιάζει καί ὁ Χρυσορρήμων Χρυσόστομος λέγοντας τά ἑξῆς: "Ἀγάπης οὐδέν, οὔτε μεῖζον οὔτε ἴσον ἐστίν, οὐδέ αὐτό τό μαρτύριον, ὅ πάντων ἐστί κεφάλαιον τῶν ἀγαθῶν... Ἀγάπη μέν γάρ καί χωρίς μαρτυρίου ποιεῖ μαθητάς τοῦ Χριστοῦ,μαρτύριον χωρίς ἀγάπης οὐκ ἄν ἰσχύσειε τοῦτο ἐργάζεσθαι... ". ἔτσι ἐξουδετερώνεται κάθε δικαιολογία πολλῶν πού λένε ὅτι ἐμεῖς δέν εἴμαστε μοναχοί νά ζοῦμε τέλεια ζωή, πού κατ΄ αὐτόν τόν τρόπο σχετικοποιοῦν τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ καί φθάνουν καί στήν παράβασηἀκόμη. Οἱ ἐντολές τοῦ Χριστοῦ ἔχουν ἀπόλυτο χαρακτῆρα "τουτέστι δέν ὑπάρχουν καί εἶναι ἀδύνατον νά ὑπάρχουν τοιαῦται ἐξωτερικαί συνθῆκαι, ὑπό τάς ὁποίας ἡ παραμονή εἰς τάςἐντολάς τοῦ Θεοῦ νά καθίσταται ἀδύνατος", σύμφωνα μέ τήν γνώμη τοῦ π. Σωφρονίου.Ἡ βιωματική ἔλλειψη πού χαρακτηρίζει πολλούς ἀπό ἐμᾶς, δέν εἶναι ἀδυναμία ἀλλά μᾶλλον σκόπιμη παραίτηση. Ἡ πρός τόν Θεό ἀγάπη γίνεται ἐφικτή ἀνάλογα μέ τό πόσο ἐργαστήκαμε στή ζωή μας τό καθ΄ ἑαυτόν μῖσος. "Εἴ τις ἔρχεται πρός με καί οὐ μισεῖ τόν πατέρα ἑαυτοῦ καί τήν μητέρα καί τήν γυναῖκα καί τά τέκνα καί τούς ἀδελφούς καί τάς ἀδελφάς, ἔτι δέ καί τήνἑαυτοῦ ψυχήν οὐ δυναταί μου μαθητής εἶναι".

Οἱ Μάρτυρες καί οἱ ἀσκητές ἀκολουθοῦν αὐτή τήν ἐντολή κατά γράμμα. Τό αἶμα τοῦ μαρτυρίου ἤ τῆς συνειδήσεως πού χύνουν τό παίρνει ἐπάνω Του ὁ ἴδιος ὁ Θεός ὡς "χιτῶνα σωτηρίου καί χιτῶνα εὐφροσύνης", ὅπως πῆρε τά πανάχραντα αἵματα τῆς Παναγίας πού ἀπό μικρό κοριτσάκι ἀγάπησε σφοδρῶς τόν Θεό, τό ἁγιάζει καί τό καθιστᾶ ἁγιαστική εὐλογία γιάὅλους ἐμᾶς. Τώρα μᾶς καλοῦν αὐτοί ἐν παντί καιρῷ καί τόπῳ νά συμμορφωθοῦμε "τοῖς λόγοις καί τοῖς ἔργοις" τοῦ Χριστοῦ καί τῶν φίλων αὐτοῦ.

Ο Ιβάν Σαββίδης χτίζει Εκκλησία στο Άγιον Όρος

Ο Ιβάν Σαββίδης χτίζει Εκκλησία στο Άγιον Όρος



ΤΟΝ ΕΣΤΕΙΛΕ Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΛΕΝΕ ΟΙ ΑΓΙΟΡΕΙΤΕΣ Ο Ιβάν Σαββίδης χτίζει Εκκλησία στο Άγιον Όρος  Σάββατο, 25 Μαϊου, 2013 | 13:53

Προσωπικότητα δυναμική και επιτυχημένη του Ελληνισμού της διασποράς, πολιτικός ,επιχειρηματίας και προσφάτως αθλητικός παράγοντας (ως μεγαλομέτοχος της ομάδας του ΠΑΟΚ), ο Ιβάν Σαββίδης είναι από τους ανθρώπους που τα τελευταία χρόνια συζητιέται έντονα.

Πέρα όμως από την πολιτική και επιχειρηματική του δράση, αυτό που δεν είναι γνωστό είναι ότι ο Ιβάν Σαββίδης αναλαμβάνει χωρίς τυμπανοκρουσίες το χτίσιμο ιερών ναών στην Ελλάδα και τη Ρωσία.

Υπερήφανος για τη (βαθιά) πίστη του, κρατάει καλά κρυμμένες από τη δημοσιότητα τις προσπάθειές του για την ενίσχυση της Ορθοδοξίας με όποιον τρόπο μπορεί.

Πρόσφατα ο Ιβάν Σαββίδης ανέλαβε το κόστος για το χτίσιμο του ναού του αγίου Νικοδήμου στο Αγιον Ορος, ενώ χρηματοδοτεί τουλάχιστον άλλους δύο ναούς. Για την προσωπικότητά του αλλά και για τα έργα που σιωπηρά επιχειρεί να φέρει εις πέρας μίλησε στη «δημοκρατία» ο π. Θεωνάς από το ιερό κελί Αγίου Γεωργίου Σκουρταίων της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Ορους.

Ο γέροντας π. Θεωνάς διατηρεί επί χρόνια πνευματική σχέση μαζί του και μας αποκαλύπτει όσα ο Ιβάν Σαββίδης δεν θα δημοσιοποιούσε πότε.

Πάτερ Θεωνά, μαθαίνουμε ότι με πρωτοβουλία του Ιβάν Σαββίδη χτίζεται ο ναός του αγίου Νικοδήμου στο Αγιον Ορος. Πώς έχει το γεγονός;

Να πω καταρχάς ότι αυτός ο άνθρωπος, με ευλογία του Θεού και της Παναγίας, ήρθε να μας βοηθήσει εδώ στο ιερό κελί του Αγίου Γεωργίου Σκουρταίων.

Τον κύριο Ιωάννη Σαββίδη ή Ιβάν Σαββίδη τον γνωρίζουμε από το 2007, τότε ήρθε για να προσκυνήσει στο κελί και βρήκε έναν ναό που χτίστηκε το 1970 προς τιμήν του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, γιατί σε αυτό το κελί εκοιμήθη ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης.

Αυτός ο ναός όμως κρίθηκε ακατάλληλος, διότι είχε πρόβλημα στατικό, γιατί είχε χτιστεί με άμμο θαλασσινή, εμείς κάναμε μια μελέτη για να μεγαλώσουμε τον ναό, εκφράσαμε αυτή την επιθυμία στον κ. Σαββίδη και είπε ότι θα μας καλύψει όλο το ποσό.

Να πω ότι με απόφαση του Κέντρου Διαφύλαξης Αγιορειτικής Κληρονομιάς και με απόφαση της μονής ο ναός κατεδαφίστηκε γιατί υπήρχαν προβλήματα στατικότητας. Ετσι, πριν από δύο χρόνια, την 14η Ιουλίου, μπήκαν τα θεμέλια του νέου ναού και ο κ. Σαββίδης ήταν αυτός που έβαλε τον θεμέλιο λίθο, με ευλογία του Οικουμενικού Πατριάρχου.

Ο άγιος Λαγκαδά και ο άγιος Θεουπόλεως ήταν εδώ και κάνανε τον αγιασμό, όπως και ο αντιπρόσωπος της μονής μας, ο οποίος δίνει ψυχή και σώμα γι' αυτόν τον ναό.

Ετσι ο κ. Σαββίδης θεωρείται ο κτήτορας του ναού και έτσι κτίζεται ο ναός όχι μόνο προς τιμήν του αγίου Νικοδήμου αλλά και του γέροντά του, του αγίου Παρθενίου του Σκούρτου.

Σημαντική όμως, όπως μαθαίνουμε, είναι και η προσφορά του κ. Σαββίδη στην Παναγία Σουμελά του Πόντου.

Οταν κάποτε τον ρώτησα «εντάξει, είστε ποντιακής καταγωγής, πώς έτσι με την Παναγία Σουμελά;», μου είπε ότι είχε κάνει ένα ταξίδι με 100 άτομα, με υπαλλήλους που έχει στις εταιρίες στο Ροστόφ, και εκεί αισθάνθηκε την ανάγκη να κάνει κάτι για το μοναστήρι, να ανοίξει το μοναστήρι και να γίνει έπειτα από τόσα χρόνια Θεία Λειτουργία.

Μου είπε ότι όσα ξόδεψε την πρώτη φορά, η Παναγία τού τα έδωσε διπλά και τριπλά. Μετέπειτα, όταν ο Οικουμενικός Πατριάρχης έκανε εκεί την πρώτη Θεία Λειτουργία, ο κ. Γιάννης έφερε δύο αεροπλάνα από το Ροστόφ και ένα αεροπλάνο από τη Θεσσαλονίκη, στο οποίο ήταν και η ταπεινότητά μου.

Το μοναστήρι ο κ. Γιάννης το έφτιαχνε επί τρία χρόνια. Αυτός αυτό το έργο το θεωρεί μεγάλη ευλογία της Παναγίας. Ομως ο κ. Γιάννης δεν χτίζει μόνο τον δικό μας ναό, χτίζει και τον παλαιό ορθόδοξο ναό στο Ροστόφ, όπου μένουν 3.000 Ελληνες.

Τον ναό αυτόν τον καταστρέψανε επί κομουνισμού, ο ναός αυτός τελείωσε και του Ευαγγελισμού έγινε η πρώτη Θεία Λειτουργία. Εδώ στην Ελλάδα βοηθάει και ένα γυναικείο μοναστήρι και χτίζει και ακόμα έναν ναό κάπου στην Αθήνα.

Πώς είναι ως άνθρωπος ο Ιβάν Σαββίδης;

Είναι ένας πάρα πολύ απλός άνθρωπος, έχει τη σύζυγό του την κυρία Κυριακή και δύο παιδιά, τον Γεώργιο και τον Νικόλαο. Τι να σας πω. Είναι πολύ απλός, ξέρω μάλιστα ότι δεν τρώει κρέας, παρά λαδερό φαγητό μία φορά την ημέρα, από αυτά που έχω δει και έχω ζήσει εγώ εδώ, αλλά και στη Ρωσία όπου με φιλοξένησε.

Είναι πολύ ελεήμων, βοηθάει πάρα πολλούς ανθρώπους, όχι μονάχα στην Ελλάδα, αλλά και στο Ροστόφ, όταν ακούει ότι κάποια οικογένεια έχει πόνο, κάποιο παιδί άρρωστο, συνδράμει και με γιατρούς και με χρήματα. Τον έχει στείλει η Παναγία για την Ελλάδα να βοηθήσει.

http://www.dogma.gr/default.php?pname=Article&art_id=2569&catid=3

Το Άγιον Όρος και η συνέχεια της παραδόσεως

Το Άγιον Όρος και η συνέχεια της παραδόσεως














Φωτογραφία για 3169 - Το Άγιον Όρος και η συνέχεια της παραδόσεως
Του Πρωτοπρεσβύτερου Γεωργίου Μεταλληνού

Είναι γεγονός, ότι στη χριστιανική αρχαιότητα υπήρξαν διάφορα μεγάλα μοναστικά κέντρα, στην Αίγυπτο, την Παλαιστίνη, τη Μικρασία, την Μεγάλη Ελλάδα. Με τον καιρό όμως παρήκμασαν. Από τον 10ο αιώνα το Άγιον Όρος αναζωογόνησε το μοναχικό βίο των άλλων παρηκμασμένων κέντρων και απέβη αυτό μοναστικός χώρος πανορθόδοξος και επισημότατος, που εφείλκυε το θαυμασμό όχι μόνο των Ρωμηών, αλλά και «των γύρωθεν εθνών», όπως παρατηρεί ο Αλέξιος A’ ο Κομνηνός, τα οποία «εσεμνύνοντο διά το μοναδικόν εις τα όρη της οικουμένης άγιον Όρος». Δίκαια, έτσι, σημειώνει ο π. Γεώργιος Καψάνης:Είναι μεγάλη ευλογία, ότι εν μέσω της Εκκλησίας ο Παντελεήμων Κύριος εφύτευσε τον παράδεισο του περιβολιού της Παναγίας, το άγιον Όρος, για να ζωογονεί όλη την Εκκλησία με τη μυστική ακτινοβολία της Χάριτος του Θεού, που σκηνώνει στους παλαιούς και νέους αγίους του, στα ιερά θεομητοροβάδιστα σκηνώματά του, στην αδιάκοπο και ζώσα μέχρι σήμερα αγιοπατερική παράδοσή του».

Έτσι συνδέθηκε στενότατα το Άγιον Όρος με τη ζωή και τους πνευματικούς αγώνες της Ελληνορθόδοξης Ρωμανίας (Βυζαντίου) και συνέχισε την πνευματική ακμή της. Γιατί ιδανικό της Ρωμηοσύνης δεν είναι η κατά κόσμον σοφία, αλλ’ η θεία. Όχι ο κατά κόσμον σοφός, αλλά ο κατά Θεόν σοφός, δηλαδή ο Άγιος. Δείγμα δε ακμής της Ρωμηοσύνης είναι το επίπεδο της πνευματικότητός της, δηλαδή οι Άγιοί της. Το Άγιον Όρος έγινε το θερμόμετρο της πνευματικότητος του Γένους μας, που δεν κυριεύθηκε από το σκότος, ούτε και στους αιώνες της δουλείας, γιατί ποτέ δεν έλειψαν σ’ αυτό οι θεούμενοι και τα θαυματουργό λείψανα, δηλαδή οι φορείς της Χάριτος.

Περαιτέρω ο κοινοβιακός μοναχισμός του Αγίου Όρους διέσωσε το υπαρκτικό πλαίσιο και πρότυπο (Modellο) της ελληνορθόδοξης κοινωνίας. Τόπος καταφυγής, ανανεώσεως και αναγεννήσεως αρχόντων και αρχομένων, κληρικών και λαϊκών, απέβη κανόνας στοιχήσεως των εν κόσμω κοινοτήτων – ενοριών και πνευματικός τροφοδότης της όλης ζωής τους. Κι αυτό σ’ όλη τη διάρκεια της βυζαντινής και μεταβυζαντινής περιόδου.

Ο τρόπος αυτός λειτουργίας του Αγίου Όρους κατέστη δυνατός, διότι το «Περιβόλι της Παναγίας» διασώζει την ενότητα και οργανική διασύνδεση πνευματικότητας και κοινωνικότητας. Σ’ αυτό η πνευματικότητα δεν οδηγείται ποτέ σε άσαρκο σπιριτουαλιομό, ούτε η πράξη σε απνευμάτιστο ακτιβισμό. Μέσα στα μοναστικά κοινόβιά του συνειδητοποιείται απόλυτα το γεγονός, ότι ο Χριστός δεν καταργεί τη βιωτική μας διάσταση, αλλά την αγιάζει και την καταξιώνει σε ζωή του Σώματός Του. Η πνευματικότητα διαφοροποιείται, έτσι, από την εξαΰλωση, τον δυαλισμό (τη «δαιμονο¬ποίηση» του σώματος), τη ρεμβώδη απραξία και κάθε είδος «νιρβάνα». Ο Χριστός μας ένωσε ολόκληρους στο Σώμα Του, για να μεταμορφωθεί σε «πνεύμα» —προσευχή και λατρεία όλη η ζωή μας. Και αυτό γί¬νεται, όταν και τις θεωρούμενες ως υλικές – βιωτικές πλευρές της ζωής μας, εντάσσουμε μέσα στην αλήθειά Του, τις απελευθερώνουμε δηλαδή με τη Χάρη και ενίσχυσή Του από την αμαρτία. Η ησυχαστική παράδοση της Ορθοδοξίας, που είναι η χριστιανική πνευματικότητα στην αυθεντικότητά της, είναι αυτό που διέσωσε και διασώζει το Άγιον Όρος.

Όπως γράψαμε κάπου παλαιότερα, «ο ησυχασμός δεν νοείται στην ορθοδοξία ως κατάσταση ανενεργού απραξίας. Οι ησυχαστές είναι κυριολεκτικά πνιγμένοι στη δράση. Ο ησυχαστής αγωνίζεται να επιτύχει την υπέρβαση της αναγκαιότητας και του δαιμονικού και να φθάσει στην ελευθερία της Χάρης, με την απελευθέρωση από τα πάθη και με τον αγιοπνευματικό φωτισμό. Ο κεκαθαρμένος ησυχαστής δεν ζει πια για τον εαυτό του, αλλ’ είναι όλος αγάπη. Αυτό φαίνεται στη δομή του κοινοβιακού μοναστηριού. Μέσα σ’ αυτό δεν αποκλείονται οι καθαρά υλικοβιωτικές δραστηριότητες. Και εκεί θα βρούμε τον γιατρό, τον οικονόμο (το διαχειριστή των υλικών αγαθών), τον τσαγκάρη, τον φούρναρη, το ράφτη, τον μουλαρά. Στη μοναστική όμως αδελφότητα όλ’ αυτά δεν είναι κερδοσκοπικό επαγγέλματα, αλλά προσφορά διακονίας αγάπης. Γι’ αυτό όλες αυτές οι «εργασίες» όχι μόνο δεν γίνονται εμπόδιο στην «αδιάλειπτη» προσευχή, αλλά μετουσιώνονται και αυτές σε προσευχή, αφού στοχεύουν στη λειτουργία του εκκλησιαστικού σώματος, λει-τουργούν το μυστήριο της αγάπης. Προσευχή κάνει ο μοναχός και ως τσαγκάρης, φούρναρης ή μουλαράς. Η βιωτική απασχόληση αλλοιώνεται πνευματικά σε «λογική λατρεία», (Ρωμ. 12,1). Το μοναστικό κοινόβιο δείχνει σε τελευταία ανάλυση, πως είναι δυνατόν η κοινωνικοπολιτική διακονία να αναχθεί σε εκκλησιαστική πράξη, λειτουργία».

Τη μεγαλύτερη μάλιστα κοινωνική προσφορά, παρά τα αντιθέτως πιστευόμενα, δεχόμαστε εμείς οι εν τω κόσμω από τους ερημίτες και ασκητές του Αγίου Όρους, που αγρυπνούν στην ερημιά τους, ενωμένοι πνευματικά με το κοινόβιό τους, και προσεύχονται αδιάλειπτα και γι’ αυτό, αλλά και για όλο τον κόσμο.

Η Ρωμηοσύνη στα χρόνια του Βυζαντίου και της δουλείας είχε το Άγιον Όρος ως πνευματική της κολυμβήθρα, στην οποία βαπτιζόταν αδιάκοπα όλη η ζωή της. Μόνο μετά την Επανάσταση του 1821 και κυρίως από την ίδρυση του Ελληνικού Κράτους (1828/ 1833) η πορεία του Ελληνισμού θα δένεται όλο και στενότερα με τη Δύση – Ευρώπη σε όλο το φάσμα της εθνικής ζωής. Στο σημείο δε αυτό ακριβώς αναδύεται η σημασία του Αγίου Όρους για την εποχή μας.

Το Άγιον Όρος και η σύγχρονη αλλοτρίωση.

Ο μέγιστος κίνδυνος του Νεωτέρου Ελληνισμού είναι η απώλεια της ταυτότητάς του, η αλλοίωση δηλαδή της ουσίας του, που επέρχεται με την αναίρεση της ιδιαιτερότητας του. Καμμιά δε απολύτως σημασία δεν μπορεί να έχει η ύπαρξη Ελληνικού Κράτους χωρίς Έλληνες Η αλλοτρίωση πραγματοποιείται εθνικά με την αποσύνθεση του πολιτισμού μας και την απορρόφησή του από κάποιον άλλο. Σ’ όλη τη διάρκεια της Αραβοκρατίας και Τουρκοκρατίας ο ρωμαίικος πολιτισμός δεν αλλοτριώθηκε. Αντίθετα, ανανεώθηκε και ανασυντάχθηκε. Ο κίνδυνος παρουσιάσθηκε αδυσώπητος στη συνάντησή του με τον φράγκικο πολιτισμό της Ευρώπης. Η συνάντηση αυτή άρχισε ήδη τον 14ο αιώνα να λαμβάνει επικίνδυνο χαρακτήρα. Είναι δε γεγονός ότι ανάμεσα στους δύο αυτούς πολιτισμούς καμμιά σύμπτωση δεν είναι δυνατή, παρά τις γνωστές θεωρίες περί «μετακενώσεως» και «συγγενείας» ελληνικού και φράγκικου πολιτισμού. Ανάμεσά τους υπάρχει διαμετρική αντίθεση. Είναι «άλλο και άλλο», για να επαναλάβουμε μία προσφιλή διατύπωση του Μεγάλου Αγιορείτη Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Ο πρώτος είναι πολιτισμός θεοκεντρικός – θεόνομος, κοινοτικός, αρματοδρόμος, αφού στοχεύει στη θέωση. Ο δεύτερος αντίθετα είναι ανθρωποκεντρικός, ατομοκρατικός και ρατσιστικός, εγκοσμιοκρατικός με στόχο την εγκόσμια επιτυχία ως ενδοκοσμικό ευδαιμονισμό.

Η ανάμειξη του ελληνορθοδόξου με τον φραγκικό πολιτισμό, που επί αιώνες τώρα συνεχίζεται, οδηγεί αλματωδώς στην αλλοίωση του πρώτου και την εκφράγκευσή του, κυρίως λόγω των αισθημάτων μειονεξίας εκείνων των Ελλήνων, που πρώτοι έρχονται σε επαφή με το δυτικό πολιτισμό, δηλαδή των διανοουμένων, των πολιτικών και εκπροσώπων των οικονομικά ευρωστοτέρων τάξεων. Όσοι από αυτούς κατέχονται από αισθήματα κατωτερότητας λόγω άγνοιας της πολιτιστικής Κληρονομιάς του Γένους, οδηγούνται στην «ξενομανία» και «ξενοδουλεία», που τη μεταδίδουν σ’ όλους τους χώρους της εθνικής ζωής, γιατί αυτοί ως εθνική ηγεσία διαμορφώνουν την κοινωνική μας πραγματικότητα.

Αποδεικνυόμεθα δε τελείως άοπλοι απέναντι στην εισβολή των ξένων πολιτισμικών στοιχείων, γιατί μάθαμε να δεχόμασθε αναντίρρητα τα κριτήρια των ξένων για την αξιολόγηση του δικού μας πολιτισμού. Η «γιββωνική» θεώρηση του Βυζαντίου συνεχίζεται από την εποχή του Κοραή μέχρι σήμερα και έπρεπε πρώτοι οι Ευρωπαίοι (Κ. Krurnbaeher κ.λπ.), να αποτιμήσουν θετικά το Βυζάντιο, για να αρχίσουμε και μείς να προσέχουμε τα δημιουργήματά του, μολονότι μέχρι σήμερα ο κοραϊκός αντιβυζαντινισμός επηρεάζει την λεγομένη «προοδευτική» παράταξη σε σημείο, που να μη μπορεί να δει το Βυζάντιο / Ρωμανία περισσότερο από ένα μουσείο, που έχει κάποια αξία, αφού το θαυμάζουν οι ξένοι και πληρώνουν, για να δουν τα εκθέματά του!

Η αποσύνθεση του πολιτισμού συντελείται με την υποκατάσταση των επί μέρους στοιχείων του (π.χ. εγκατάλειψη του παραδοσιακού αρχιτεκτονικού ρυθμού με τη λύση του τσιμέντου και της τσιμεντούπολης). Υπάρχει δε ένα αξίωμα στη διαπάλη των πολιτισμών: όταν ο έπηλυς πολιτισμός καταπίνει και αφομοιώνει τον εγχώριο, η απώλεια της ταυτότητος είναι πληρέστερη. Είναι δε γνωστή και η αποσυνθετική διαδικασία. Ο πολιτισμός, ως πλαίσιο ζωής, είναι συνισταμένη πολλών παραμέτρων. Όλα δε τα συστατικά στοιχεία του συνδέονται μεταξύ τους και συνιστούν μίαν αλυσίδα. Αν λοιπόν χαθεί κάποιος κρίκος, διασπάται η αλυσίδα και χάνεται η καθολικότητα. Ένας δε νοθευμένος πολιτισμός είναι νεκρός, γιατί χάνει πια κάθε δυνατότητα αυτοσυνειδησίας.

Υπάρχουν σημαντικά παραδείγματα μιας τέτοιας διασπάσεως της πολιτισμικής αλυσίδας στο δικό μας χώρο, που τα αναλύει ο Arnold Toynbee. Π.χ. η αλλαγή του αλφαβήτου σε λατινικό, που έκαμε ο Κεμάλ Ατατούρκ, ήταν το αποφασιστικό βήμα για τον εκδυτικισμό της γείτονος Τουρκίας. Ένα Νοσοκομείο για τους ξένους τεχνικούς στην Αίγυπτο του 19ου αιώνα έγινε η είσοδος της Δύσεως στην ανατολική αυτή Χώρα. Κατά τον Toynbee «Ο θρίαμβος της δυτικοποιήσεως και όχι ο θρίαμβος του βαρβαρισμού και της θρησκείας ήτο εκείνος, που τελικώς επεξειργάσθη την κατάρρευσιν της Οθωμανικής αυτοκρατορίας» Ειδικότερα δε για τη δική μας κοινωνία θα δηλώσει· «Εις την ιστορίαν της ορθοδόξου χριστιανικής κοινωνίας η τελευταία πράξις υπήρξεν όχι ο θρίαμβος του βαρβαρισμού και της θρησκείας, όπως διατεινόταν ο Γίββων, αλλά ο θρίαμβος του ξένου πολιτισμού, ο οποίος κατέπιε την ετοιμοθάνατον κοινωνίαν ολόκληρον και ενεσωμάτωσε την υφήν της εις τους ιδικούς του κοινωνικούς ιστούς». Αυτό που ιδιαίτερα ενδιαφέρει εδώ είναι η επισήμανση της αλλοτριωτικής διαδικασίας στο δικό μας χώρο από ένα ειδικό μελετητή των πολιτισμών και μάλιστα ευρωπαίο.

Η τραγικότητά μας συνίσταται στο ότι αδυνατούμε σήμερα να κατανοήσουμε τις μεταβολές, γιατί ζούμε μέσα σ’ αυτές και συνυπάρχουμε με όλες τις αδυσώπητες συνέπειές τους. Αισθητότερα όμως κατανοούσαν και την μικρότερη μεταβολή οι σύγχρονοι, όπως άλλωστε και οι σημερινοί Αγιορείτες, όταν μετά από μακρά εγκαταβίωση στο Όρος τους αναγκάζονται να επισκεφθούν την Αθήνα ή άλλα αστικά κέντρα.

Οι πατέρες μας όμως του 19ου αιώνα ζούσαν την αλλοτρίωση σε κάθε της βήμα. Οπτικά, βλέποντας τη νέα ζωγραφική και «αγιογραφία» ή τη νέα Αρχιτεκτονική των πόλεών μας. Ακουστικά, ακούοντας τη νέα μουσική, που εισέδυε και σ’ αυτούς τους Ναούς ως «κανταδιστική τετραφωνία». (Ο Κ. Οικονόμος θα υπογραμμίσει εδώ το πρόβλημα των τραγουδιών των Μισσιοναρίων, που με τα κατηχητικά τους μεταδίδονταν στην ελληνική νεολαία). Υπαρξιακά, ζώντας καθημερινά την εντεινόμενη αλλαγή σ’ όλο το κλίμα της κοινωνίας. Η εισβολή της Δύσεως στη Χώρα μας τον 19ο αιώνα ήταν καταλυτική, ώστε να μπορούμε να μιλούμε για την «κατ’ ανατολάς Δύσιν».

Ορισμένοι κοινωνικοί χώροι λειτούργησαν ως κέντρα αυτής της αλλοτριώσεως, με πρώτο το βασιλικό παλάτι. Το οθωνικό παλάτι θα διαμορφώσει τη νέα ελληνική κοινωνία στα πλαίσια της αστικής τάξης. Οι θυγατέρες του βαυαρού πρωθυπουργού Άρμανσπεργκ εισάγουν το πρώτο πιάνο στη μικρή ναυπλιώτικη και αθηναϊκή κοινωνία και μεταδίδουν στη δική μας «αριστοκρατία» την εντύπωση, ότι λίγο πιάνο και λίγα γαλλικά στοιχειοθετούν τα προσόντα μιας κόρης καλής οικογενείας. Η κ. Άρμανσπεργκ εξ άλλου πρωτοστατούσε στη δυτικοποίηση της υψηλής κοινωνίας, μεταδίδοντας την τάση για επίδειξη και πολυτέλεια. «Πάντα ταύτα συμβαίνουν εις μίαν κοινωνίαν με πλαίσιον δημοκρατικόν, ως είναι η ελληνική», γράφει ο Σπ. Μαρκεζίνης. Οι δεξιώσεις των Ανακτόρων μετέβαλλαν σε Ευρώπη τη μετεπαναστατική ελληνική κοινωνία, σε σημείο, που ο θρυλικός Γέρος του Μωριά να πει αγανακτισμένος, όταν είδε το πρώτο βαλς να χορεύεται στην καταφώτιστη αίθουσα: «Αυτό είναι μισή αμαρτία»… Έτσι άνοιξε η νεογέννητη Ελλάδα τις πύλες της στην Ευρώπη.

Το Άγιον Όρος όμως ανθίσταται ρωμαλέα στη διείσδυση κάθε ξένου στοιχείου. Υψώνει το τείχος της δικής του παραδόσεως και διασώζει τις προϋποθέσεις του ελληνορθόδοξου πολιτισμού. Ο αγώνας αυτός — απέναντι στη Δύση— συνεχίζεται αδιάπτωτος απ’ τον 12ο αιώνα, για να μη εισέλθουν στην ορθόδοξη ανατολή οι φραγκικές διαφοροποιήσεις στο χώρο της θεολογίας και πνευματικότητας, οι ρίζες δηλαδή του νεωτέρου δυτικού πολιτισμού. Ο Αγώνας θα κορυφωθεί τον 14ο αιώνα, όταν ο Ησυχασμός με πρωταγωνιστή τον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά θα αποκρούσει γενναία τη Φραγκιά και τα πνευματικά θεμέλια του πολιτισμού της. Αντίβαρο στο δυτικότροπο διαφωτισμό θα αναδειχθεί η νέα φιλοκαλική αναγέννηση των «Κολυβάδων», των Αγιορειτών δηλαδή Ησυχαστών Πατέρων του 18ου αιώνα σε μια κρίσιμη καμπή της ιστορίας μας.

Το Άγιον Όρος προβάλλει αδιάκοπα τη σθεναρότερη αντίσταση στην προσπάθεια της Δύσεως να υποτάξει την Ανατολή. Και δεν πρόκειται για κάποια αφελή επιχείρηση του δυτικού κόσμου χωρίς συγκεκριμένη στοχοθεσία, αλλά για άρτια οργανωμένη — κάθε φορά εκστρατεία στα πλαίσια του δυτικού πολιτικού επεκτατισμού. Η μετάδοση του πολιτισμού ως τρόπου ζωής είναι άλλωστε η ουσιαστική προϋπόθεση της πολιτικής υποδουλώσεως – εξαρτήσεως. Θα επιτραπεί στο σημείο αυτό μια σύντομη παρενθετική διασάφηση.

Η ευρωπαϊκή αποικιοκρατία επεδίωξε πάντα να μεταβάλει την αποικία σε πιοτή εικόνα – αντίγραφο της μητροπόλεως, για να μπορεί να εφαρμόζει καθολικά η αρχή «των συγκοινωνούντων δοχείων» ανάμεσά τους. Ο ιμπεριαλισμός, ως διάδοχος κατάσταση της αποικιοκρατίας, πάλι επιδιώκει να καταστήσει τις εξαρτώμενες χώρες περιφέρεια του κέντρου εξαρτήσεως, δηλαδή μεταπρατικό χώρο, όχι μόνο οικονομικά, αλλά και πνευματικό. Η καθολική εξομοίωση διευκολύνει την επέκταση της μητροπόλεως στη μικρή χώρα και τη δυνατότητα απόλυτης επιρροής. Η οικονομική άλωση είναι γι’ αυτό ανάγκη να συμπληρωθεί από την πνευματική. Έτσι εξηγείται, γιατί και στις ημέρες μας μια οικονομική ένωση κρατών απαιτεί προσαρμογή σύνολης της νομοθεσίας και ζωής των μικρότερων εταίρων στα πλαίσια των ισχυροτέρων μελών της. Το ερώτημα όμως είναι τί θα προσφέρουν τα μικρά έθνη σε μια τέτοια ένωση, αν αφομοιωθούν πολιτιστικά- πνευματικά, έκτος από την ολοτελή υποδούλωσή τους; Αλλά στο σημείο αυτό χρειάζεται μια άλλου είδους εξήγηση.

«Ο φαινομενικός αντιδυτικισμός του συγγραφέα δεν σημαίνει, ότι είναι και πραγματική αποστροφή απέναντι στην (οποιαδήποτε) Δύση. Δεν σημαίνει, περισσότερο, άρνηση και απόρριψη της Ευρώπης ‘άνευ ετέρου’, αφού πιστεύει, πως η συνάντηση λαών και πολιτισμών και η διασταύρωσή τους είναι ιστορική αναγκαιότητα. Το πρόβλημα δεν είναι η συνάντηση και συνεργασία με την Ευρώπη, αλλά το πώς, με ποιές δηλαδή εσωτερικές προϋποθέσεις και με ποιούς στόχους συναντόμασθε με την Ευρώπη και τον υπόλοι¬πο κόσμο και τί περιμένουμε από τη συνάντηση αυτή. Ποιά δυνατότητα κριτικής επιλογής έχουμε διασώσει μέσα μας, που σημαίνει πόσο είμαστε ενωμένοι με τις πνευματικές και πολιτιστικές μας ρίζες».

Μετά τα παραπάνω μπορούμε να κατανοήσουμε και ενέργειες των Αγιορειτών, οι οποίες φαίνονται στους ανυποψίαστους ως πείσμα καλογήρων και σκοταδισμός. Π.χ. η αντίδραση στο ηλεκτρικό φως, που θα οδηγούσε αναπόφευκτα στην τηλεόραση, στα αυτοκίνητα και τα άλλα παράγωγα της σύγχρονης τεχνολογίας, όπως και η εμμονή στη φυσική ζωή, που διασώζει τις δυνατότητες ορθόδοξης εμπειρίας, με την άμεση σχέση και ενότητα ανθρώπου και κτίσεως, ως φυσικού περιβάλλοντος.

Έτσι και μόνο μπορεί το Άγιον Όρος να κηρύττει προσφέροντας όχι λόγια, αλλά το Θείο Λόγο ως ζωή και εμπειρία. Να μη λέγει απλώς «μετανοείτε», αλλά να οδηγεί στην πράξη της μετανοίας με τον κα-τάλληλο οδηγό, τον Πνευματικό – Γέροντα. Η ίδια η πράξη του γίνεται διδασκαλία. Και πρέπει εδώ να τονισθεί, ότι στα τελευταία χρόνια πολλοί κληρικοί, που κατηχούν ετεροδόξους ή αλλοθρήσκους, που θέλουν να γίνουν ορθόδοξοι, τους στέλνουν για ένα διάστημα σε κάποιο μοναστήρι κατά προτίμηση αγιορείτικο για να γνωρίσουν τη ζώσα ορθοδοξία και όχι απλά σχολαστικά σκαριφήματα μιας διανοητικής κατηχήσεως – διδασκαλίας.

Στο Άγιον Όρος ζει κανείς την ενότητα της ζωής ως Χριστοζωής και Θεοκοινωντας. Καθολικά  τράπεζα – εργόχειρο – κανόνας στο κελλί γίνονται μια συνεχής προσευχή και ζωή, στην οποία «τα πάντα και εν πάσι Χριστός» (Κολ. 3,11) Ο θεολογικός λόγος, που είναι και εκκλησιαστικός, διασώζει ακόμη στο Άγιον Όρος ακέραιο και αναλλοίωτο το αγιοπατερικό του φορτίο. Δεν έχει χάσει τη σωτηριολογική σημαντική του. Π.χ. φως σημαίνει εκεί «άκτιστο φώς» της Xάριτος και όχι τη γνώση ή την κοσμική παιδεία. Γ έ ρ ο ν τ α ς είναι ο Πνευματοφόρος (Πνευματικός) και όχι ο ηθικολογών εξομολόγος. Π ν ε υ μ α τα ι κ ό ς είναι ο έχων Πνεύμα Άγιον, «λαλούν και ενεργούν» εν εαυτώ και όχι ο ηθικός με την κοσμική έννοια του όρου. Κ ά θ α ρ σ η είναι η διά της τηρήσεως των θείων εντολών χαρισματική θεραπεία της καρδίας και όχι η βελτίωση των τρόπων συμπεριφοράς Άσκηση, τέλος, είναι η εν ταπεινώσει άρση του σταυρού του εκουσίου πάθους και όχι η διανοητική ενασχόληση με την πίστη και η ευσεβιστική θεολόγηση. Έτσι, σημαίνον και σημαινόμενον στην αγιορείτικη γλώσσα ταυτίζονται σε μια σημαντική, που σώζει ακέραια τα όρια του ορθοδόξου ήθους.

(π. Γεωργίου Δ. Μεταλληνού, «Η Εκκλησία μέσα στον κόσμο», εκδ. Αποστ. Διακονίας. 1988, σ. 231-243)

http://www.pemptousia.gr